Αναζήτηση στην κοινότητα
Εμφάνιση αποτελεσμάτων για τις ετικέτες 'CERN'.
4 αποτελέσματα
-
Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Πυρηνικών Ερευνών (CERN) εφαρμόζει την τεχνογνωσία του στην τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ) για την ανάπτυξη καινοτόμων ιατρικών εφαρμογών, Ο οργανισμλός έχει ήδη ξεκινήσει συνεργασίες με περισσότερα από 30 νοσοκομεία σε όλη την Ευρώπη για την εφαρμογή και αξιολόγηση των νέων τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης στην κλινική πράξη. Μία από τις πιο υποσχόμενες είναι το Truckstroke, ένα σύστημα που ήδη βελτιώνει τη θεραπεία εγκεφαλικών επεισοδίων σε περίπου 10.000 ασθενείς σε νοσοκομεία της Γερμανίας, του Βελγίου και στη Μονάδα Εγκεφαλικών του Νοσοκομείου Vall d'Hebron στη Βαρκελώνη. Ο Luigi Serio, επιστήμονας του CERN υπεύθυνος για την ανάπτυξη εφαρμογών ΤΝ στην υγειονομική περίθαλψη, εξηγεί ότι ο οργανισμός προσφέρει στα νοσοκομεία την εμπειρία του στη διαχείριση τεράστιων όγκων δεδομένων με ασφαλή και αποκεντρωμένο τρόπο. Η προσέγγιση αυτή είναι καίριας σημασίας για τη διασφάλιση του απορρήτου και της ασφάλειας των ιδιωτικών πληροφοριών των ασθενών που χρησιμοποιούνται για την "εκπαίδευση" των αλγορίθμων. Το σύστημα του CERN επεξεργάζεται δεδομένα τοπικά, χωρίς να τα αποστέλλει σε κεντρική αποθήκευση. Αυτό βοηθά στην προστασία της ιδιωτικότητας και στην καλύτερη αξιοποίηση των πόρων όταν διαφορετικά νοσοκομεία συνεργάζονται για τη δημιουργία αξιόπιστων μοντέλων ανάλυσης και πρόβλεψης ασθενειών βασισμένων στην ΤΝ. Το Truckstroke συγκρίνει εικόνες του εγκεφάλου ενός ασθενούς με εγκεφαλικό επεισόδιο με μοντέλα που έχουν εκπαιδευτεί από το CERN. Ο αλγόριθμος προβλέπει την πιθανή εξέλιξη του ασθενούς, προτείνει την κατάλληλη θεραπεία και την απαιτούμενη παρακολούθηση. Το πιο σημαντικό είναι ότι το εργαλείο προβλέπει τον κίνδυνο υποτροπής. Ο Serio τονίζει ότι οι επαγγελματίες στο χώρο της υγείας είναι συχνά υπερφορτωμένοι με ασθενείς εγκεφαλικών επεισοδίων και χρειάζονται όλο και περισσότερα νέα εργαλεία για να υποστηρίξουν το έργο τους. Το Truckstroke παρέχει στους γιατρούς μοντέλα πρόβλεψης ικανά να μετρήσουν τη σοβαρότητα του εγκεφαλικού επεισοδίου και να καθοδηγήσουν τις αποφάσεις τους σχετικά με τη θεραπεία και την παρακολούθηση του ασθενούς. Μια άλλη σημαντική εφαρμογή που αναπτύσσει το CERN είναι ένα πρόγραμμα ανίχνευσης καρκίνου του μαστού, το οποίο υπόσχεται να είναι 50% πιο ακριβές από το τρέχον μοντέλο ελέγχου, GAIL. Το νέο μοντέλο θα καθορίζει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού συνδυάζοντας πολλαπλούς παράγοντες, όπως η κατανάλωση συγκεκριμένων τροφών ή αλκοόλ, ο τρόπος ζωής και η σωματική δραστηριότητα, η ηλικία της γυναίκας κατά την πρώτη εγκυμοσύνη ή την εμμηνόπαυση, μεταξύ άλλων παραμέτρων. Το CERN επίσης στοχεύει στη βελτίωση των γραμμικών επιταχυντών ακτινοθεραπείας (LINACs) με τη χρήση ΤΝ, ώστε να γίνουν πιο εύχρηστοι και προσβάσιμοι σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Το έργο, με την ονομασία STELLA, σχεδιάστηκε αρχικά για τη βελτίωση της ακτινοθεραπείας σε ορισμένες αφρικανικές χώρες, όπου υπάρχει μία συσκευή ακτινοθεραπείας για κάθε 3,5 εκατομμύρια ανθρώπους, σε σύγκριση με μία για κάθε 80.000 έως 100.000 άτομα στις ΗΠΑ και τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Τέλος, το CERN έχει αναπτύξει μια εφαρμογή ικανή να εντοπίζει ανωμαλίες ή παθολογίες στον εγκέφαλο, υποδεικνύοντας στους γιατρούς το ακριβές σημείο όπου θα μπορούσε να αναπτύσσεται μια παθολογία, όπως ένας όγκος. Η συγκεκριμένη τεχνολογία δοκιμάζεται κλινικά στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Καποδιστριακό στην Ελλάδα και θα μπορούσε μελλοντικά να χρησιμοποιηθεί για την παρακολούθηση της εξέλιξης του Alzheimer ή της άνοιας. Ο Serio υπογραμμίζει ότι αυτό που διαφοροποιεί το CERN είναι η δύναμη, η εμπειρογνωμοσύνη και η φήμη του οργανισμού, καθώς και η διαβεβαίωση ότι οι υπηρεσίες του υποστηρίζονται από το μη κερδοσκοπικό, αμερόληπτο καθεστώς του. Το CERN σχεδιάζει να ολοκληρώσει το πρόγραμμα ανίχνευσης καρκίνου του μαστού το επόμενο έτος. Μόλις οριστικοποιηθεί το μοντέλο, θα χρειαστεί να δοκιμαστεί και να ρυθμιστεί πριν αντικαταστήσει το τρέχον πρωτόκολλο ελέγχου. Το CERN έχει ήδη ξεκινήσει συνεργασίες με περισσότερα από 30 νοσοκομεία σε όλη την Ευρώπη για την εφαρμογή και αξιολόγηση των νέων τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης στην κλινική πράξη. Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
-
Ο οργανισμλός έχει ήδη ξεκινήσει συνεργασίες με περισσότερα από 30 νοσοκομεία σε όλη την Ευρώπη για την εφαρμογή και αξιολόγηση των νέων τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης στην κλινική πράξη. Μία από τις πιο υποσχόμενες είναι το Truckstroke, ένα σύστημα που ήδη βελτιώνει τη θεραπεία εγκεφαλικών επεισοδίων σε περίπου 10.000 ασθενείς σε νοσοκομεία της Γερμανίας, του Βελγίου και στη Μονάδα Εγκεφαλικών του Νοσοκομείου Vall d'Hebron στη Βαρκελώνη. Ο Luigi Serio, επιστήμονας του CERN υπεύθυνος για την ανάπτυξη εφαρμογών ΤΝ στην υγειονομική περίθαλψη, εξηγεί ότι ο οργανισμός προσφέρει στα νοσοκομεία την εμπειρία του στη διαχείριση τεράστιων όγκων δεδομένων με ασφαλή και αποκεντρωμένο τρόπο. Η προσέγγιση αυτή είναι καίριας σημασίας για τη διασφάλιση του απορρήτου και της ασφάλειας των ιδιωτικών πληροφοριών των ασθενών που χρησιμοποιούνται για την "εκπαίδευση" των αλγορίθμων. Το σύστημα του CERN επεξεργάζεται δεδομένα τοπικά, χωρίς να τα αποστέλλει σε κεντρική αποθήκευση. Αυτό βοηθά στην προστασία της ιδιωτικότητας και στην καλύτερη αξιοποίηση των πόρων όταν διαφορετικά νοσοκομεία συνεργάζονται για τη δημιουργία αξιόπιστων μοντέλων ανάλυσης και πρόβλεψης ασθενειών βασισμένων στην ΤΝ. Το Truckstroke συγκρίνει εικόνες του εγκεφάλου ενός ασθενούς με εγκεφαλικό επεισόδιο με μοντέλα που έχουν εκπαιδευτεί από το CERN. Ο αλγόριθμος προβλέπει την πιθανή εξέλιξη του ασθενούς, προτείνει την κατάλληλη θεραπεία και την απαιτούμενη παρακολούθηση. Το πιο σημαντικό είναι ότι το εργαλείο προβλέπει τον κίνδυνο υποτροπής. Ο Serio τονίζει ότι οι επαγγελματίες στο χώρο της υγείας είναι συχνά υπερφορτωμένοι με ασθενείς εγκεφαλικών επεισοδίων και χρειάζονται όλο και περισσότερα νέα εργαλεία για να υποστηρίξουν το έργο τους. Το Truckstroke παρέχει στους γιατρούς μοντέλα πρόβλεψης ικανά να μετρήσουν τη σοβαρότητα του εγκεφαλικού επεισοδίου και να καθοδηγήσουν τις αποφάσεις τους σχετικά με τη θεραπεία και την παρακολούθηση του ασθενούς. Μια άλλη σημαντική εφαρμογή που αναπτύσσει το CERN είναι ένα πρόγραμμα ανίχνευσης καρκίνου του μαστού, το οποίο υπόσχεται να είναι 50% πιο ακριβές από το τρέχον μοντέλο ελέγχου, GAIL. Το νέο μοντέλο θα καθορίζει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού συνδυάζοντας πολλαπλούς παράγοντες, όπως η κατανάλωση συγκεκριμένων τροφών ή αλκοόλ, ο τρόπος ζωής και η σωματική δραστηριότητα, η ηλικία της γυναίκας κατά την πρώτη εγκυμοσύνη ή την εμμηνόπαυση, μεταξύ άλλων παραμέτρων. Το CERN επίσης στοχεύει στη βελτίωση των γραμμικών επιταχυντών ακτινοθεραπείας (LINACs) με τη χρήση ΤΝ, ώστε να γίνουν πιο εύχρηστοι και προσβάσιμοι σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Το έργο, με την ονομασία STELLA, σχεδιάστηκε αρχικά για τη βελτίωση της ακτινοθεραπείας σε ορισμένες αφρικανικές χώρες, όπου υπάρχει μία συσκευή ακτινοθεραπείας για κάθε 3,5 εκατομμύρια ανθρώπους, σε σύγκριση με μία για κάθε 80.000 έως 100.000 άτομα στις ΗΠΑ και τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Τέλος, το CERN έχει αναπτύξει μια εφαρμογή ικανή να εντοπίζει ανωμαλίες ή παθολογίες στον εγκέφαλο, υποδεικνύοντας στους γιατρούς το ακριβές σημείο όπου θα μπορούσε να αναπτύσσεται μια παθολογία, όπως ένας όγκος. Η συγκεκριμένη τεχνολογία δοκιμάζεται κλινικά στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Καποδιστριακό στην Ελλάδα και θα μπορούσε μελλοντικά να χρησιμοποιηθεί για την παρακολούθηση της εξέλιξης του Alzheimer ή της άνοιας. Ο Serio υπογραμμίζει ότι αυτό που διαφοροποιεί το CERN είναι η δύναμη, η εμπειρογνωμοσύνη και η φήμη του οργανισμού, καθώς και η διαβεβαίωση ότι οι υπηρεσίες του υποστηρίζονται από το μη κερδοσκοπικό, αμερόληπτο καθεστώς του. Το CERN σχεδιάζει να ολοκληρώσει το πρόγραμμα ανίχνευσης καρκίνου του μαστού το επόμενο έτος. Μόλις οριστικοποιηθεί το μοντέλο, θα χρειαστεί να δοκιμαστεί και να ρυθμιστεί πριν αντικαταστήσει το τρέχον πρωτόκολλο ελέγχου. Το CERN έχει ήδη ξεκινήσει συνεργασίες με περισσότερα από 30 νοσοκομεία σε όλη την Ευρώπη για την εφαρμογή και αξιολόγηση των νέων τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης στην κλινική πράξη.
-
Eρευνητές που εργάζονται στο μεγαλύτερο επιταχυντή σωματιδίων στον κόσμο, ο οποίος βρίσκεται στην Ελβετία, κατέθεσαν προτάσεις για ένα νέο, πολύ μεγαλύτερο, επιταχυντή. Στόχος είναι να εντοπίσουν νέα σωματίδια, τα οποία θα έφερναν την επανάσταση στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη φυσική και θα οδηγούσαν σε μια πληρέστερη κατανόηση του πώς λειτουργεί το Σύμπαν. Εφόσον εγκριθεί η πρόταση, ο επιταχυντής που θα προκύψει θα είναι τρεις φορές μεγαλύτερος από τον υπάρχοντα, ήδη γιγαντιαίο, μηχανισμό. Όμως, το προβλεπόμενο κόστος, που αγγίζει τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ, έχει προκαλέσει συζητήσεις, με ορισμένους επικριτές να χαρακτηρίζουν την πρόταση "απερίσκεπτη". Τα κεφάλαια αυτά -που αφορούν μόνο το αρχικό κόστος κατασκευής- θα προέρχονταν από τα κράτη που μετέχουν στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Πυρηνικών Ερευνών (CERN), όμως εκφράζονται ήδη αμφιβολίες για το κατά πόσο είναι σκόπιμη μια τέτοια επένδυση, από οικονομικής άποψης και όχι μόνο. Το μεγαλύτερο επίτευγμα του υφιστάμενου Μεγάλου Επιταχυντή Αδρονίων (LHC) ήταν ο εντοπισμός ενός νέου σωματιδίου, του λεγόμενου Μποζονίου του Χιγκς, το 2012. Στο διάστημα που μεσολάβησε από τότε, όμως, στάθηκε αδύνατο να εντοπίσει τα δύο "ιερά δισκοπότηρα" της φυσικής, τη σκοτεινή ύλη και τη σκοτεινή ενέργεια, με ορισμένους ερευνητές να πιστεύουν ότι υπάρχουν οικονομικότερες εναλλακτικές για την επίτευξη αυτού του στόχου. Το CERN βρίσκεται στα σύνορα της Ελβετίας με τη Γαλλία, κοντά στη Γενεύη. Ο LHC αποτελείται από μία υπόγεια σήραγγα διαμέτρου 27 χιλιομέτρων. Έχει τη δυνατότητα να επιταχύνει το εσωτερικό των ατόμων (αδρόνια) τόσο δεξιόστροφα όσο και αριστερόστροφα, σε ταχύτητες που προσεγγίζουν εκείνη του φωτός και σε ορισμένα σημεία προκαλεί τη σύγκρουσή τους, με δυνάμεις που ξεπερνούν εκείνες που μπορεί να πετύχει οποιοσδήποτε άλλος επιταχυντής στον πλανήτη. Τα μικρότερα, υποατομικά σωματίδια που απομένουν από τις συγκρούσεις βοηθούν τους επιστήμονες να κατανοήσουν τη σύσταση των ατόμων και τη μεταξύ τους αλληλεπίδραση. Ο εντοπισμός του Μποζονίου του Χιγκς, πριν από μία και πλέον δεκαετία, αποτέλεσε σημείο-σταθμό στην ιστορία της φυσικής. Η ύπαρξη αυτού του σωματιδίου, που προσδίδει σε όλα τα άλλα σωματίδια στο Σύμπαν τη μορφή τους, είχε προβλεφθεί το 1964 από το Σκοτσέζο φυσικό Πίτερ Χιγκς, όμως η πειραματική επιβεβαίωση ήρθε μόλις το 2012. Ήταν το τελικό κομμάτι του παζλ της τρέχουσας θεωρίας που διέπει την υποατομική φυσική, του λεγόμενου Καθιερωμένου Προτύπου. Σύμφωνα με την πρόταση που υποβλήθηκε, ο νέος επιταχυντής, με την ονομασία Μελλοντικός Κυκλικός Επιταχυντής (FCC) θα κατασκευαστεί σε δύο στάδια. Το πρώτο θα τεθεί σε λειτουργία στα μέσα της δεκαετίας του 2040 και θα προκαλεί συγκρούσεις ηλεκτρονίων. Οι επιστήμονες ελπίζουν πως η αυξημένη ενέργεια θα παράξει μεγαλύτερο αριθμό μποζονίων, διευκολύνοντας τη μελέτη τους. Το δεύτερο στάδιο θα ξεκινήσει να λειτουργεί τη δεκαετία του 2070 και θα απαιτεί τη χρήση ισχυρότερων μαγνητών, τόσο προηγμένων που δεν έχουν εφευρεθεί ακόμη. Αντί για ηλεκτρόνια, θα χρησιμοποιούνται πρωτόνια, τα οποία είναι βαρύτερα, με στόχο των εντοπισμό νέων σωματιδίων. Ο FCC θα είναι σχεδόν τρεις φορές μεγαλύτερος σε διάμετρο από τον LHC, φτάνοντας στα 91 χιλιόμετρα, ενώ θα βρίσκεται σε διπλάσιο βάθος. Αυτό είναι απαραίτητο, προκειμένου να εμποδιστεί η ισχυρότερη ραδιενέργεια που θα εκλύεται από το να φτάσει στην επιφάνεια. H πρόταση για το νέο επιταχυντή υποβλήθηκε καθώς ο υφιστάμενος, που άρχισε να λειτουργεί το 2008, έχοντας στοιχίσει 4,38 δισεκατομμύρια ευρώ, δεν έχει κατορθώσει να εντοπίσει εκείνα τα σωματίδια (σκοτεινή ύλη και σκοτεινή ενέργεια) που θα βοηθούσαν στο να ερμηνευτεί το 95% του Σύμπαντος. Όμως, αρκετοί επιστήμονες, όπως η Δρ. Σαμπίνε Χόσενφελντερ, του Κέντρου Μαθηματικής Φιλοσοφίας του Μονάχου, υποστηρίζουν πως ο νέος επιταχυντής δεν είναι βέβαιο πως θα κατορθώσει να εντοπίσει τη σκοτεινή ύλη και τη σκοτεινή ενέργεια. Ενστάσεις διατυπώνονται και για το κατά πόσο η κατασκευή ενός τέτοιου κολοσσιαίου επιταχυντή συνιστά την καλύτερη επιλογή. Ο καθηγητής Άινταν Ρόμπσον, του Πανεπιστημίου της Γλασκόβης, δήλωσε στο BBC ότι ένας επιταχυντής σε ευθεία γραμμή θα ήταν οικονομικότερος. "Τρία είναι τα βασικά πλεονεκτήματα. Πρώτον, ένας γραμμικός επιταχυντής μπορεί να κατασκευαστεί σταδιακά. Δεύτερον, η εξέλιξη του κόστους κατασκευής θα άλλαζε, το αρχικό στάδιο θα στοίχιζε λιγότερο και τρίτον η σήραγγα θα είχε μικρότερο μήκος, επομένως θα μπορούσε να ολοκληρωθεί γρηγορότερα", ανέφερε χαρακτηριστικά. Ο FCC, όπως, εξακολουθεί να είναι η επιλογή που προκρίνει το CERN. Είναι αποτέλεσμα εκτενών διαβουλεύσεων με επιστήμονες στην Ευρώπη και ολόκληρο τον κόσμο, με τον οργανισμό να βολιδοσκοπεί τις πρώτες αντιδράσεις στην πρότασή του από τα κράτη μέλη, που, σε τελική ανάλυση, θα κληθούν να καλύψουν το κόστος της κατασκευής του νέου επιταχυντή.
-
Στόχος είναι η πραγματοποίηση πειραμάτων για τον εντοπισμό του αγνοούμενου 95% του Σύμπαντος. Eρευνητές που εργάζονται στο μεγαλύτερο επιταχυντή σωματιδίων στον κόσμο, ο οποίος βρίσκεται στην Ελβετία, κατέθεσαν προτάσεις για ένα νέο, πολύ μεγαλύτερο, επιταχυντή. Στόχος είναι να εντοπίσουν νέα σωματίδια, τα οποία θα έφερναν την επανάσταση στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη φυσική και θα οδηγούσαν σε μια πληρέστερη κατανόηση του πώς λειτουργεί το Σύμπαν. Εφόσον εγκριθεί η πρόταση, ο επιταχυντής που θα προκύψει θα είναι τρεις φορές μεγαλύτερος από τον υπάρχοντα, ήδη γιγαντιαίο, μηχανισμό. Όμως, το προβλεπόμενο κόστος, που αγγίζει τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ, έχει προκαλέσει συζητήσεις, με ορισμένους επικριτές να χαρακτηρίζουν την πρόταση "απερίσκεπτη". Τα κεφάλαια αυτά -που αφορούν μόνο το αρχικό κόστος κατασκευής- θα προέρχονταν από τα κράτη που μετέχουν στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Πυρηνικών Ερευνών (CERN), όμως εκφράζονται ήδη αμφιβολίες για το κατά πόσο είναι σκόπιμη μια τέτοια επένδυση, από οικονομικής άποψης και όχι μόνο. Το μεγαλύτερο επίτευγμα του υφιστάμενου Μεγάλου Επιταχυντή Αδρονίων (LHC) ήταν ο εντοπισμός ενός νέου σωματιδίου, του λεγόμενου Μποζονίου του Χιγκς, το 2012. Στο διάστημα που μεσολάβησε από τότε, όμως, στάθηκε αδύνατο να εντοπίσει τα δύο "ιερά δισκοπότηρα" της φυσικής, τη σκοτεινή ύλη και τη σκοτεινή ενέργεια, με ορισμένους ερευνητές να πιστεύουν ότι υπάρχουν οικονομικότερες εναλλακτικές για την επίτευξη αυτού του στόχου. Το CERN βρίσκεται στα σύνορα της Ελβετίας με τη Γαλλία, κοντά στη Γενεύη. Ο LHC αποτελείται από μία υπόγεια σήραγγα διαμέτρου 27 χιλιομέτρων. Έχει τη δυνατότητα να επιταχύνει το εσωτερικό των ατόμων (αδρόνια) τόσο δεξιόστροφα όσο και αριστερόστροφα, σε ταχύτητες που προσεγγίζουν εκείνη του φωτός και σε ορισμένα σημεία προκαλεί τη σύγκρουσή τους, με δυνάμεις που ξεπερνούν εκείνες που μπορεί να πετύχει οποιοσδήποτε άλλος επιταχυντής στον πλανήτη. Τα μικρότερα, υποατομικά σωματίδια που απομένουν από τις συγκρούσεις βοηθούν τους επιστήμονες να κατανοήσουν τη σύσταση των ατόμων και τη μεταξύ τους αλληλεπίδραση. Ο εντοπισμός του Μποζονίου του Χιγκς, πριν από μία και πλέον δεκαετία, αποτέλεσε σημείο-σταθμό στην ιστορία της φυσικής. Η ύπαρξη αυτού του σωματιδίου, που προσδίδει σε όλα τα άλλα σωματίδια στο Σύμπαν τη μορφή τους, είχε προβλεφθεί το 1964 από το Σκοτσέζο φυσικό Πίτερ Χιγκς, όμως η πειραματική επιβεβαίωση ήρθε μόλις το 2012. Ήταν το τελικό κομμάτι του παζλ της τρέχουσας θεωρίας που διέπει την υποατομική φυσική, του λεγόμενου Καθιερωμένου Προτύπου. Σύμφωνα με την πρόταση που υποβλήθηκε, ο νέος επιταχυντής, με την ονομασία Μελλοντικός Κυκλικός Επιταχυντής (FCC) θα κατασκευαστεί σε δύο στάδια. Το πρώτο θα τεθεί σε λειτουργία στα μέσα της δεκαετίας του 2040 και θα προκαλεί συγκρούσεις ηλεκτρονίων. Οι επιστήμονες ελπίζουν πως η αυξημένη ενέργεια θα παράξει μεγαλύτερο αριθμό μποζονίων, διευκολύνοντας τη μελέτη τους. Το δεύτερο στάδιο θα ξεκινήσει να λειτουργεί τη δεκαετία του 2070 και θα απαιτεί τη χρήση ισχυρότερων μαγνητών, τόσο προηγμένων που δεν έχουν εφευρεθεί ακόμη. Αντί για ηλεκτρόνια, θα χρησιμοποιούνται πρωτόνια, τα οποία είναι βαρύτερα, με στόχο των εντοπισμό νέων σωματιδίων. Ο FCC θα είναι σχεδόν τρεις φορές μεγαλύτερος σε διάμετρο από τον LHC, φτάνοντας στα 91 χιλιόμετρα, ενώ θα βρίσκεται σε διπλάσιο βάθος. Αυτό είναι απαραίτητο, προκειμένου να εμποδιστεί η ισχυρότερη ραδιενέργεια που θα εκλύεται από το να φτάσει στην επιφάνεια. H πρόταση για το νέο επιταχυντή υποβλήθηκε καθώς ο υφιστάμενος, που άρχισε να λειτουργεί το 2008, έχοντας στοιχίσει 4,38 δισεκατομμύρια ευρώ, δεν έχει κατορθώσει να εντοπίσει εκείνα τα σωματίδια (σκοτεινή ύλη και σκοτεινή ενέργεια) που θα βοηθούσαν στο να ερμηνευτεί το 95% του Σύμπαντος. Όμως, αρκετοί επιστήμονες, όπως η Δρ. Σαμπίνε Χόσενφελντερ, του Κέντρου Μαθηματικής Φιλοσοφίας του Μονάχου, υποστηρίζουν πως ο νέος επιταχυντής δεν είναι βέβαιο πως θα κατορθώσει να εντοπίσει τη σκοτεινή ύλη και τη σκοτεινή ενέργεια. Ενστάσεις διατυπώνονται και για το κατά πόσο η κατασκευή ενός τέτοιου κολοσσιαίου επιταχυντή συνιστά την καλύτερη επιλογή. Ο καθηγητής Άινταν Ρόμπσον, του Πανεπιστημίου της Γλασκόβης, δήλωσε στο BBC ότι ένας επιταχυντής σε ευθεία γραμμή θα ήταν οικονομικότερος. "Τρία είναι τα βασικά πλεονεκτήματα. Πρώτον, ένας γραμμικός επιταχυντής μπορεί να κατασκευαστεί σταδιακά. Δεύτερον, η εξέλιξη του κόστους κατασκευής θα άλλαζε, το αρχικό στάδιο θα στοίχιζε λιγότερο και τρίτον η σήραγγα θα είχε μικρότερο μήκος, επομένως θα μπορούσε να ολοκληρωθεί γρηγορότερα", ανέφερε χαρακτηριστικά. Ο FCC, όπως, εξακολουθεί να είναι η επιλογή που προκρίνει το CERN. Είναι αποτέλεσμα εκτενών διαβουλεύσεων με επιστήμονες στην Ευρώπη και ολόκληρο τον κόσμο, με τον οργανισμό να βολιδοσκοπεί τις πρώτες αντιδράσεις στην πρότασή του από τα κράτη μέλη, που, σε τελική ανάλυση, θα κληθούν να καλύψουν το κόστος της κατασκευής του νέου επιταχυντή. Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο