Το παρόν κείμενο αποτελεί μετάφραση του αρχικού κειμένου "Linux is not Windows" που βρίσκεται στο παρακάτω Link.
Στο ακόλουθο άρθρο, αναφέρομαι στο GNU/Linux και στο ελεύθερο λογισμικό ανοικτού κώδικα (FOSS) με το όνομα «Linux» που θα κάνει την ανάγνωση του κειμένου ευκολότερη.
Το Linux δεν είναι Windows
Αν κάποιος σας υπέδειξε τη σελίδα αυτή, τότε πιθανότατα είστε κάποιος νέος χρήστης του Linux που αντιμετωπίζει κάποια προβλήματα στη μετακίνησή του από τα Windows. Η μετακίνηση αυτή προκαλεί προβλήματα σε πολλούς χρήστες. Το πρόβλημα αυτό όμως αποτελείται από επιμέρους προβλήματα και έτσι η σελίδα αυτή χωρίζεται σε ενότητες ανάλογα με το πρόβλημα.
__TOC__
Πρόβλημα #1: Το Linux δεν είναι ακριβώς ίδιο με τα Windows
Θα είσαστε έκπληκτοι αν μαθαίνατε πόσοι άνθρωποι έχουν το παραπάνω παράπονο. Ερχόμενοι στο Linux, πιστεύουν ότι θα βρουν μία ανοικτού κώδικα και ελεύθερη έκδοση των Windows. Συχνά, αυτή είναι και η ενημέρωσή τους από φανατικούς υπέρμαχους του Linux. Πρόκειται όμως για μία προσδοκία που δεν έχει βάση.
Οι λόγοι που οι άνθρωποι θέλουν να δοκιμάσουν το Linux ποικίλουν. Στην ουσία όμως υπάρχει ένας θεμελιώδης λόγος: Ελπίζουν ότι το Linux θα είναι καλύτερο από τα Windows. Κοινά κριτήρια είναι το κόστος, οι επιλογές, η απόδοση, η ασφάλεια κ.ά. Αλλά κάθε χρήστης Windows που δοκιμάζει το Linux, το κάνει επειδή ελπίζει ότι θα είναι καλύτερο από αυτό που ήδη έχει.
Εκεί λοιπόν βρίσκεται το πρόβλημα.
Είναι λογικά αδύνατον για οποιοδήποτε πράγμα να είναι καλύτερο από κάποιο άλλο και συνάμα να είναι ολόιδιο με αυτό. Ένα τέλειο αντίγραφο θα είναι ισάξιο, αλλά ποτέ καλύτερο. Έτσι, όταν δοκιμάσατε το Linux, αναπόφευκτα πιστεύατε ότι θα είναι διαφορετικό. Πολλοί όμως αγνοούν αυτό το γεγονός και θεωρούν ότι κάθε διαφορά μεταξύ των δύο λειτουργικών αποτελεί κάποια αποτυχία του Linux.
Σαν ένα απλό παράδειγμα, δείτε την αναβάθμιση κάποιου οδηγού μίας συσκευής. Συνήθως, στα Windows πάμε στη σελίδα του κατασκευαστή, κατεβάζουμε και εγκαθιστούμε τον νέο οδηγό. Στο Linux, αναβαθμίζουμε τον πυρήνα του λειτουργικού (kernel). Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι στο Linux, με μία αναβάθμιση του kernel αναβαθμίζουμε όλους τους οδηγούς για το σύστημά μας, ενώ στα Windows πρέπει να κατεβάσουμε και να εγκαταστήσουμε τον κάθε οδηγό ξεχωριστά. Σίγουρα πρόκειται για μία διαφορετική διαδικασία που σε καμιά περίπτωση όμως δεν είναι άσχημη. Πολλοί άνθρωποι όμως παραπονιούνται για τη διαδικασία αυτή διότι δεν την έχουν συνηθίσει.
Σαν ένα άλλο παράδειγμα, δείτε τον Firefox που αποτελεί ίσως την πιο πετυχημένη εφαρμογή ανοικτού κώδικα. Ένας φυλλομετρητής (browser) που «κέρδισε» όλον τον κόσμο. Κατάφερε να επιτύχει επειδή ήταν μία τέλεια αντιγραφή του Internet Explorer; Του ποιο δημοφιλούς browser; Όχι! Πέτυχε επειδή ήταν καλύτερος από τον Internet Explorer. Και ήταν καλύτερος γιατί ήταν διαφορετικός! Συμπεριλάμβανε περιήγηση με την βοήθεια καρτελών (tabbed browsing), ζωντανούς σελιδοδείκτες (live bookmarks), ενσωματωμένη μπάρα αναζήτησης, υποστήριξη για εικόνες τύπου png και άλλα υπέροχα πράγματα. Η λειτουργία της εύρεσης εμφανίζεται σαν μπάρα στη βάση του και ψάχνει στη σελίδα την ώρα της πληκτρολόγησης, παίρνοντας κόκκινο χρώμα αν δε βρει κάτι. Από την άλλη, ο Internet Explorer (μέχρι και την έκδοση 6) δεν προσφέρει τίποτε από τα παραπάνω. Ακόμη και για την εύρεση, χρειάζεται επεκτάσεις που απαιτούν να κάνουμε «κλικ» σε ένα κουμπί "ok" για να αρχίσει η εύρεση και ακόμη ένα «κλικ» σε ακόμη ένα "ok" στο μήνυμα λάθους, όταν δε βρει κάποιο αποτέλεσμα που να ταιριάζει. Μία ξεκάθαρη περίπτωση μίας εφαρμογής ανοικτού κώδικα που είναι καλύτερη. Και είναι καλύτερη διότι είναι διαφορετική. Αν ο Firefox αποτελούσε μία τέλεια αντιγραφή του Internet Explorer, θα είχε εξαφανιστεί στη στιγμή. Αν το Linux ήταν και αυτό μία αντιγραφή των Windows; Θα είχε και αυτό εξαφανιστεί.
Οπότε η λύση στο πρόβλημα #1: Θυμηθείτε ότι όπου το Linux σας είναι οικείο και ίδιο με αυτό που έχετε συνηθίσει, δεν είναι καινούργιο και βελτιωμένο. Καλοδεχτείτε τα σημεία στα οποία είναι διαφορετικό, γιατί μόνο εκεί έχει την ευκαιρία να «λάμψει».
Πρόβλημα #2: Το Linux είναι πολύ διαφορετικό από τα Windows
Το επόμενο ζήτημα πηγάζει από το γεγονός ότι οι χρήστες περιμένουν το Linux να είναι διαφορετικό αλλά βρίσκουν ορισμένες διαφορές πολύ ριζοσπαστικές για τα γούστα τους. Πιθανότατα το μεγαλύτερο παράδειγμα είναι η πληθώρα επιλογών που έχουν οι χρήστες του Linux. Ενώ ένας «φρέσκος» χρήστης Windows έχει την κλασική Επιφάνεια εργασίας (Desktop) ή αυτή των XP, το WordPad, τον Internet Explorer, το Outlook Express εγκατεστημένα, ένας «φρέσκος» χρήστης Linux έχει εκατοντάδες διανομές να διαλέξει, το Gnome ή KDE ή Fluxbox ή οτιδήποτε , τον vi ή το emacs ή το kate, τον Konqueror, τον Opera, τον Firefox κτλ κτλ.
Ένας χρήστης Windows δεν είναι συνηθισμένος να κάνει τόσες επιλογές απλώς για να ετοιμάσει το σύστημά του. Μηνύματα του τύπου «Ήταν απαραίτητο να υπάρχουν τόσες επιλογές;» είναι πολύ συνηθισμένα.
Είναι απαραίτητο το Linux να είναι τόσο διαφορετικό; Στο κάτω κάτω την ίδια δουλειά κάνουν. Δίνουν «ζωή» στον υπολογιστή και κάτι στο οποίο μπορούμε να «τρέχουμε» εφαρμογές. Σοβαρά, πρέπει να είναι περισσότερο ή λιγότερο ίδια;
Δείτε το έτσι: Βγείτε έξω και ρίξτε μια ματιά στα διάφορα αυτοκίνητα που περνάνε στον δρόμο. Είναι όλα αυτοκίνητα σχεδιασμένα πάνω κάτω για τον ίδιο σκοπό. Να μας μεταφέρουν μέσω των δρόμων από ένα σημείο σε κάποιο άλλο. Παρατηρήστε την ποικιλία στα σχέδια των αυτοκινήτων. Από την άλλη θα μου πείτε, οι διαφορές στα αυτοκίνητα δεν είναι τόσο μεγάλες. Όλα έχουν τιμόνι, ρόδες, πεντάλ, παράθυρα, χειρόφρενα, σασμάν, πόρτες, ρεζερβουάρ... Αν οδηγήσεις κάποιο, μπορείς να οδηγήσεις οποιοδήποτε. Αυτό είναι αρκετά αληθές. Έχετε δει όμως ότι μερικοί άνθρωποι δεν οδηγούν αυτοκίνητα αλλά δίκυκλα;
Περνώντας από τη μία έκδοση Windows σε μία άλλη, είναι σαν να αλλάζεις αυτοκίνητο. Από Windows 95 σε Windows 98, ειλικρινά δεν μπορούσα να διακρίνω κάτι διαφορετικό. Από Windows 98 σε XP, μεγαλύτερες αλλαγές αλλά τίποτε δραματικό.
Περνώντας από Windows σε Linux είναι σαν να περνάμε από το αυτοκίνητο σε ένα δίκυκλο. Μπορεί και τα δύο να είναι λειτουργικά συστήματα/αυτοκίνητα, να χρησιμοποιούν το ίδιο(ους) υλικό/δρόμους. Μπορεί και τα δύο να προσφέρουν ένα περιβάλλον εκτέλεσης εφαρμογών/τρόπο μετακίνησης από το ένα σημείο στο άλλο. Χρησιμοποιούν όμως θεμελιωδώς διαφορετικές προσεγγίσεις στον τρόπο που το κάνουν.
Τα Windows/αυτοκίνητα δεν είναι ασφαλή σε ιούς/κλέφτες, εκτός αν εγκαταστήσεις αντιιό/κλειδαριές στις πόρτες. Το Linux/δίκυκλα δεν έχουν ιούς/πόρτες, οπότε είναι απολύτως ασφαλή χωρίς την εγκατάσταση αντιιού/κλειδαριών.
Δείτε το και από μια άλλη πλευρά.
Το Linux/αυτοκίνητο είναι σχεδιασμένο για πολλαπλούς χρήστες/επιβάτες. Τα Windows/δίκυκλα είναι σχεδιασμένα για έναν χρήστη/επιβάτη. Κάθε χρήστης Windows/οδηγός δίκυκλου είναι συνηθισμένος να έχει τον πλήρη έλεγχο του υπολογιστή/δίκυκλο του κάθε στιγμή. Ένας χρήστης Linux/επιβάτης αυτοκινήτου είναι συνηθισμένος να έχει τον έλεγχο του υπολογιστή/αυτοκινήτου του μόνο όταν είναι συνδεδεμένος σαν root/στη θέση του οδηγού.
Δύο διαφορετικές προσεγγίσεις για την εκπλήρωση του ίδιου στόχου. Διαφέρουν θεμελιωδώς. Έχουν διαφορετικά δυνατά σημεία και αδυναμίες: Το αυτοκίνητο είναι ξεκάθαρα ο νικητής στην μεταφορά της οικογένειας ή εμπορευμάτων από το ένα σημείο στο άλλο. Περισσότερα καθίσματα και χώρος αποθήκευσης. Το δίκυκλο είναι ξεκάθαρα νικητής στην μεταφορά ενός ατόμου από τον ένα σημείο στο άλλο. Επηρεάζεται λιγότερο από την κίνηση και την κατανάλωση καυσίμων.
Υπάρχουν πράγματα που δεν αλλάζουν από την αλλαγή μεταξύ αυτοκίνητων και δικύκλων. Πρέπει να βάζεις καύσιμα, να οδηγείς στους ίδιους δρόμους, πρέπει να υπακούς στα σήματα του ΚΟΚ, να βγάζεις φλας πριν στρίψεις κτλ.
Υπάρχουν όμως και πολλά πράγματα που αλλάζουν: Οι οδηγοί αυτοκινήτων δεν χρειάζεται να φοράνε κράνος, οι οδηγοί δίκυκλων δεν χρειάζεται να φοράνε ζώνη ασφαλείας. Οι οδηγοί αυτοκινήτων πρέπει να γυρίσουν το τιμόνι για να στρίψουν, οι οδηγοί δίκυκλων πρέπει να γείρουν και το σώμα τους. Οι οδηγοί αυτοκινήτων για να επιταχύνουν πατάνε το γκάζι με το πόδι, οι οδηγοί δίκυκλων το γυρίζουν με το χέρι.
Ένας οδηγός που προσπαθεί να στρίψει ένα αυτοκίνητο με την βοήθεια του σώματος του θα βρεθεί μπροστά σε προβλήματα... Οι χρήστες Windows που προσπαθούν τις ικανότητές τους και συνήθειες στο Linux συνήθως αντιμετωπίζουν προβλήματα. Μάλιστα, οι «προχωρημένοι χρήστες» Windows συναντούν περισσότερα προβλήματα με το Linux από ο,τι άνθρωποι με λιγότερη πείρα σε υπολογιστές. Το σχόλιο ότι «Το Linux δεν είναι έτοιμο για προσωπικούς υπολογιστές» από χρήστες ριζωμένους σε Windows προέρχεται από το γεγονός ότι ενώ οι ίδιοι δεν κατάφεραν την αλλαγή σε Linux, πώς θα την καταφέρει κάποιος λιγότερο έμπειρος χρήστης υπολογιστή.
Οπότε η λύση στο πρόβλημα #2: Μην υποθέτετε ότι όντας γνώστης των Windows είστε και γνώστης του Linux. Όταν ξεκινήσετε με το Linux για πρώτη φορά, είστε αρχάριος.
Πρόβλημα #3: Άλλη κουλτούρα
Πρόβλημα #3α: Υπάρχει κουλτούρα
Οι χρήστες Windows βρίσκονται σε μία σχέση πελάτη-προμηθευτή: Πληρώνουν για το λογισμικό, τις εγγυήσεις, την υποστήριξη κτλ. Περιμένουν το λογισμικό τους να έχει κάποιο επίπεδο χρηστικότητας. Για τον λόγο αυτό έχουν απαιτήσεις από το λογισμικό τους: Έχουν πληρώσει για τεχνική υποστήριξη και έχουν κάθε δικαίωμα να τη ζητήσουν. Έχουν επίσης συνηθίσει να συνεργάζονται με οντότητες και όχι με ανθρώπους: Τα συμβόλαιά τους είναι με εταιρείες και όχι με ανθρώπους.
Οι χρήστες του Linux αποτελούν περισσότερο μία κοινότητα. Δεν χρειάζεται να αγοράσουν το λογισμικό, να πληρώσουν για υποστήριξη. Κατεβάζουν το λογισμικό τους δωρεάν και ζητούν βοήθεια από δικτυακά φόρουμ. Έχουν να κάνουν με ανθρώπους και όχι με εταιρίες.
Ένας χρήστης Windows δε θα φέρει τον εαυτό σε πιο εύκολη θέση μεταφέροντας τις συνήθειές του στο Linux.
Η μεγαλύτερη αιτία τριβής είναι η δικτυακή επικοινωνία μεταξύ χρηστών: Ένας χρήστης «3α» νέος στο Linux, ζητά βοήθεια για κάποιο πρόβλημα που έχει. Όταν δεν πάρει κάποια απάντηση σε κάποιο χρονικό διάστημα που αυτός θεωρεί αποδεκτό, αρχίζει να γκρινιάζει και να απαιτεί περισσότερη βοήθεια. Έτσι έχει συνηθίσει με την αγορασμένη τεχνική υποστήριξη. Το πρόβλημα εδώ είναι ότι δεν έχει πληρωθεί κανείς για τεχνική υποστήριξη. Πρόκειται για μία παρέα εθελοντών που θέλουν να προσφέρουν βοήθεια σε άτομα που την χρειάζονται, χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Ο νέος χρήστης δεν έχει κανένα δικαίωμα να απαιτεί τίποτα από αυτούς. Όπως και κάποιος που συλλέγει δωρεές για ελεημοσύνη να ζητά περισσότερα από τους ευεργέτες.
Πάνω κάτω με τον ίδιο τρόπο ο χρήστης Windows είναι συνηθισμένος να χρησιμοποιεί εμπορικό λογισμικό. Οι εταιρίες δε δίνουν ένα λογισμικό στην αγορά αν δεν είναι αξιόπιστο, λειτουργικό και φιλικό προς τον χρήστη. Οπότε αυτό είναι που πρέπει περιμένει κάποιος χρήστης Windows από λογισμικό: Αρχίζει με την έκδοση λογισμικό για Linux 1.0 παρόλο αυτά όμως αρχίζει να διατίθεται με το που αρχίζει να γράφεται ο κώδικας: Ξεκινά με την έκδοση 0.1. Με τον τρόπο αυτό, χρήστες που χρειάζονται το λογισμικό μπορούν να το έχουν στα χέρια του όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, προγραμματιστές που ενδιαφέρονται μπορούν να το βελτιώσουν και η κοινότητα είναι πάντα ενήμερη για τις εξελίξεις.
Αν ένας χρήστης «3α» βρεθεί σε κάποιο πρόβλημα με το Linux, θα παραπονεθεί: Το λογισμικό δεν κάνει αυτό που έπρεπε και νομίζει ότι έχει το δικαίωμα να απαιτεί να γίνει αυτό. Θα χαλάσει και το κέφι του όταν θα πάρει απαντήσεις του τύπου «Εγώ θα ζητούσα τα λεφτά μου πίσω αν ήμουν στη θέση σου».
Οπότε για να αποφύγουμε το πρόβλημα #3α: Απλά θυμηθείτε ότι δεν έχετε πληρώσει τον προγραμματιστή που έγραψε το λογισμικό ούτε αυτούς που σας προσφέρουν βοήθεια δικτυακά. Δε σας οφείλουν τίποτε.
Πρόβλημα #3β: Νέοι εναντίον Παλιών
Το Linux ξεκίνησε σαν το χόμπι κάποιου hacker (hacker: άτομο με διακεκριμένες δυνατότητες στην τεχνολογία υπολογιστών και λειτουργικών συστημάτων. Ειδικός στην ανακάλυψη κενών ασφαλείας και στο πώς λειτουργούν τα πράγματα σε κάποιο λογισμικό. Ποτέ δεν εκμεταλλεύεται τα κενά που ανακαλύπτει προς κακό τρίτων). Μεγάλωσε καθώς προσέλκυσε και άλλους hacker. Έπρεπε να περάσει αρκετός χρόνος πριν μπορέσει κάποιος που δεν ήταν geek σε υπολογιστές (geek: Άτομο που η ενασχόληση του με τους υπολογιστές είναι σχεδόν η ζωή του) να κάνει μία διανομή Linux να λειτουργήσει εύκολα. Το Linux «ξεκίνησε από geeks για geeks». Ακόμη και σήμερα, η πλειοψηφία των καθιερωμένων χρηστών Linux ομολογούν ότι είναι geeks.
Αυτό είναι αρκετά καλό: Αν προκύψει κάποιο πρόβλημα σε υλικό ή σε λογισμικό επίπεδο, το να έχει ένα μεγάλο αριθμό από geeks που μπορούν να βοηθήσουν είναι μεγάλο πλεονέκτημα.
Το Linux όμως έχει μεγαλώσει αρκετά από αυτές τις μέρες. Υπάρχουν διανομές που σχεδόν ο καθένας μπορεί να εγκαταστήσει, ακόμη και «ζωντανά» που μπορούν να ανιχνεύσουν όλο το υλικό που διαθέτετε χωρίς καμία παρέμβαση. Γίνεται πιο ελκυστικό σε «απλούς» χρήστες που ενδιαφέρονται για ένα λογισμικό απαλλαγμένο από ιούς και φτηνό στην αναβάθμιση. Δεν είναι ασυνήθιστο να υπάρχει τριβή μεταξύ των δύο πλευρών. Είναι σημαντικό να έχουμε υπ' όψιν ότι δεν υπάρχει κακία μεταξύ των δύο πλευρών: Είναι η έλλειψη κατανόησης που δημιουργεί τα προβλήματα.
Αρχικά υπάρχουν οι σκληροπυρηνικοί geeks που θεωρούν ότι όσοι ασχολούνται με το Linux είναι σύντροφοι geeks. Αυτό σημαίνει ότι περιμένουν ένα υψηλό επίπεδο γνώσης που συχνά οδηγεί σε κατηγορίες για υπεροψία, ελιτισμό και αγένεια. Και πολλές φορές αυτό είναι αλήθεια. Αρκετά συχνά όμως δεν είναι: Είναι ελιτισμός να πεις «'Ολοι οφείλουν να το ξέρουν αυτό». Δεν είναι ελιτισμός όμως να πεις «Όλοι το ξέρουν αυτό» - εντελώς το αντίθετο.
Από την άλλη, υπάρχουν οι νέοι χρήστες που προσπαθούν να αλλάξουν μετά από μια ζωή με εμπορικά λειτουργικά συστήματα. Αυτοί είναι συνηθισμένοι από λειτουργικά που μπορείς να καθίσεις και να λειτουργήσεις με την πρώτη.
Το πρόβλημα προκύπτει επειδή η πρώτη ομάδα αποτελείται από άτομα που διασκεδάζουν με την ικανότητά τους να «διαλύσουν» το λειτουργικό τους σύστημα και να το ξαναφτιάξουν όπως τους αρέσει, ενώ στη δεύτερη ομάδα υπάρχουν άτομα που τείνουν να είναι αδιάφοροι για το πώς λειτουργεί το σύστημα, αρκεί να λειτουργεί.
Μία παράλληλη κατάσταση που μπορεί να τονίσει το πρόβλημα είναι τα συναρμολογούμενα παιχνίδια.
Νέος: Θέλω ένα καινούργιο αμαξάκι-παιχνίδι και όλοι λένε ότι αυτά τα συναρμολογούμενα αυτοκινητάκια είναι καταπληκτικά. Αγόρασα λοιπόν ένα συναρμολογούμενο που γίνεται και αμαξάκι. Πήγα λοιπόν σπίτι μου και είχα ένα σωρό κομματάκια και εξαρτήματα στο κουτί. Πού είναι το αμαξάκι μου;
Παλιός: Πρέπει να φτιάξεις το αμαξάκι με τα κομματάκια και τα εξαρτήματα που έχει το κουτί. (compile) Αυτό είναι το νόημα του συναρμολογούμενου.
Νέος: Τί; Δε μπορώ να φτιάξω ένα αμάξι, δεν είμαι μηχανικός! Πώς υποτίθεται ότι ξέρω πώς να τα συνδυάσω όλα μαζί;
Παλιός: Υπάρχει ένα φυλλάδιο που έχει το κουτί. (manpages) Σου λέει τι ακριβώς να κάνεις ώστε να συνδυάσεις όλα τα κομμάτια και τα εξαρτήματα για να φτιάξεις το αμαξάκι σου. Δεν χρειάζεται να ξέρεις πώς, αρκεί να ακολουθήσεις τις οδηγίες.
Νέος: Εντάξει, βρήκα τις οδηγίες. Θα μου πάρει ώρες να το φτιάξω μόνος μου. Γιατί σε βάζουν να το κάνεις μόνος σου και δεν το πουλάνε σαν ολοκληρωμένο αμαξάκι;
Παλιός: Επειδή δε θέλουν όλοι να φτιάξουν αμαξάκι με τα κομματάκια και τα εξαρτήματα αυτά. Μπορούμε να τα κάνουμε ότι θέλουμε. Αυτό είναι το νόημα.
Νέος: Ακόμη δεν μπορώ να καταλάβω όμως γιατί δεν το πουλάνε σαν αμαξάκι για αυτούς που το θέλουν έτσι και οι υπόλοιποι να το αποσυναρμολογήσουν σε ο,τι θέλουν. Τέλος πάντων, το έφτιαξα τελικά. Μερικά κομματάκια όμως βγαίνουν. Μπορώ να τα κολλήσω;
Παλιός: Είναι συναρμολογούμενο! Υποτίθεται ότι πρέπει να βγαίνουν και να αποσυναρμολογείται. Αυτό είναι το νόημα.
Νέος: Ναι, αλλά δε θέλω να αποσυναρμολογείται! Θέλω ένα αμαξάκι.
Παλιός: Τότε γιατί στο καλό αγόρασες συναρμολογούμενο;
Είναι εμφανές σε όλους ότι το συναρμολογούμενο δεν είναι κατάλληλο γι' αυτούς που θέλουν απλώς ένα αμαξάκι. Δεν υπάρχουν τέτοιοι διάλογοι στην πραγματική ζωή. Όλο το νόημα των συναρμολογούμενων είναι ότι περνάς καλά όταν τα φτιάχνεις και ότι τα κάνεις ότι θέλεις. Αν δεν έχεις ενδιαφέρον να φτιάξεις κάτι μόνος σου, τότε τα συναρμολογούμενα δεν είναι για εσένα. Αυτό είναι αρκετά φανερό.
Όσον αφορά τους χρήστες που ασχολούνται καιρό με το Linux, είναι ακριβώς το ίδιο. Είναι ένα σετ από ελεύθερο λογισμικό πλήρως παραμετροποιήσιμο. Αυτό είναι το νόημα. Αν δεν είσαι διατεθειμένος να πειράξεις λίγο τα στοιχεία που το αποτελούν, γιατί να κάνεις το κόπο να το χρησιμοποιήσεις;
Όμως, τώρα τελευταία υπάρχει μία προσπάθεια να γίνει το Linux πιο κατάλληλο για τους απλούς χρήστες. Μία κατάσταση που δεν είναι εκατομμύρια χιλιόμετρα μακριά από το να πωλούνται έτοιμα συναρμολογούμενα, με σκοπό να γίνουν πιο ελκυστικά στο ευρύ κοινό. Έτσι έχουμε συζητήσεις που δε διαφέρουν πολύ από αυτών παραπάνω: Οι νεοφερμένοι παραπονιούνται για την ύπαρξη αυτών που οι παλιοί θεωρούν θεμελιώδες χαρακτηριστικό και αντιδρούν στην ανάγνωση κάποιου εγχειριδίου για να κάνουν κάτι να δουλέψει. Αλλά παραπονιούνται ότι υπάρχουν τόσες πολλές διανομές, ότι το λογισμικό έχει τόσες πολλές επιλογές παραμετροποίησης ή ότι δε δουλεύει σωστά με την πρώτη. Είναι σαν να παραπονιέσαι ότι τα συναρμολογούμενα μπορούν να μεταμορφωθούν σε πολλά αντικείμενα και ότι δε σου αρέσει το γεγονός ότι γίνονται κομματάκια και συναρμολογούνται σε τόσα άλλα αντικείμενα.
Για να αποφύγετε το πρόβλημα #3β: Απλώς θυμηθείτε ότι αυτό που είναι το Linux σήμερα δεν είναι ο,τι ήταν στο παρελθόν. Στο μεγαλύτερο και πιο αναγκαίο κομμάτι του Linux, τους hackers και τους προγραμματιστές, αρέσει το Linux διότι μπορούν να το παραμετροποιήσουν όπως αυτοί θέλουν. Τους αρέσει, παρόλο που χρειάζεται αρκετή δουλειά και «συναρμολόγηση» μέχρι να μπορέσουν να το χρησιμοποιήσουν.
Πρόβλημα #4: Σχεδιασμένο για τον σχεδιαστή
Στη βιομηχανία αυτοκινήτων πολύ σπάνια θα βρείτε κάποιον που να σχεδιάζει τον κινητήρα και να σχεδιάζει και το εσωτερικό του αυτοκινήτου. Απαιτεί εντελώς διαφορετικές ικανότητες. Κανείς δε θέλει έναν κινητήρα που δείχνει ότι μπορεί να πάει γρήγορα και ένα εσωτερικό που δουλεύει άψογα αλλά είναι μικρό και άσχημο. Με τον ίδιο τρόπο, στην βιομηχανία του λογισμικού η διασύνδεση με τον χρήστη (User Interface – UI: Το κομμάτι του λογισμικού που επιτρέπει στον χρήστη να επικοινωνεί μαζί του. Διασύνδεση χρήστη) δε δημιουργείται από αυτούς που έγραψαν το λογισμικό.
Στον κόσμο του Linux όμως τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Πολλά εγχειρήματα (projects) έχουν ξεκινήσει σαν το «παιχνίδι» κάποιου. Τα κάνει όλα μόνος του. Για τον λόγο αυτό, το UI δεν έχει ανάγκη από χαρακτηριστικά φιλικά προς τον χρήστη. Ο χρήστης ξέρει ο,τι πρέπει να ξέρει για το λογισμικό, δεν χρειάζεται καμιά βοήθεια. Ο vi αποτελεί ένα καλό παράδειγμα εφαρμογής που δημιουργήθηκε από χρήστη που ήξερε πώς θα λειτουργεί. Δεν είναι ανήκουστο ότι χρήστες κατέφυγαν στην επανεκκίνηση επειδή δεν ήξεραν τον τρόπο να «αφήσουν» το περιβάλλον του vi.
Υπάρχει όμως μία σημαντική διαφορά μεταξύ ενός προγραμματιστή ελεύθερων και ανοικτού κώδικα εφαρμογών από έναν εμπορικών εφαρμογών. Ο πρώτος δημιουργεί ένα λογισμικό που σκοπεύει ο ίδιος να χρησιμοποιήσει. Έτσι το τελικό αποτέλεσμα μπορεί να μην είναι τόσο «άνετο» για τον αρχάριο χρήστη. Μπορεί όμως να νιώσει κάποια άνεση ξέροντας ότι το λογισμικό είναι σχεδιασμένο από κάποιον που ξέρει ποιες είναι οι ανάγκες του τελικού χρήστη. Είναι και ο ίδιος ένας τελικός χρήστης. Αυτή είναι η διαφορά από τους προγραμματιστές εμπορικών εφαρμογών οι οποίοι φτιάχνουν εφαρμογές που θα χρησιμοποιήσουν άλλοι. Οι ίδιοι δεν είναι πεπειραμένοι τελικοί χρήστες.
Έτσι, ενώ ο vi έχει ένα UI που είναι φρικιαστικό για τον νέο χρήστη, χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα διότι έχει ένα εξαίσιο UI μόλις μάθεις πώς να τον χρησιμοποιείς. Ο Firefox δημιουργήθηκε από άτομα που «σέρφαραν» στο διαδίκτυο. Το Gimp από άτομα που ήθελαν να τροποποιούν αρχεία γραφικών κτλ.
Έτσι το UI στο Linux είναι λίγο «ναρκοπέδιο» για τον αρχάριο χρήστη. Παρ' όλη τη διασημότητα του, ο vi δε θα πρέπει να ληφθεί υπ' όψιν από έναν αρχάριο χρήστη που θέλει να κάνει μερικές αλλαγές σε ένα αρχείο γρήγορα. Και αν χρησιμοποιείτε κάποιο λογισμικό στα πρώτα στάδια της ζωής του, ένα χλιδάτο UI μάλλον θα το βρείτε στην λίστα αυτών που πρέπει κάποτε να γίνουν. Η λειτουργικότητα έχει προτεραιότητα. Κανείς δε σχεδιάζει ένα UI που «σκοτώνει» και προσθέτει μετά τη λειτουργικότητα κομμάτι-κομμάτι. Δημιουργούν τη λειτουργικότητα και μετά φτιάχνουν το UI κομμάτι-κομμάτι.
Για να αποφύγετε το πρόβλημα #4: Ψάξτε για λογισμικό που στοχεύει στη διευκόλυνση του νέου χρήστη ή δεχτείτε το γεγονός ότι ορισμένα λογισμικά έχουν πιο απότομη καμπύλη εκμάθησης από αυτήν που έχετε συνηθίσει. Με το να παραπονιέσαι ότι ο vi δεν είναι αρκετά φιλικός προς τον νέο χρήστη, θα σε περιγελάσουν διότι χάνεις το νόημα.
Πρόβλημα #5: Ο μύθος του «Φιλικό προς τον χρήστη»
Αυτό είναι μεγάλο. «Φιλικό προς τον χρήστη» είναι ένας πολύ μεγάλος όρος στον χώρο των υπολογιστών. Είναι ακόμη και ο τίτλος ενός δικτυακού εικονογραφημένου. Πρόκειται όμως για έναν «κακό» όρο.
Η βασική έννοια είναι καλή. Το λογισμικό να σχεδιάζεται, έχοντας υπ' όψιν τις ανάγκες του χρήστη. Εκλαμβάνεται όμως σαν μία ενιαία έννοια, πράγμα που δεν ισχύει.
Αν ξοδεύετε ολόκληρη τη ζωή σας στην επεξεργασία αρχείων κειμένου, τότε το ιδανικό λογισμικό για εσάς θα είναι αυτό που σας επιτρέπει να κάνετε το μέγιστο αριθμό επεξεργασίας με το λιγότερο δυνατό κόπο. Απλές συντομεύσεις στο πληκτρολόγιο και λειτουργίες που εκτελούνται χωρίς την βοήθεια του ποντικιού θα είναι ζωτικής σημασίας.
Αν σπάνια όμως επεξεργάζεστε αρχεία κειμένου και θέλετε απλώς να γράψετε ένα γράμμα, το τελευταίο πράγμα που θέλετε είναι να προσπαθήσετε να μάθετε τις συντομεύσεις του πληκτρολογίου. Καλά οργανωμένα μενού και σαφείς εικόνες στη μπάρα εργασίας θα είναι το ιδανικό για εσάς.
Είναι ξεκάθαρο ότι το λογισμικό που είναι σχεδιασμένο για τον πρώτο χρήστη είναι ακατάλληλο για τον δεύτερο και αντίστροφα του δεύτερου είναι ακατάλληλο για τον πρώτο. Οπότε πώς μπορεί να ονομαστεί κάποιο λογισμικό φιλικό προς τον χρήστη, όταν όλοι μας έχουμε διαφορετικές ανάγκες;
Η απλή απάντηση: «Φιλικό προς τον χρήστη», είναι μία ακυρολεξία και αυτό που κάνει μία περίπλοκη κατάσταση να μοιάζει απλή.
Τι σημαίνει όμως πραγματικά το «φιλικό προς τον χρήστη»; Στο πλαίσιο που χρησιμοποιείται, σημαίνει το λογισμικό αυτό που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ικανοποιητικό βαθμό από κάποιον άπειρο χρήστη. Αυτό έχει σαν παρενέργεια λογισμικά που δεν είναι καλά, με ένα οικείο UI να κατατάσσονται στην κατηγορία «Φιλικό προς τον χρήστη».
Πρόβλημα #5α: Ο οικείος είναι φιλικός
Στους περισσότερους επεξεργαστές κειμένου μπορείς να αντιγράψεις κείμενο με τα πλήκτρα Ctrl+C και να το επικολλήσεις με τα Ctrl+V, κάτι που δεν είναι βολικό. Όλοι όμως έχουν συνηθίσει τους συνδυασμούς αυτούς και τους θεωρούν «φιλικούς» συνδυασμούς. Όταν λοιπόν κάποιος πάει στον επεξεργαστή κειμένου vi και βλέπει ότι η αντιγραφή είναι το πλήκτρο d και η επικόλληση το πλήκτρο p, δεν το θεωρεί «φιλικό». Δεν είναι αυτό που όλοι έχουν συνηθίσει.
Είναι καλύτερο; Λοιπόν, ναι. Είναι καλύτερο.
Με τον συνδυασμό Ctrl+X πώς μπορείς να αποκόψεις κείμενό σου, χωρίς την χρήση του ποντικιού; Από την αρχή της λέξης, πατάς Ctrl+Shift+Right για να την επιλέξεις και μετά Ctrl+X για να γίνει η αποκοπή.
Η προσέγγιση του vi; Με dw διαγράφεις τη λέξη.
Και αν θέλουμε πέντε λέξεις; Από την αρχή, πατάμε Ctrl+Shift+Right
Ctrl+Shift+Right
Ctrl+Shift+Right
Ctrl+Shift+Right
Ctrl+Shift+Right
Ctrl+X
Και στον vi;
d5w
Η προσέγγιση του vi είναι περισσότερο βολική και ευέλικτη. Τα "Χ" και "V" δεν είναι τόσο προφανή και μνημονεύσιμα. Ενώ το dw από το Αγγλικό delete word (διαγραφή λέξης) και το p από το put it back (βάλ' το πίσω) είναι προφανή. Τα "X" και "V" όμως είναι αυτό που όλοι ξέρουμε και ενώ του vi είναι ανώτερο, δε μας είναι οικείο. Το εργονομικό θεωρείται ότι δεν είναι «φιλικό». Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και καθαρά από οικειότητα, ένα περιβάλλον Windows μας μοιάζει «φιλικό». Και όπως μάθαμε στο πρόβλημα #1, το Linux είναι απαραιτήτως διαφορετικό από τα Windows. Οπότε, αναπόφευκτα το Linux μας μοιάζει λιγότερο «φιλικό προς τον χρήστη» από ο,τι τα Windows.
Για να αποφύγετε το πρόβλημα #5α: Αυτό που πραγματικά πρέπει να κάνετε είναι να θυμηθείτε ότι το «Φιλικό προς τον χρήστη» δε σημαίνει «Αυτό που έχω συνηθίσει». Προσπαθήστε να κάνετε κάτι όπως έχετε συνηθίσει και αν δεν μπορέσετε, κάντε ο,τι θα έκανε ένας αρχάριος.
Πρόβλημα #5β: Ο Ανεπαρκής είναι φιλικός
Αυτό είναι ένα λυπηρό αλλά αναπόφευκτο γεγονός. Παραδόξως, όσο πιο δύσκολο είναι να έχεις πρόσβαση σε κάποια λειτουργία τόσο πιο «φιλική» μοιάζει να είναι.
Αυτό συμβαίνει επειδή η «φιλικότητα» έχει προστεθεί σε απλά οπτικά στοιχεία, όσο πιο πολλά τόσο το καλύτερο. Στο κάτω-κάτω, αν ένας αρχάριος τοποθετηθεί σε έναν υπολογιστή με επεξεργαστή κειμένου WYSIWYG και του ζητηθεί να κάνει πιο έντονο κάποιο τμήμα του κείμενου, τί είναι πιο πιθανό;
- Θα μαντέψει ότι γίνεται με το "Ctrl+B" που είναι συνήθως το στάνταρ
- Θα κοιτάξει για στοιχεία και θα προσπαθήσει να το κάνει από το μενού «Επεξεργασία». Χωρίς επιτυχία. Στη συνέχεια θα μπει στο μενού «Διαμόρφωση», όπου θα δει την επιλογή «Γραμματοσειρά» που δείχνει υποσχόμενο και να, η επιλογή «Έντονο». Επιτυχία.
Την επόμενη φορά που πρέπει να επεξεργαστείτε κάτι, δοκιμάστε να κάνετε κάθε εργασία από τα μενού, χωρίς τις συντομεύσεις των πλήκτρων και τα εικονίδια της μπάρας. Μόνο με τα μενού. Θα δείτε ότι πάτε «έρποντας», αφού κάθε εργασία απαιτεί μια πληθώρα από «κλικς» και πλήκτρα.
Το να φτιάξουμε ένα λογισμικό «φιλικό προς τον χρήστη» με αυτόν τον τρόπο είναι σαν να βάζουμε βοηθητικές ρόδες σε ένα ποδήλατο. Σας επιτρέπει να ξεκινήσετε αμέσως χωρίς να έχετε κάποιες ικανότητες και πείρα. Είναι τέλειο για κάποιον αρχάριο. Κανείς όμως δεν πιστεύει ότι όλα τα ποδήλατα πρέπει να έχουν βοηθητικές ρόδες. Αν σας έδιναν ένα τέτοιο ποδήλατο, στοιχηματίζω ότι θα τις αφαιρούσατε αμέσως για να μην έχετε περιττές επιβαρύνσεις. Με το που μάθετε πως να οδηγείτε ένα ποδήλατο, είναι περιττές.
Κατά τον ίδιο τρόπο, το λογισμικό στο Linux είναι σχεδιασμένο χωρίς βοηθητικές ρόδες. Είναι σχεδιασμένο για χρήστες που έχουν ήδη κάποιες ικανότητες. Στο κάτω-κάτω, κανείς δεν είναι αρχάριος για πάντα. Η άγνοια είναι βραχυπρόθεσμη, η γνώση παντοτινή. Έτσι, το λογισμικό είναι σχεδιασμένο για την πλειοψηφία.
Αυτό μπορεί να μοιάζει με δικαιολογία. Το MS Word έχει φιλικά μενού και κουμπιά στη μπάρα εργασίας και συντομεύσεις πληκτρολογίου... Το καλύτερο του κόσμου. Σοβαρά; Φιλικό και επαρκές.
Εν τούτοις, αυτό πρέπει να τεθεί και από άλλη πλευρά. Κυρίως η πρακτικότητα. Το να έχεις μπάρα εργασίας, μενού, συντομεύσεις κτλ. απαιτεί πολύ προγραμματισμό και οι προγραμματιστές του Linux δεν πληρώνονται για τον χρόνο που αφιερώνουν. Δεύτερον, δε λαμβάνει υπ' όψιν τους «δυνατούς» χρήστες. Πολύ λίγοι επαγγελματίες που ασχολούνται με κείμενα χρησιμοποιούν το MS Word. Έχετε γνωρίσει κάποιον που γράφει κώδικα να χρησιμοποιεί το MS Word; Σε σύγκριση με αυτούς που χρησιμοποιούν Emacs και vi.
Γιατί είναι έτσι; Πρώτον, κάποια «φιλική» συμπεριφορά δρα εις βάρος της αποτελεσματικότητας. Δείτε το παράδειγμα «Αντιγραφής» και «Επικόλλησης» παραπάνω. Δεύτερον, η περισσότερη λειτουργικότητα του Word βρίσκεται θαμμένη σε μενού που πρέπει να χρησιμοποιήσετε. Μόνο οι πιο κοινές εργασίες έχουν αυτά τα χρήσιμα μικρά κουμπάκια στη μπάρα εργασίας. Οι λιγότερο χρησιμοποιούμενες εργασίες είναι πολύ ζωτικής σημασίας για τους «σοβαρούς» χρήστες και θέλουν αρκετό χρόνο για να ενεργοποιηθούν.
Πρέπει να έχουμε υπ' όψιν ότι οι βοηθητικές ρόδες συχνά υπάρχουν σαν έξτρα επιλογή στο Linux. Μπορεί να μην είναι εμφανείς, αλλά συχνά είναι διαθέσιμες.
Δείτε τον Mplayer. Τον χρησιμοποιείτε για να δείτε κάποιο αρχείο video, πληκτρολογώντας στη γραμμή εντολών την εντολή mplayer όνομα-αρχείου. Πάτε το βίντεο μπρος ή πίσω με τα βελάκια και τα "PageUp", "PageDown". Αυτό δεν είναι εντελώς «φιλικό προς τον χρήστη». Εν τούτοις, αν είχατε πληκτρολογήσει gmplayer όνομα-αρχείου θα είχατε ένα ωραίο γραφικό περιβάλλον με όλα τα ωραία και γνωστά κουμπάκια.
Δείτε την εξαγωγή των mp3 από CDs. Χρησιμοποιώντας τη γραμμή εντολών, πρέπει να χρησιμοποιήσετε το cdparanoia για να εξάγετε το κομμάτι και μετά κάποιον κωδικοποιητή... Είναι ενοχλητικό ακόμη και αν ξέρετε πώς να χρησιμοποιήσετε τα διάφορα πακέτα. Έτσι, κατεβάστε και εγκαταστήστε κάτι σαν το Grip. Είναι ένα εύκολο στην χρήση γραφικό περιβάλλον που χρησιμοποιεί το cdparanoia και έναν κωδικοποιητή στο παρασκήνιο. Κάνει τη μετατροπή των CDs σε mp3 πολύ εύκολη. Έχει ακόμη και δυνατότητα να επικοινωνεί με CDDB για την αυτόματη ονομασία των κομματιών.
Το ίδιο ισχύει για την εξαγωγή video από τα DVDs. Ο αριθμός των επιλογών που πρέπει να δώσουμε στο transcode είναι εφιαλτικός. Αλλά αν χρησιμοποιήσουμε το dvd::rip που επικοινωνεί με το transcode, έχουμε ένα απλό γραφικό περιβάλλον που ο καθένας μπορεί να χειριστεί.
Για να αποφύγετε το πρόβλημα #5β: Θυμηθείτε ότι στο Linux πρέπει να βιδώσετε τις βοηθητικές ρόδες και ότι δεν παρέχονται αυτόματα με το προϊόν. Και μερικές φορές οι βοηθητικές ρόδες δε μπορεί να είναι κομμάτι του σχεδίου.
Πρόβλημα #6: Μίμηση εναντίον Σύγκλισης
Ένα επιχείρημα ατόμων που ανακάλυψαν ότι το Linux δεν είναι ο κλώνος των Windows που ήθελαν, είναι να επιμένουν ότι το Linux προσπαθεί (ή θα έπρεπε να προσπαθεί) να είναι έτσι από τη στιγμή που δημιουργήθηκε και ότι, άτομα που δεν το αναγνωρίζουν αυτό και βοηθούν το Linux να μοιάσει με τα Windows, έχουν λάθος. Έχουν πολλά επιχειρήματα γι' αυτό.
«Το Linux πέρασε από τη γραμμή εντολών σε γραφικό περιβάλλον. Μία ξεκάθαρη προσπάθεια αντιγραφής των Windows.»
Καλή θεωρία, αλλά εσφαλμένη. Το αρχικό σύστημα Χ με παράθυρα δόθηκε στο κοινό το 1984 σαν ο διάδοχος του συστήματος W που είχε εισαχθεί στο UNIX το 1983. Τα Windows 1.0 κυκλοφόρησαν το 1985. Τα Windows κατάφεραν να πάνε καλά με την έκδοση 3 που κυκλοφόρησε το 1990 ενώ ήδη για τέσσερα χρόνια το X windows είχε περάσει στο στάδιο Χ11 που χρησιμοποιείται και σήμερα. Έτσι το Linux δε δημιούργησε γραφικό περιβάλλον (GUI – Graphical User Interface) για να αντιγράψει τα Windows. Απλώς χρησιμοποίησε το GUI που υπήρχε πριν τα Windows.
«Τα Windows 3 έδειξαν τον δρόμο προς τα Windows 95, κάνοντας τεράστιες αλλαγές στο UI που δε βρέθηκε άλλο ισάξιο σαν της Microsoft. Είχε πολλά καινούρια και καινοτόμα χαρακτηριστικά: Τη λειτουργία «σύρσιμο και εναπόθεση» (drag and drop), τη μπάρα εργασίας (task bar) κτλ. Τα οποία τα αντιγράφει από τότε το Linux.»
Βασικά... Όχι, όλα τα παραπάνω υπήρχαν πριν τα χρησιμοποιήσει η Microsoft. Το NeXTstep ήταν σημαντικά προηγμένο (για την εποχή) GUI που ξεπέρασε χρονικά τα Windows 95. Με την πρώτη του έκδοση να κυκλοφορεί το 1989 και την τελική το 1995.
«Εντάξει, εντάξει...Η Microsoft μπορεί να μη σκέφτηκε μόνη της τα επιμέρους χαρακτηριστικά που θεωρούμε σαν στάνταρ εικόνα των Windows, αλλά δημιούργησε κάποια στάνταρ που το Linux από τότε προσπαθεί να μιμηθεί.»
Για να το αντικρούσουμε αυτό θα πρέπει να συζητήσουμε την έννοια της συγκλητικής εξέλιξης. Αυτό συμβαίνει όταν δύο διαφορετικά και ανεξάρτητα συστήματα εξελίσσονται και με το πέρασμα του χρόνου μοιάζουν αρκετά. Στη βιολογία συμβαίνει συνεχώς. Για παράδειγμα, τα δελφίνια και οι καρχαρίες. Είναι και τα δύο θαλάσσιοι οργανισμοί της ίδιας περίπου μάζας που τρέφονται με ψάρια. Και τα δύο έχουν ουραία πτερύγια, ραχιαίο πτερύγιο, πλευρικά πτερύγια και το ίδιο υδροδυναμικό σχήμα.
Εντούτοις, οι καρχαρίες εξελίχθηκαν από ψάρια ενώ τα δελφίνια από κάποια θηλαστικά τετράποδα ζώα της στεριάς. Ο λόγος που η γενική τους εμφάνιση μοιάζει αρκετά είναι επειδή εξελίχθηκαν όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται για να ζουν στη θάλασσα. Σε κανένα στάδιο τα προ-δελφίνια (που είναι σχετικά νέα) δεν είδαν τα πτερύγια του καρχαρία και είπαν «Πω, πω... Τι καλά που λειτουργούν... Θα προσπαθήσω να εξελιχθώ με τέτοιο τρόπο ώστε να βγάλω και εγώ ίδια πτερύγια».
Παρομοίως, είναι εντελώς αλήθεια να δεις τα πρώτα συστήματα Linux με FVWM και TWM και άλλα απλά GUI. Και μετά να δεις τα σύγχρονα συστήματα Linux με το Gnome και το KDE με τα μενού τους, τις μπάρες εργασίας και όλα τα καλούδια και να πεις ότι μοιάζουν πολύ περισσότερο με τα Windows από ο,τι κάποτε.
Αλλά πάλι, και τα Windows 3.0 το ίδιο: Δε θυμάμαι να είχαν μπάρα εργασίας... Και το μενού «Έναρξη»; Ποιο μενού «Έναρξη»...
Το Linux δεν είχε επιφάνεια όπως τα σύγχρονα Windows. Αλλά ούτε και η Microsoft. Τώρα έχουν και τα δύο. Τι μας λέει αυτό;
Μας λέει ότι οι προγραμματιστές και των δύο πλευρών έψαχναν τρόπους για να βελτιώσουν το GUI και επειδή υπάρχουν συγκεκριμένες λύσεις σε κάποια προβλήματα, πολύ συχνά χρησιμοποιούνται κοινές λύσεις. Η ομοιότητα δεν αποδεικνύει ούτε υπονοεί μίμηση. Έχοντας αυτό υπ' όψιν θα σας βοηθήσει να μην «κολλήσετε» στο πρόβλημα #6.
Πρόβλημα #7: Αυτό το πράγμα FOSS (Ελεύθερο Λογισμικό Ανοικτού κώδικα)
Ωχ, αυτό προκαλεί προβλήματα. Πραγματικά όχι. Το ελεύθερο λογισμικό ανοικτού κώδικα είναι ένα καταπληκτικό και τρομερά σημαντικό τμήμα του όλου εγχειρήματος. Η κατανόηση όμως του πόσο διαφορετικό είναι το λογισμικό FOSS από το ιδιόκτητο είναι πολύ μεγάλη υπόθεση για να γίνει κατανοητό από κάποιους.
Έχω ήδη αναφέρει μερικές περιπτώσεις: Αυτούς που νομίζουν ότι μπορούν να απαιτήσουν τεχνική υποστήριξη. Αλλά πάει πολύ πιο μακρυά από αυτό.
Η αποστολή της Microsoft με δήλωση της είναι «Ένας υπολογιστής για κάθε γραφείο». Με την ανήκουστη προϋπόθεση κάθε υπολογιστής να έχει Windows. Η Microsoft και η Apple πουλάνε και οι δύο λειτουργικά συστήματα. Και οι δύο βάζουν τα δυνατά τους ώστε το προϊόν τους να χρησιμοποιείται όσο το δυνατόν από περισσότερους. Είναι επιχειρήσεις, δουλειά τους είναι να βγάζουν χρήματα.
Και, υπάρχει και το FOSS. Που ακόμη και σήμερα είναι σχεδόν εντελώς μη εμπορικό.
Πριν μου στείλετε email για τις Red hat, Suse Linspire κτλ. Ξέρω, πουλάνε Linux. Ξέρω ότι θα λάτρευαν να «υιοθετηθεί» το Linux παγκοσμίως και ειδικά η δική τους «γεύση». Μην μπερδεύετε όμως τους προμηθευτές με τους κατασκευαστές. Ο kernel του Linux δε δημιουργήθηκε από κάποια εταιρία ούτε συντηρείται από κάποιους που έχουν κέρδος από αυτό. Τα εργαλεία του GNU δε δημιουργήθηκαν από κάποια εταιρία ούτε αυτοί που τα συντηρούν έχουν κάποιο κέρδος από αυτό. Το σύστημα παραθύρων Χ11 που σήμερα είναι γνωστό ως Xorg. Το τμήμα .org μιλάει από μόνο του... Ίσως για το KDE να βρείτε κάποιο στήριγμα ότι είναι εμπορικό, αφού έχει σαν βάση του το Qt. Αλλά το Gnome, το Fluxbox, το Enlightenment κτλ είναι μη κερδοσκοπικά. Υπάρχουν άτομα που θέλουν να πουλήσουν Linux, αλλά αποτελούν μειοψηφία.
Αυξάνοντας τον αριθμό των χρηστών που χρησιμοποιούν εμπορικό λογισμικό οδηγεί άμεσα σε αύξηση κέρδους της εταιρίας που το έφτιαξε. Για το FOSS δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Δεν υπάρχει άμεσο κέρδος για τους κατασκευαστές του FOSS με την αύξηση των χρηστών που το χρησιμοποιούν. Έμμεσα οφέλη, ναι. Υπερηφάνεια, αυξημένες πιθανότητες για την εύρεση σφαλμάτων, προσέλκυση και άλλων ατόμων και ίσως κάποια καλή προσφορά για δουλειά κτλ.
Ο Linus Torvalds δεν κερδίζει χρήματα από την αύξηση της χρήσης του Linux. Ο Richard Stallman δεν κερδίζει χρήματα από την αύξηση χρήσης του GNU. Όλοι αυτοί οι servers που τρέχουν OpenBSD ή OpenSSH δεν βάζουν ούτε ένα ευρώ στην τσέπη του προγράμματος OpenBSD. Έτσι καταλήγουμε στο μεγαλύτερο πρόβλημα όλων, όσον αφορά τους νέους χρήστες Linux.
Ανακαλύπτουν ότι δεν είναι επιθυμητοί.
Οι νέοι χρήστες έρχονται στο Linux έχοντας «ξοδέψει» μία ζωή με ένα λειτουργικό σύστημα στο οποίο οι ανάγκες του χρήστη είναι κυρίαρχες, η «φιλικότητα προς τον χρήστη» και η «εστίαση στον πελάτη» είναι Άγια Δισκοπότηρα. Ξαφνικά βρίσκονται μπροστά σε ένα λειτουργικό σύστημα που ακόμα βασίζεται στα αρχεία "man", στη γραμμή εντολών, στην παραμετροποίηση αρχείων με το χέρι και στη Google. Και όταν παραπονιούνται ότι δεν παίρνουν ο,τι καλύτερο ή αυτό που του υποσχέθηκαν, τους δείχνουν την πόρτα της εξόδου.
Φυσικά αυτό πρόκειται για υπερβολή. Αλλά έτσι το εξέλαβαν άτομα που προσπάθησαν, αλλά δε μπόρεσαν να κάνουν την αλλαγή σε Linux.
Κατά έναν παράξενο τρόπο, το FOSS είναι μία εγωιστική μέθοδος ανάπτυξης. Οι άνθρωποι δουλεύουν μόνο σε αυτό που θέλουν και μόνο όταν το θέλουν. Οι περισσότεροι δε βλέπουν το λόγο που πρέπει να κάνουν το Linux πιο ελκυστικό στον άπειρο τελικό χρήστη. Ήδη κάνει αυτό που αυτοί θέλουν. Γιατί να νοιαστούν αν δεν κάνει για τους υπόλοιπους;
Το FOSS έχει πολλούς παράλληλους με το Internet. Δεν πληρώνεις τον συγγραφέα μιας σελίδας/προγράμματος για την διαβάσεις/εγκατάσταση. Οι (το) πανταχού παρών ευρυζωνικές συνδέσεις/φιλικό προς τον χρήστη περιβάλλον δεν παρουσιάζουν ενδιαφέρον για κάποιον που έχει ευρυζωνική σύνδεση/ξέρει πώς να χρησιμοποιεί το λογισμικό.Οι Bloggers/προγραμματιστές δεν χρειάζονται να έχουν πολλούς αναγνώστες/χρήστες για να δικαιολογήσουν το blogging/προγραμματισμό. Υπάρχουν πολλά άτομα που βγάζουν λεφτά από αυτό αλλά όχι με την έννοια του «Είναι δικό μου, πρέπει να πληρώσεις για να σου δώσω» που οι περισσότερες εταιρείες χρησιμοποιούν. Χρησιμοποιούν τεχνική υποστήριξη/ηλεκτρονική διαφήμιση.
Το Linux δεν ενδιαφέρεται για το μερίδιο της αγοράς. Το Linux δεν έχει πελάτες. Το Linux δεν έχει μετόχους ή κάποια ευθύνη. Το Linux δε δημιουργήθηκε για να κερδίσει χρήματα. Το Linux δεν έχει σαν στόχο να γίνει το πιο δημοφιλές και εξαπλωμένο λειτουργικό σύστημα στον πλανήτη.
Το μόνο που θέλει η κοινότητα του Linux είναι να δημιουργήσει ένα πραγματικά καλό και με πληθώρα χαρακτηριστικών δωρεάν λειτουργικό σύστημα. Αν αυτό οδηγήσει στο να γίνει το Linux εξαιρετικά δημοφιλές λειτουργικό σύστημα, θα είναι υπέροχο. Αν αυτό οδηγήσει στο να αποκτήσει το Linux το πιο εξελιγμένο και φιλικό προς τον χρήστη περιβάλλον, θα είναι υπέροχο. Αν αυτό οδηγήσει στο να γίνει το Linux μία βιομηχανία πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, είναι υπέροχο.
Είναι υπέροχο αλλά δεν είναι αυτό το νόημα. Το νόημα είναι να γίνει το Linux το καλύτερο λειτουργικό σύστημα που μπορεί η κοινότητά του να φτιάξει. Όχι για κάποιον. Για τον εαυτό του. Οι κοινότυπες απειλές του τύπου «το Linux δε θα κυριαρχήσει στους προσωπικούς υπολογιστές αν δεν κάνει το ένα ή το άλλο» είναι απλώς άσχετες. Η κοινότητά του δεν προσπαθεί να κυριαρχήσει. Δεν τους ενδιαφέρει αν θα γίνει αρκετά καλό ώστε να φτάσει στον υπολογιστή σας. Τους ενδιαφέρει μόνο να είναι αρκετά καλό για τον υπολογιστή τους. Αυτοί που μισούν τη Microsoft, οι ζηλωτές του προ-Linux και αυτοί που βγάζουν χρήματα από το FOSS μπορεί να δίνουν δυναμικά παρόν, αλλά αποτελούν τη μειοψηφία.
Αυτό θέλει η κοινότητα του Linux. Ένα λειτουργικό σύστημα που μπορεί να το εγκαταστήσει όποιος πραγματικά θέλει. Οπότε, αν σκέφτεστε να κάνετε αλλαγή σε Linux, ρωτήστε τον εαυτό σας: Τι πραγματικά θέλω;
Αν δε θέλετε ένα λειτουργικό σύστημα που σας μεταφέρει παντού σαν σοφέρ, αλλά σας δίνει τα κλειδιά, σας βάζει στην θέση του οδηγού και περιμένει από εσάς ότι ξέρετε τί να κάνετε: Βάλτε Linux! Θα πρέπει να αφιερώσετε κάποιο χρόνο για να μάθετε να το χρησιμοποιείτε, αλλά θα έχετε ένα λειτουργικό σύστημα που θα μπορείτε να το κάνετε να «χορεύει».
Αν θέλετε απλώς Windows χωρίς κακόβουλο λογισμικό και κενά ασφαλείας, διαβάστε έναν καλό οδηγό ασφάλειας, εγκαταστήστε ένα καλό firewall, ένα καλό antivirus, αντικαταστήστε τον Internet Explorer με ένα πιο ασφαλή browser και να είστε ενήμεροι για τις ενημερώσεις ασφαλείας. Υπάρχουν άτομα (συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού μου) που έχουν χρησιμοποιήσει Windows από την έκδοση 3.1 μέχρι τα XP χωρίς να έχουν μολυνθεί από κάποιον ιό ή κάποιο κακόβουλο λογισμικό. Μπορείτε να το κάνετε! Μη βάλετε Linux! Θα αποτύχει οικτρά να γίνει αυτό που θέλετε.
Αν πραγματικά χρειάζεστε ένα αξιόπιστο λειτουργικό σύστημα με βάση το Unix, αλλά με μια συμπεριφορά επικεντρωμένη στον πελάτη και με κάποιο διάσημο UI, αγοράστε ένα Mac της Apple. Μη βάλετε Linux. Δε θα κάνει αυτό που θέλετε να κάνει.
Δεν πρόκειται απλώς «Γιατί να θέλω το Linux;». Πρόκειται και για το «Γιατί το Linux να θέλει εμένα;».