Αναζήτηση στην κοινότητα
Εμφάνιση αποτελεσμάτων για τις ετικέτες 'Fintech'.
6 αποτελέσματα
-
Η ψηφιακή χρηματοοικονομική εταιρεία Revolut βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής μετά από αποκαλύψεις σχετικά με τον αυξημένο αριθμό καταγγελιών για απάτη. Σύμφωνα με στοιχεία που αποκάλυψε το BBC Panorama, το Action Fraud, το εθνικό κέντρο αναφοράς απάτης και εγκλημάτων στον κυβερνοχώρο του Ηνωμένου Βασιλείου, κατέγραψε σχεδόν 10.000 αναφορές απάτης που σχετίζονται με τη Revolut κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος. Ο αριθμός αυτός ξεπερνά κατά 2.000 τις αντίστοιχες αναφορές για την Barclays, μία από τις μεγαλύτερες παραδοσιακές τράπεζες της χώρας, και είναι διπλάσιος από αυτόν της Monzo, ενός ανταγωνιστή παρόμοιου μεγέθους. Η Revolut, η οποία ιδρύθηκε το 2015, έχει γνωρίσει ραγδαία ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, προσφέροντας τις υπηρεσίες της αποκλειστικά μέσω διαδικτύου και εφαρμογών για smartphones. Με πάνω από 45 εκατομμύρια πελάτες παγκοσμίως, εκ των οποίων 9 εκατομμύρια στο Ηνωμένο Βασίλειο και 1 εκατομμύριο στην Ελλάδα (στοιχεία Μαρτίου 2024), η εταιρεία σχεδόν τριπλασίασε τα έσοδά της το 2023, φτάνοντας τα 1,8 δισεκατομμύρια λίρες. Η ταχεία επέκταση της πελατειακής της βάσης οφείλεται εν μέρει στην ευκολία ανοίγματος λογαριασμών και στις ανταγωνιστικές συναλλαγματικές ισοτιμίες που προσφέρει μέσω μιας εύχρηστης εφαρμογής. Ωστόσο, η εντυπωσιακή ανάπτυξη της Revolut φαίνεται να συνοδεύεται από αυξημένο κίνδυνο απάτης. Σύμφωνα με στοιχεία της Ρυθμιστικής Αρχής Συστημάτων Πληρωμών, για κάθε εκατομμύριο λίρες που κατατίθενται σε λογαριασμούς Revolut, 756 λίρες προέρχονται από απάτες εξουσιοδοτημένων μεταφορών (APP fraud). Το ποσό αυτό είναι δεκαπλάσιο από το αντίστοιχο της Barclays και τετραπλάσιο από της Monzo. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που αναδεικνύει τις προκλήσεις ασφαλείας που αντιμετωπίζει η Revolut είναι η περίπτωση ενός επιχειρηματία που έχασε 165.000 λίρες από τον επαγγελματικό του λογαριασμό. Ο άνδρας, που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, ισχυρίζεται ότι οι απατεώνες κατάφεραν να παρακάμψουν τη διαδικασία επαλήθευσης ταυτότητας της εταιρείας. Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειές του, η Revolut, μέχρι στιγμής, έχει αρνηθεί να επιστρέψει τα χρήματα. Η εταιρεία υποστηρίζει ότι αντιμετωπίζει την απάτη με μεγάλη σοβαρότητα και ότι διαθέτει "ισχυρούς ελέγχους" για την τήρηση των νομικών και κανονιστικών υποχρεώσεών της. Ωστόσο, η έρευνα του BBC Panorama αποκάλυψε ανησυχητικά στοιχεία σχετικά με την εσωτερική κουλτούρα της εταιρείας. Πρώην υπάλληλοι της Revolut ανέφεραν ότι η προστασία από οικονομικά εγκλήματα συχνά έπαιζε δευτερεύοντα ρόλο σε σχέση με την επιθυμία για ανάπτυξη και λανσάρισμα νέων προϊόντων. Η Revolut βρίσκεται στη διαδικασία απόκτησης πλήρους τραπεζικής άδειας στο Ηνωμένο Βασίλειο, γεγονός που θα της επιτρέψει να επεκτείνει σημαντικά τις υπηρεσίες της. Τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους, η βρετανική ρυθμιστική αρχή χορήγησε στην εταιρεία προσωρινή τραπεζική άδεια. Με την πλήρη άδεια, η Revolut θα μπορεί να προσφέρει υπηρεσίες όπως πιστωτικές κάρτες, υπεραναλήψεις και στεγαστικά δάνεια. Επιπλέον, οι καταθέσεις των πελατών θα προστατεύονται έως και 85.000 λίρες ανά άτομο σε περίπτωση πτώχευσης της εταιρείας. Ωστόσο, η πορεία προς την πλήρη τραπεζική αδειοδότηση δεν έρχεται χωρίς προκλήσεις. Η Frances Coppola, δημοσιογράφος και ειδικός σε θέματα τραπεζικών κινδύνων και κανονισμών, εκφράζει προβληματισμούς σχετικά με την απόφαση χορήγησης τραπεζικής άδειας στη Revolut, δεδομένου του μεγάλου αριθμού καταγγελιών εναντίον της εταιρείας. Υποστηρίζει ότι ενδέχεται να υπάρχει και πολιτική διάσταση στην αδειοδότηση, καθώς η Revolut έχει φτάσει σε μέγεθος που μπορεί να ανταγωνιστεί τις παραδοσιακές τράπεζες. Η Revolut, από την πλευρά της, δηλώνει ότι τηρεί τα ίδια ρυθμιστικά πρότυπα με οποιαδήποτε παραδοσιακή τράπεζα και εκφράζει τη λύπη της για περιπτώσεις όπου οι πελάτες της έχουν πέσει θύματα εγκληματιών. Η εταιρεία ισχυρίζεται ότι μείωσε τις απάτες κατά 20% το προηγούμενο έτος, αλλά αναγνωρίζει ότι "υπάρχει πάντα περιθώριο βελτίωσης". Σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις ασφαλείας, η Revolut έχει πρόσφατα ανακοινώσει την εισαγωγή νέων χαρακτηριστικών ασφαλείας. Αυτά περιλαμβάνουν μια νέα λειτουργία βιομετρικής ταυτοποίησης και ένα προηγμένο σύστημα ανίχνευσης απάτης με τεχνητή νοημοσύνη, που στοχεύει στην προστασία των πελατών από απάτες με κάρτες. Παρά τις προκλήσεις, η Revolut συνεχίζει να αναπτύσσεται και να προσελκύει νέους πελάτες. Η εταιρεία έχει επενδύσει σημαντικά στην ομάδα πρόληψης οικονομικού εγκλήματος, η οποία πλέον αποτελεί περισσότερο από το ένα τρίτο του συνολικού παγκόσμιου εργατικού δυναμικού της. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, η Υπηρεσία Χρηματοοικονομικού Διαμεσολαβητή (Financial Ombudsman Service) έλαβε περίπου 3.500 καταγγελίες σχετικά με τη Revolut το 2023, περισσότερες από οποιαδήποτε άλλη τράπεζα ή εταιρεία ηλεκτρονικού χρήματος. Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
-
Σύμφωνα με στοιχεία που αποκάλυψε το BBC Panorama, το Action Fraud, το εθνικό κέντρο αναφοράς απάτης και εγκλημάτων στον κυβερνοχώρο του Ηνωμένου Βασιλείου, κατέγραψε σχεδόν 10.000 αναφορές απάτης που σχετίζονται με τη Revolut κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος. Ο αριθμός αυτός ξεπερνά κατά 2.000 τις αντίστοιχες αναφορές για την Barclays, μία από τις μεγαλύτερες παραδοσιακές τράπεζες της χώρας, και είναι διπλάσιος από αυτόν της Monzo, ενός ανταγωνιστή παρόμοιου μεγέθους. Η Revolut, η οποία ιδρύθηκε το 2015, έχει γνωρίσει ραγδαία ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, προσφέροντας τις υπηρεσίες της αποκλειστικά μέσω διαδικτύου και εφαρμογών για smartphones. Με πάνω από 45 εκατομμύρια πελάτες παγκοσμίως, εκ των οποίων 9 εκατομμύρια στο Ηνωμένο Βασίλειο και 1 εκατομμύριο στην Ελλάδα (στοιχεία Μαρτίου 2024), η εταιρεία σχεδόν τριπλασίασε τα έσοδά της το 2023, φτάνοντας τα 1,8 δισεκατομμύρια λίρες. Η ταχεία επέκταση της πελατειακής της βάσης οφείλεται εν μέρει στην ευκολία ανοίγματος λογαριασμών και στις ανταγωνιστικές συναλλαγματικές ισοτιμίες που προσφέρει μέσω μιας εύχρηστης εφαρμογής. Ωστόσο, η εντυπωσιακή ανάπτυξη της Revolut φαίνεται να συνοδεύεται από αυξημένο κίνδυνο απάτης. Σύμφωνα με στοιχεία της Ρυθμιστικής Αρχής Συστημάτων Πληρωμών, για κάθε εκατομμύριο λίρες που κατατίθενται σε λογαριασμούς Revolut, 756 λίρες προέρχονται από απάτες εξουσιοδοτημένων μεταφορών (APP fraud). Το ποσό αυτό είναι δεκαπλάσιο από το αντίστοιχο της Barclays και τετραπλάσιο από της Monzo. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που αναδεικνύει τις προκλήσεις ασφαλείας που αντιμετωπίζει η Revolut είναι η περίπτωση ενός επιχειρηματία που έχασε 165.000 λίρες από τον επαγγελματικό του λογαριασμό. Ο άνδρας, που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, ισχυρίζεται ότι οι απατεώνες κατάφεραν να παρακάμψουν τη διαδικασία επαλήθευσης ταυτότητας της εταιρείας. Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειές του, η Revolut, μέχρι στιγμής, έχει αρνηθεί να επιστρέψει τα χρήματα. Η εταιρεία υποστηρίζει ότι αντιμετωπίζει την απάτη με μεγάλη σοβαρότητα και ότι διαθέτει "ισχυρούς ελέγχους" για την τήρηση των νομικών και κανονιστικών υποχρεώσεών της. Ωστόσο, η έρευνα του BBC Panorama αποκάλυψε ανησυχητικά στοιχεία σχετικά με την εσωτερική κουλτούρα της εταιρείας. Πρώην υπάλληλοι της Revolut ανέφεραν ότι η προστασία από οικονομικά εγκλήματα συχνά έπαιζε δευτερεύοντα ρόλο σε σχέση με την επιθυμία για ανάπτυξη και λανσάρισμα νέων προϊόντων. Η Revolut βρίσκεται στη διαδικασία απόκτησης πλήρους τραπεζικής άδειας στο Ηνωμένο Βασίλειο, γεγονός που θα της επιτρέψει να επεκτείνει σημαντικά τις υπηρεσίες της. Τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους, η βρετανική ρυθμιστική αρχή χορήγησε στην εταιρεία προσωρινή τραπεζική άδεια. Με την πλήρη άδεια, η Revolut θα μπορεί να προσφέρει υπηρεσίες όπως πιστωτικές κάρτες, υπεραναλήψεις και στεγαστικά δάνεια. Επιπλέον, οι καταθέσεις των πελατών θα προστατεύονται έως και 85.000 λίρες ανά άτομο σε περίπτωση πτώχευσης της εταιρείας. Ωστόσο, η πορεία προς την πλήρη τραπεζική αδειοδότηση δεν έρχεται χωρίς προκλήσεις. Η Frances Coppola, δημοσιογράφος και ειδικός σε θέματα τραπεζικών κινδύνων και κανονισμών, εκφράζει προβληματισμούς σχετικά με την απόφαση χορήγησης τραπεζικής άδειας στη Revolut, δεδομένου του μεγάλου αριθμού καταγγελιών εναντίον της εταιρείας. Υποστηρίζει ότι ενδέχεται να υπάρχει και πολιτική διάσταση στην αδειοδότηση, καθώς η Revolut έχει φτάσει σε μέγεθος που μπορεί να ανταγωνιστεί τις παραδοσιακές τράπεζες. Η Revolut, από την πλευρά της, δηλώνει ότι τηρεί τα ίδια ρυθμιστικά πρότυπα με οποιαδήποτε παραδοσιακή τράπεζα και εκφράζει τη λύπη της για περιπτώσεις όπου οι πελάτες της έχουν πέσει θύματα εγκληματιών. Η εταιρεία ισχυρίζεται ότι μείωσε τις απάτες κατά 20% το προηγούμενο έτος, αλλά αναγνωρίζει ότι "υπάρχει πάντα περιθώριο βελτίωσης". Σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις ασφαλείας, η Revolut έχει πρόσφατα ανακοινώσει την εισαγωγή νέων χαρακτηριστικών ασφαλείας. Αυτά περιλαμβάνουν μια νέα λειτουργία βιομετρικής ταυτοποίησης και ένα προηγμένο σύστημα ανίχνευσης απάτης με τεχνητή νοημοσύνη, που στοχεύει στην προστασία των πελατών από απάτες με κάρτες. Παρά τις προκλήσεις, η Revolut συνεχίζει να αναπτύσσεται και να προσελκύει νέους πελάτες. Η εταιρεία έχει επενδύσει σημαντικά στην ομάδα πρόληψης οικονομικού εγκλήματος, η οποία πλέον αποτελεί περισσότερο από το ένα τρίτο του συνολικού παγκόσμιου εργατικού δυναμικού της. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, η Υπηρεσία Χρηματοοικονομικού Διαμεσολαβητή (Financial Ombudsman Service) έλαβε περίπου 3.500 καταγγελίες σχετικά με τη Revolut το 2023, περισσότερες από οποιαδήποτε άλλη τράπεζα ή εταιρεία ηλεκτρονικού χρήματος.
-
H αρχή θα γίνει με το USDC stablecoin, καθώς η Stripe συνεχίζει την επιστροφή της στην αγορά των κρυπτονομισμάτων. Η εταιρία ανακοίνωσε ότι θα επιτρέπει στους πελάτες της να δέχονται πληρωμές σε κρυπτονομίσματα, κάνοντας την αρχή με ένα συγκεκριμένο, το USDC stablecoin, αρχικά μόνο σε Solana, Ethereum και Polygon. Αυτή θα είναι η πρώτη φορά μετά το 2018 που η Stripe θα επιτρέψει τις πληρωμές σε κρυπτονομίσματα, καθώς τότε είχε τερματίσει τη δυνατότητα αυτή για το Bitcoin, εκτιμώντας ότι ήταν υπερβολικά ασταθές. Το Stripe επιχείρησε το 2022 την πρώτη επάνοδο στην αγορά κρυπτονομισμάτων, όταν ανακοίνωσε εξοφλήσεις (αλλά όχι πληρωμές) σε USDC, με το τότε Twitter να είναι ο πελάτης-βιτρίνα της υπηρεσίας. Η πρόσφατη ανακοίνωση δεν συνδέεται με συγκεκριμένο πελάτη. Ο συνιδρυτής και πρόεδρος της εταιρίας, Τζον Κόλισον, πρόκειται να αναφερθεί αναλυτικά στην εξέλιξη αυτή στο συνέδριο Connect που διοργανώνει η Stripe και πρόκειται να πραγματοποιηθεί το αμέσως επόμενο διάστημα στο Σαν Φρανσίσκο. Την Τετάρτη η εταιρία ενημέρωσε για μια σειρά νέων δυνατοτήτων, σημαντικότερη εκ των οποίων είναι το ότι η Stripe, για πρώτη φορά, θα επιτρέπει στους πελάτες να ενσωματώνουν ανταγωνιστικούς παρόχους πληρωμών με τα υπόλοιπα χρηματοπιστωτικά εργαλεία της εταιρίας. Η ανακοίνωση για την επικείμενη υποστήριξη πληρωμών σε κρυπτονομίσματα εντάσσεται επίσης στο ευρύτερο πλαίσιο του ανοίγματος των κλειστών υπηρεσιών της Stripe. Μια σύντομη περιγραφή της σχέσης της Stripe με τα κρυπτονομίσματα μαρτυρά τη δυσκολία της εταιρίας να βρει μια ισορροπία απέναντί τους στην πορεία του χρόνου. Πιστή στις καταβολές της, ως fintech, η Stripe έχει προσπαθήσει να παραμείνει στο επίκεντρο της συζήτησης σχετικά με το πώς οι τεχνολογίες blockchain θα επηρεάσουν τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Όμως, διατρέχει τον κίνδυνο να θέσει εμπόδια στην ευρύτερη επιχειρηματική της δραστηριότητα και την πρόθεση να καταλάβει θέση σταθερού και φρόνιμου χρηματοπιστωτικού παράγοντα, αν αφεθεί να εμπλακεί υπερβολικά πολύ ή για υπερβολικά μεγάλο διάστημα σε περιόδους αστάθειας. Η εταιρία διαχειρίστηκε 1 τρισεκατομμύριο δολάρια σε συναλλαγές το περασμένο έτος και συνεχίζει να διαγράφει ανοδική τροχιά: τη δεδομένη στιγμή, στα χαρτιά, η αξία της αποτιμάται στα 65 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 2014, η Stripe παρουσίασε τις πρώτες προσπάθειές της στην αγορά των κρυπτονομισμάτων, με δοκιμές πάνω στο Bitcoin, το πρώτο μεγάλο κρυπτονόμισμα. Μόλις τέσσερα χρόνια αργότερα, όμως, διέκοψε κάθε τέτοια δραστηριότητα, χαρακτηρίζοντας το συγκεκριμένο κρυπτονόμισμα υπερβολικά ευμετάβλητο και ασταθές. Τον Ιούνιο του 2019, όμως, το Facebook έδειξε ζωηρό ενδιαφέρον να εισέλθει στην αγορά των κρυπτονομισμάτων. Η Stripe κατέστη ένα από τα ιδρυτικά μέλη του Libra. Όχι για πολύ, όμως: μόλις τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, η Stripe, όπως και άλλες εταιρίες, απέσυρε τη στήριξή της στο εγχείρημα του Facebook. Χρειάστηκε να μεσολαβήσουν άλλα τρία χρόνια προκειμένου να αποφασίσει η εταιρία να δοκιμάσει την ενσωμάτωση κρυπτονομισμάτων στις υπηρεσίες της, αυτή τη φορά στρεφόμενη στο Twitter και τις πληρωμές σε USDC μέσω αυτού. Δεδομένης αυτής της διαδρομής στην πορεία των χρόνων, αβέβαιο παραμένει το κατά πόσο η Stripe θα επιμείνει στη νέα της προσπάθεια και τι διάρκεια θα έχουν αυτές. Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, πάντων, η εταιρία αξιολογήσει ήδη την πορεία άλλων κρυπτονομισμάτων και πλατφορμών, καθώς διακρίνει ευκαιρίες δραστηριοποίησης στην αγορά, τουλάχιστον επί του παρόντος. Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
-
Η εταιρία ανακοίνωσε ότι θα επιτρέπει στους πελάτες της να δέχονται πληρωμές σε κρυπτονομίσματα, κάνοντας την αρχή με ένα συγκεκριμένο, το USDC stablecoin, αρχικά μόνο σε Solana, Ethereum και Polygon. Αυτή θα είναι η πρώτη φορά μετά το 2018 που η Stripe θα επιτρέψει τις πληρωμές σε κρυπτονομίσματα, καθώς τότε είχε τερματίσει τη δυνατότητα αυτή για το Bitcoin, εκτιμώντας ότι ήταν υπερβολικά ασταθές. Το Stripe επιχείρησε το 2022 την πρώτη επάνοδο στην αγορά κρυπτονομισμάτων, όταν ανακοίνωσε εξοφλήσεις (αλλά όχι πληρωμές) σε USDC, με το τότε Twitter να είναι ο πελάτης-βιτρίνα της υπηρεσίας. Η πρόσφατη ανακοίνωση δεν συνδέεται με συγκεκριμένο πελάτη. Ο συνιδρυτής και πρόεδρος της εταιρίας, Τζον Κόλισον, πρόκειται να αναφερθεί αναλυτικά στην εξέλιξη αυτή στο συνέδριο Connect που διοργανώνει η Stripe και πρόκειται να πραγματοποιηθεί το αμέσως επόμενο διάστημα στο Σαν Φρανσίσκο. Την Τετάρτη η εταιρία ενημέρωσε για μια σειρά νέων δυνατοτήτων, σημαντικότερη εκ των οποίων είναι το ότι η Stripe, για πρώτη φορά, θα επιτρέπει στους πελάτες να ενσωματώνουν ανταγωνιστικούς παρόχους πληρωμών με τα υπόλοιπα χρηματοπιστωτικά εργαλεία της εταιρίας. Η ανακοίνωση για την επικείμενη υποστήριξη πληρωμών σε κρυπτονομίσματα εντάσσεται επίσης στο ευρύτερο πλαίσιο του ανοίγματος των κλειστών υπηρεσιών της Stripe. Μια σύντομη περιγραφή της σχέσης της Stripe με τα κρυπτονομίσματα μαρτυρά τη δυσκολία της εταιρίας να βρει μια ισορροπία απέναντί τους στην πορεία του χρόνου. Πιστή στις καταβολές της, ως fintech, η Stripe έχει προσπαθήσει να παραμείνει στο επίκεντρο της συζήτησης σχετικά με το πώς οι τεχνολογίες blockchain θα επηρεάσουν τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Όμως, διατρέχει τον κίνδυνο να θέσει εμπόδια στην ευρύτερη επιχειρηματική της δραστηριότητα και την πρόθεση να καταλάβει θέση σταθερού και φρόνιμου χρηματοπιστωτικού παράγοντα, αν αφεθεί να εμπλακεί υπερβολικά πολύ ή για υπερβολικά μεγάλο διάστημα σε περιόδους αστάθειας. Η εταιρία διαχειρίστηκε 1 τρισεκατομμύριο δολάρια σε συναλλαγές το περασμένο έτος και συνεχίζει να διαγράφει ανοδική τροχιά: τη δεδομένη στιγμή, στα χαρτιά, η αξία της αποτιμάται στα 65 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 2014, η Stripe παρουσίασε τις πρώτες προσπάθειές της στην αγορά των κρυπτονομισμάτων, με δοκιμές πάνω στο Bitcoin, το πρώτο μεγάλο κρυπτονόμισμα. Μόλις τέσσερα χρόνια αργότερα, όμως, διέκοψε κάθε τέτοια δραστηριότητα, χαρακτηρίζοντας το συγκεκριμένο κρυπτονόμισμα υπερβολικά ευμετάβλητο και ασταθές. Τον Ιούνιο του 2019, όμως, το Facebook έδειξε ζωηρό ενδιαφέρον να εισέλθει στην αγορά των κρυπτονομισμάτων. Η Stripe κατέστη ένα από τα ιδρυτικά μέλη του Libra. Όχι για πολύ, όμως: μόλις τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, η Stripe, όπως και άλλες εταιρίες, απέσυρε τη στήριξή της στο εγχείρημα του Facebook. Χρειάστηκε να μεσολαβήσουν άλλα τρία χρόνια προκειμένου να αποφασίσει η εταιρία να δοκιμάσει την ενσωμάτωση κρυπτονομισμάτων στις υπηρεσίες της, αυτή τη φορά στρεφόμενη στο Twitter και τις πληρωμές σε USDC μέσω αυτού. Δεδομένης αυτής της διαδρομής στην πορεία των χρόνων, αβέβαιο παραμένει το κατά πόσο η Stripe θα επιμείνει στη νέα της προσπάθεια και τι διάρκεια θα έχουν αυτές. Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, πάντων, η εταιρία αξιολογήσει ήδη την πορεία άλλων κρυπτονομισμάτων και πλατφορμών, καθώς διακρίνει ευκαιρίες δραστηριοποίησης στην αγορά, τουλάχιστον επί του παρόντος.
-
Σε κάθειρξη 25 ετών καταδικάστηκε ο Σαμ Μπάνκμαν-Φριντ
Snoob δημοσίευσε ένα άρθρο στο Cryptocurrency
Βαρύς ήταν τελικά ο πέλεκυς της δικαιοσύνης για το Σαμ Μπάνκμαν-Φριντ, συνιδρυτή της FTX, ο οποίος πρόσφατα είχε κριθεί ένοχος για απάτη και προσπάθεια συγκάλυψης αυτής, κατηγορίες οι οποίες προέκυψαν από την κατάρρευση του ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων που είχε δημιουργήσει. Ο δικαστής του επέβαλε ποινή κάθειρξης 240 μηνών για τις τέσσερις από τις κατηγορίες για τις οποίες κρίθηκε ένοχος, και επιπλέον ποινή φυλάκισης 60 μηνών για δύο άλλες κατηγορίες, αποδεχόμενος παράλληλα το αίτημα των εισαγγελικών αρχών να κατασχεθούν περιουσιακά στοιχεία του Μπάνκμαν-Φριντ ύψους 11 δισεκατομμυρίων δολαρίων, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων ακινήτων. Η ποινή που επέβαλε ο δικαστής Λιούις Κάπλαν ήταν μικρότερη των 40 έως 50 ετών που είχε ζητήσει η εισαγγελία και πολύ μικρότερη της μέγιστης προβλεπόμενης κάθειρξης των 110 ετών. Ανακεφαλαιώνοντας τα δεδομένα της υπόθεσης, ο δικαστής ανέφερε ότι ο Μπάνκμαν-Φριντ γνώριζε ότι η FTX ήταν σοβαρά εκτεθειμένη και ότι τα κεφάλαια των πελατών του δεν ήταν δικά του για να τα διαχειρίζεται κατά το δοκούν, ενώ παράλληλα γνώριζε άριστα ότι αυτό που έκανε ήταν λάθος. Πριν την ανακοίνωση της ποινής, ο Κάπλαν χαρακτήρισε εικασίες τους ισχυρισμούς της υπεράσπισης ότι οι πελάτες της εταιρίας θα αποζημιώνονταν, κρίνοντας ότι όσοι επέλεξαν την FTX έχασαν 8 δισεκατομμύρια δολάρια συνολικά και ότι ο Μπάνκμαν-Φριντ επιχείρησε να επηρεάσει τους μάρτυρες, ψευδόρκησε και δεν ήταν ειλικρινής όταν κατέθετε στο δικαστήριο πότε ενημερώθηκε για την απώλεια των 8 δισεκατομμυρίων. Ο Μπάνκμαν-Φριντ υπήρξε εκ των συνιδρυτών της FTX το 2019, με την εταιρία να εξελίσσεται σύντομα σε ένα από τα μεγαλύτερα ανταλλακτήρια κρυπτονομισμάτων σε ολόκληρο τον κόσμο. Στη διάρκεια της δίκης του Μπάνκμαν-Φριντ, πρώην συνεργάτες του κατέθεσαν ότι η FTX αλλοίωνε τα οικονομικά στοιχεία της εταιρίας ώστε η θέση της να εμφανίζεται ασφαλέστερη από ό,τι ήταν στην πραγματικότητα, ενώ παραχωρούσε εν κρυπτώ προνόμια στην άλλη εταιρία του Μπάνκμαν-Φριντ, την Alameda Research, προνόμια που της επέτρεπαν να αντλεί κεφάλαια από τα ποσά που εμπιστεύονταν στην FTX οι πελάτες της. Καταστροφική χαρακτηρίστηκε για τη θέση του κατηγορουμένου στην πορεία της δίκης η απόφαση να καταθέσει ο ίδιος ο Μπάνκμαν-Φριντ. Μεταξύ άλλων, ο Κάπλαν χρειάστηκε να παρέμβει για να ζητήσει από το Μπάνκμαν-Φριντ να απαντήσει σε ερώτηση που του είχε θέσει ο συνήγορός του. Στη διάρκεια της αντεξέτασης του μάρτυρα, ο Μπάνκμαν-Φριντ κατέθεσε ότι δεν θυμόταν να κάνει ορισμένες δηλώσεις που του καταλογίζονταν, σχετικά με την αξιοπιστία της FTX, προσφέροντας στην εισαγγελία να παρουσιάσει το επίμαχο ηχητικό υλικό στην αίθουσα του δικαστηρίου, επανειλημμένα. Κάποια στιγμή, μάλιστα, ο Μπάνκμαν-Φριντ προέβη στον εξωφρενικό ισχυρισμό πως, όταν τον ενημέρωσαν οι υπάλληλοί του για την τρύπα ύψους 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων στον ισολογισμό της εταιρίας, εκείνος δεν ρώτησε πού είχαν καταλήξει όλα εκείνα τα χρήματα. Το αποτέλεσμα όλων εκείνων των απίθανων ισχυρισμών ήταν οι ένορκοι να χρειαστούν μόλις τέσσερις ώρες προκειμένου να τον κρίνουν ένοχο. Ήταν τόσο τραγελαφική η εικόνα που παρουσίαζε ο Μπάνκμαν-Φριντ στη διάρκεια της δίκης ώστε κάποια στιγμή ο Κάπλαν σχολίασε πως στα 30 χρόνια της παρουσίας του στα δικαστικά έδρανα πρώτη φορά έβλεπε τέτοια συμπεριφορά. Ο Μπάνκμαν-Φριντ είναι ήδη κρατούμενος από τις 11 Αυγούστου του 2023, καθώς είχε παραβιάσει τους όρους υπό τους οποίους είχε αφεθεί προσωρινά ελεύθερος. Μεταξύ άλλων, έστειλε προσωπικά σημειώματα της πρώην συνεργάτιδας και συντρόφου του, Κάρολαϊν Έλισον, στους Times της Νέας Υόρκης, ενώ ο Κάπλαν ανέφερε πως είχε επιχειρήσει "τουλάχιστον δύο φορές" να επηρεάσει μάρτυρες. Σύμφωνα με τους δικηγόρους του, ο Μπάνκμαν-Φριντ δυσκολευόταν πολύ στη φυλακή, όπου είχε χάσει βάρος, καθώς το σωφρονιστικό ίδρυμα όπου κρατείται προσωρινά δεν προσφέρει χορτοφαγικό μενού, ενώ είχε υποστεί "διάφορες απόπειρες εκβιασμού". -
Ο άνθρωπος που κάποτε καυχιόταν ότι είχε 5% πιθανότητες να γίνει πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών άκουσε το δικαστή να του επιβάλει ποινή κάθειρξης 300 μηνών. Βαρύς ήταν τελικά ο πέλεκυς της δικαιοσύνης για το Σαμ Μπάνκμαν-Φριντ, συνιδρυτή της FTX, ο οποίος πρόσφατα είχε κριθεί ένοχος για απάτη και προσπάθεια συγκάλυψης αυτής, κατηγορίες οι οποίες προέκυψαν από την κατάρρευση του ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων που είχε δημιουργήσει. Ο δικαστής του επέβαλε ποινή κάθειρξης 240 μηνών για τις τέσσερις από τις κατηγορίες για τις οποίες κρίθηκε ένοχος, και επιπλέον ποινή φυλάκισης 60 μηνών για δύο άλλες κατηγορίες, αποδεχόμενος παράλληλα το αίτημα των εισαγγελικών αρχών να κατασχεθούν περιουσιακά στοιχεία του Μπάνκμαν-Φριντ ύψους 11 δισεκατομμυρίων δολαρίων, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων ακινήτων. Η ποινή που επέβαλε ο δικαστής Λιούις Κάπλαν ήταν μικρότερη των 40 έως 50 ετών που είχε ζητήσει η εισαγγελία και πολύ μικρότερη της μέγιστης προβλεπόμενης κάθειρξης των 110 ετών. Ανακεφαλαιώνοντας τα δεδομένα της υπόθεσης, ο δικαστής ανέφερε ότι ο Μπάνκμαν-Φριντ γνώριζε ότι η FTX ήταν σοβαρά εκτεθειμένη και ότι τα κεφάλαια των πελατών του δεν ήταν δικά του για να τα διαχειρίζεται κατά το δοκούν, ενώ παράλληλα γνώριζε άριστα ότι αυτό που έκανε ήταν λάθος. Πριν την ανακοίνωση της ποινής, ο Κάπλαν χαρακτήρισε εικασίες τους ισχυρισμούς της υπεράσπισης ότι οι πελάτες της εταιρίας θα αποζημιώνονταν, κρίνοντας ότι όσοι επέλεξαν την FTX έχασαν 8 δισεκατομμύρια δολάρια συνολικά και ότι ο Μπάνκμαν-Φριντ επιχείρησε να επηρεάσει τους μάρτυρες, ψευδόρκησε και δεν ήταν ειλικρινής όταν κατέθετε στο δικαστήριο πότε ενημερώθηκε για την απώλεια των 8 δισεκατομμυρίων. Ο Μπάνκμαν-Φριντ υπήρξε εκ των συνιδρυτών της FTX το 2019, με την εταιρία να εξελίσσεται σύντομα σε ένα από τα μεγαλύτερα ανταλλακτήρια κρυπτονομισμάτων σε ολόκληρο τον κόσμο. Στη διάρκεια της δίκης του Μπάνκμαν-Φριντ, πρώην συνεργάτες του κατέθεσαν ότι η FTX αλλοίωνε τα οικονομικά στοιχεία της εταιρίας ώστε η θέση της να εμφανίζεται ασφαλέστερη από ό,τι ήταν στην πραγματικότητα, ενώ παραχωρούσε εν κρυπτώ προνόμια στην άλλη εταιρία του Μπάνκμαν-Φριντ, την Alameda Research, προνόμια που της επέτρεπαν να αντλεί κεφάλαια από τα ποσά που εμπιστεύονταν στην FTX οι πελάτες της. Καταστροφική χαρακτηρίστηκε για τη θέση του κατηγορουμένου στην πορεία της δίκης η απόφαση να καταθέσει ο ίδιος ο Μπάνκμαν-Φριντ. Μεταξύ άλλων, ο Κάπλαν χρειάστηκε να παρέμβει για να ζητήσει από το Μπάνκμαν-Φριντ να απαντήσει σε ερώτηση που του είχε θέσει ο συνήγορός του. Στη διάρκεια της αντεξέτασης του μάρτυρα, ο Μπάνκμαν-Φριντ κατέθεσε ότι δεν θυμόταν να κάνει ορισμένες δηλώσεις που του καταλογίζονταν, σχετικά με την αξιοπιστία της FTX, προσφέροντας στην εισαγγελία να παρουσιάσει το επίμαχο ηχητικό υλικό στην αίθουσα του δικαστηρίου, επανειλημμένα. Κάποια στιγμή, μάλιστα, ο Μπάνκμαν-Φριντ προέβη στον εξωφρενικό ισχυρισμό πως, όταν τον ενημέρωσαν οι υπάλληλοί του για την τρύπα ύψους 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων στον ισολογισμό της εταιρίας, εκείνος δεν ρώτησε πού είχαν καταλήξει όλα εκείνα τα χρήματα. Το αποτέλεσμα όλων εκείνων των απίθανων ισχυρισμών ήταν οι ένορκοι να χρειαστούν μόλις τέσσερις ώρες προκειμένου να τον κρίνουν ένοχο. Ήταν τόσο τραγελαφική η εικόνα που παρουσίαζε ο Μπάνκμαν-Φριντ στη διάρκεια της δίκης ώστε κάποια στιγμή ο Κάπλαν σχολίασε πως στα 30 χρόνια της παρουσίας του στα δικαστικά έδρανα πρώτη φορά έβλεπε τέτοια συμπεριφορά. Ο Μπάνκμαν-Φριντ είναι ήδη κρατούμενος από τις 11 Αυγούστου του 2023, καθώς είχε παραβιάσει τους όρους υπό τους οποίους είχε αφεθεί προσωρινά ελεύθερος. Μεταξύ άλλων, έστειλε προσωπικά σημειώματα της πρώην συνεργάτιδας και συντρόφου του, Κάρολαϊν Έλισον, στους Times της Νέας Υόρκης, ενώ ο Κάπλαν ανέφερε πως είχε επιχειρήσει "τουλάχιστον δύο φορές" να επηρεάσει μάρτυρες. Σύμφωνα με τους δικηγόρους του, ο Μπάνκμαν-Φριντ δυσκολευόταν πολύ στη φυλακή, όπου είχε χάσει βάρος, καθώς το σωφρονιστικό ίδρυμα όπου κρατείται προσωρινά δεν προσφέρει χορτοφαγικό μενού, ενώ είχε υποστεί "διάφορες απόπειρες εκβιασμού". Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο