Μας άρεσε
- Οθόνη με απίστευτη φωτεινότητα, χρώματα, λεπτομέρεια, απόκριση
- Υψηλές επιδόσεις σε οτιδήποτε κι αν βρεθεί στο δρόμο του
- Κάμερες πολύ υψηλής ποιότητας, όλες έχουν τη χρησιμότητά τους
- Υπέρ-ταχεία φόρτιση που διαρκεί πρακτικά μισή ώρα
Δεν μας άρεσε
- Η μπαταρία είναι με διαφορά η μεγαλύτερη απογοήτευση
- Ζεσταίνεται υπερβολικά, δεν κάνει για διαρκές gaming
- Η μικρή οθόνη στην πλάτη θα μπορούσε να λείπε και να μην αλλάξουν πολλά
- Το MIUI είναι άψογο, όμως τα προβλήματα με τα updates είναι ανησυχητικά
Από τα flagship killers στα flagship, τελεία. Η Xiaomi δημιούργησε το Xiaomi Mi 11 Ultra με σκοπό να προσφέρει σχεδόν κυριολεκτικά τα πάντα στον κάτοχό του, ενσωματώνοντας τα κορυφαία εξαρτήματα σε κάθε τομέα δημιουργώντας ένα ασυναγώνιστο σύνολο. Με διαφορά, πρόκειται για το εντυπωσιακότερο κινητό της εταιρείας μέχρι σήμερα κι ένα «στολίδι» γενικότερα. Το ερώτημα που προκύπτει είναι: μπορεί στην πράξη να υποστηρίξει όσα υπόσχεται;
Σχεδιασμός – Οθόνη
Η πλάτη του κινητού έχει μια μίξη υπερβολής και μινιμαλισμού. Χαμηλά, βρίσκεται μόνο το λογότυπο της Xiaomi, πολύ διακριτικό και χωρίς αχρείαστες πινελιές. Από την άλλη, στην επάνω πλευρά βρίσκεται το πιο ξεχωριστό (οπτικά) κομμάτι της συσκευής, ένα τεράστιο τμήμα όπου βρίσκονται οι κάμερες και μια μικρή οθόνη στα δεξιά τους, όλα στο ίδιο κομμάτι το οποίο εξέχει αισθητά από τη συσκευή και καταλαμβάνει σχεδόν το ένα τρίτο της συνολικής έκτασης.
Στο μαύρο χρώμα δε δείχνει παράταιρο, όμως στο λευκό είναι κάπως περίεργο – αυτά είναι θέμα γούστου, βέβαια. Το θετικό είναι πως παρότι τεράστιο, το κινητό δεν κάνει… τραμπάλα όταν ακουμπά σε επίπεδη επιφάνεια με την πλάτη ούτε προσθέτει ιδιαίτερα μεγάλο βάρος στο επάνω μισό της συσκευής. Ένα πρόβλημα που ίσως αντιμετωπίσουν κάποιοι είναι στην ασύρματη φόρτιση, αν δηλαδή οι αισθητήρες της κάμερας δεν αφήνουν το κινητό να μένει εντελώς ίσιο κι έτσι να μην κάνει καλή επαφή με τη βάση φόρτισης.
Μιλώντας για βάρος, οι συνολικές διαστάσεις του κινητού ανέρχονται στα 164.3x74.6x8.38mm με βάρος 234g. Είναι κάπως βαρύ συγκριτικά με άλλα κινητά παρομοίου μεγέθους, πιθανότατα λόγω εξαρτημάτων όπως η μπαταρία 5000mAh που φιλοξενεί στο εσωτερικό του και φυσικά η κάμερα. Η πλάτη είναι κατασκευασμένη από κεραμικό υλικό, που της προσφέρει μεγάλη αντοχή και όμορφη αίσθηση στο άγγιγμα, ενώ το πλαίσιο είναι από αλουμίνιο. Στη δεξιά πλευρά της συσκευής βρίσκονται τα πλήκτρα έντασης και ενεργοποίησης, με την αριστερή πλευρά να μένει πεντακάθαρη. Στο κάτω μέρος υπάρχουν αρκετά: ένα ηχείο, ένα μικρόφωνο, θύρα USB-C και υποδοχή κάρτας SIM. Αντίστοιχα και στην επάνω πλευρά, ένα ακόμη ηχείο δίπλα σε ένα ακόμη μικρόφωνο και παραδίπλα ένα IR blaster.
Πηγαίνοντας εμπρός, θα βρούμε μια punch hole κάμερα στην επάνω αριστερή γωνία της τεράστιας οθόνης 6.8”, τα περιθώρια της οποίας ωστόσο είναι εξαιρετικά λεπτά. Το πάνελ είναι τεχνολογίας AMOLED (10-bit) και διαθέτει ανάλυση WQHD+ (3200x1440 με πυκνότητα 515ppi), προσφέροντας πεντακάθαρες εικόνες με ολοζώντανα χρώματα και άριστα μαύρα, με μέγιστη φωτεινότητα που αγγίζει τα 1700 nits και κάνει εύκολη τη χρήση ακόμη και υπό το φως του ήλιου. Υποστηρίζει επίσης πρότυπα HDR10+ και Dolby Vision, οπότε περιεχόμενο που τα αξιοποιεί δείχνει εκπληκτικό και δη για δεδομένα κινητού.
Στο κομμάτι της απόκρισης και του ρυθμού ανανέωσης τα πράγματα είναι εξίσου εντυπωσιακά, με υποστήριξη για 120Hz και touch sampling rate στα 480Hz, τα οποία μαζί μεταφράζονται σε απίστευτα ομαλή κίνηση σε οτιδήποτε από browsing έως παιχνίδια, με άμεση απόκριση στην αφή. Ένα μειονέκτημα είναι πως ο ρυθμός ανανέωσης μεταβάλλεται από τα 30Hz έως τα 120Hz βάσει περιεχομένου, για να γλιτώσει κατανάλωση ενέργειας, ενώ άλλα κινητά στην ίδια κατηγορία φτάνουν στα 10Hz ή ακόμη και στο 1Hz. Επίσης, οι χειροκίνητες ρυθμίσεις είναι μόλις δύο: Standard (60Hz) ή High (120Hz, adaptive). Για κάποιον που θέλει μια μέση λύση, για ισορροπία μεταξύ κατανάλωσης και απόδοσης, δεν υπάρχει επιλογή για 90Hz – κι αυτό έχει αντίκτυπο, όπως θα δούμε παρακάτω.
Κάτω από την οθόνη, ενσωματώνεται ένας αισθητήρας ανάγνωσης δακτυλικών αποτυπωμάτων ο οποίος λειτούργησε απροβλημάτιστα μέσα σε μια ημέρα στην πόλη, ξεκλειδώνοντας άμεσα το κινητό χωρίς την ανάγκη για δεύτερο σκανάρισμα. Αξίζει εδώ να σημειωθεί πως η οθόνη είναι πολύ ανθεκτική χάρη στη χρήση Gorilla Glass Victus, ενώ επίσης το κινητό διαθέτει πιστοποίηση IP68 για αντοχή ενάντια σε νερό και σκόνη.
Υπάρχει και η μικρή οθόνη της πλάτης, μια OLED 1.1”, πρακτικά η ίδια οθόνη με του Xiaomi Mi Band 5. Οι δυνατότητές της, όπως η αφή και οι λειτουργίες, είναι επίσης κοντά σε αυτές του Mi Band 5, δηλαδή προβάλλει ειδοποιήσεις, την ώρα, τη μπαταρία και επιτρέπει τον χειρισμό της μουσικής. Πιο χρήσιμη λειτουργία ίσως είναι η χρήση ως δεύτερη οθόνη για μια selfie με τη βασική κάμερα, όπου όσα βλέπει η κάμερα φαίνονται στη μικρή οθόνη, επιτρέποντας έτσι τη λήψη φωτογραφιών με την ισχυρή βασική κάμερα έναντι της selfie. Κατά τα άλλα, δεν βόλεψε για κάτι συγκεκριμένο και λόγω της συνήθειας του να κοιτάζουμε τη βασική οθόνη για ειδοποιήσεις κλπ -όπως με οποιοδήποτε άλλο κινητό, δηλαδή- δεν κατάφερε να πείσει ως κάτι πραγματικά χρήσιμο πέραν πολύ συγκεκριμένων σεναρίων που ίσως δεν είναι και για όλους (για όποιον δε βγάζει selfie, δεν προσφέρει πολλά περισσότερα από το always-on display).
Επιδόσεις – Μπαταρία
Περνάμε στο κομμάτι των επιδόσεων, όπου λίγο-πολύ, θα δούμε πως το Xiaomi Mi 11 Ultra «φοράει» τα καλύτερα της αγοράς. Είναι εξοπλισμένο με τον οκταπύρηνο Snapdragon 888 (1x ARM Cortex-X1 @ 2.84GHz, 3x ARM Cortex-A78 @ 2.4GHz και 4x ARM Cortex-A55 @ 1.8GHz) που πλαισιώνεται από τη GPU Adreno 660, 12GB LPDDR5 RAM και αποθηκευτικό χώρο 256GB UFS 3.1 – στην αγορά της Κίνας διατίθενται μοντέλα με 8GB ή 16GB RAM και 512GB αποθηκευτικού χώρου, ενώ όλα τα μοντέλα υποστηρίζουν συνδεσιμότητα 5G. Στο AnTuTu benchmark βρίσκεται εντός της πρώτης πεντάδας, σε ανώτερη θέση από ναυαρχίδες άλλων εταιρειών παρότι χρησιμοποιούν το ίδιο SoC ενώ η Xiaomi υπόσχεται ψύξη σε πολλαπλά επίπεδα, χρησιμοποιώντας κομμάτια χαλκού και γραφίτη, θερμοαγώγιμη πάστα και vapour chamber για να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις του Snapdragon 888.
Ο οποίος μπορεί να αντέξει τα πάντα ή τουλάχιστον δεν καταφέραμε να τον ζορίσουμε με όσα κι αν δοκιμάσαμε. Σε οτιδήποτε αφορά απλές εφαρμογές (social, mails κλπ) υπήρχαν ανοιχτές παράλληλα τουλάχιστον 2-3 εφαρμογές και πάντοτε η εναλλαγή μεταξύ όλων ήταν άμεση κι απροβλημάτιστη. Στα παιχνίδια, από Genshin Impact έως Call of Duty: Mobile, ανταπεξήλθε και με το παραπάνω διατηρώντας σταθερά καρέ σε υψηλά γραφικά, με όποιες πτώσεις να είναι στιγμιαίες κι ανεπαίσθητες.
Τα 120Hz και το υψηλό touch sampling rate της οθόνης δίνουν μια αφάνταστα premium αίσθηση στην εμπειρία, ενώ επίσης τα δύο ηχεία (ρυθμισμένα από την Harman Kardon) είναι πολύ δυνατά, καθαρά και με φοβερό μπάσο – πάντοτε για τα δεδομένα ενός smartphone. Με τόσο μεγάλη, φωτεινή και ποιοτική οθόνη ακόμη και η παρακολούθηση βίντεο επί σειρά ωρών ήταν απολαυστική, με τον ήχο του κινητού να είναι προτιμότερος από ένα ζευγάρι ακουστικά. Ωστόσο, μετά από λίγα λεπτά παιχνιδιού το κινητό ανέβαζε αισθητά θερμοκρασία κι αυτό φάνηκε να έχει αντίκτυπο στην μπαταρία.
Η οποία μπαταρία δεν τα πηγαίνει και περίφημα, δεδομένων των δυνατοτήτων και αριθμών. Είναι χωρητικότητας 5000mAh και θα περίμενε κανείς εξαιρετική διάρκεια μεταξύ των φορτίσεων, όμως η πραγματικότητα είναι λίγο διαφορετική. Με διαρκή μικτή χρήση (από , κατάφερε να κρατήσει από το πρωί έως το μεσημέρι, με τη φωτεινότητα περίπου στο 50%, τα Wi-Fi/Bluetooth μονίμως ενεργοποιημένα και την οθόνη στα 120Hz. Με λίγο πιο σποραδική χρήση, δηλαδή σε μια μέρα όπου δεν το δοκιμάζαμε ενεργά αλλά λειτουργούσε σε απλές καθημερινές συνθήκες, έφτασε περίπου τις 10 ώρες ζωής.
Τα χαρούμενα νέα σε όλο αυτό είναι η φόρτιση, όπου υποστηρίζονται 67W τόσο για ενσύρματη όσο και ασύρματη φόρτιση – το δεύτερο μπορεί να επιτευχθεί μονάχα με τον ειδικό φορτιστή της Xiaomi, ισχύος 80W. Στο κουτί παρέχεται ενσύρματος φορτιστής 67W, ο οποίος μέσα σε κάτι παραπάνω από μισή ώρα παρέχει μια πλήρη φόρτιση, οπότε κάποιος που φορτίζει από το 20% έως το 100% θα γλιτώσει αρκετά πολύτιμα λεπτά από τον ήδη ελάχιστο χρόνο φόρτισης. Παρόλα αυτά, για κάποιον που βρίσκεται διαρκώς στο πόδι, όσο γρήγορη κι αν είναι η φόρτιση δεν μπορεί να αντικαταστήσει την αυτονομία τουλάχιστον χωρίς θυσίες όπως τα 60Hz έναντι των 120Hz.
Σε επίπεδο λειτουργικού, τρέχει Android 11 με MIUI 12 (πλέον, 12.5 μιας και κυκλοφόρησε αναβάθμιση) το οποίο κατά βάση είναι τυπικό Android με λίγες παρεμβάσεις από τη Xiaomi. Οι βασικές προσθήκες είναι αισθητικές (εικαστικά και animations) και κάποιες επιπλέον λειτουργίες, όπως παράλληλα ανοιχτά παράθυρα που ο χρήστης μπορεί να μεγαλώσει και να μικρύνει, και πλέον διαθέτει app drawer όπου όλες οι εφαρμογές εμφανίζονται σε ένα μέρος. Όσον αφορά τα γραφικά, είναι διακριτικά και όμορφα, δίνουν έναν ξεχωριστό χαρακτήρα στο κατά τα άλλα γνώριμο περιβάλλον κι έπειτα οι νέες δυνατότητες είναι καλοδεχούμενες. Υπάρχουν κάποια bugs, άλλα σε γραφικά κι άλλα σε λειτουργίες, τα οποία σταδιακά εξαλείφονται σε γενικές γραμμές η κατάσταση έχει σταθεροποιηθεί – η αρχική αναβάθμιση σε MIUI 12.5 είχε πλήθος προβλημάτων.
Κάμερα
Πολλά ειπώθηκαν για την τεράστια κάμερα στην πλάτη της συσκευής, όμως δικαιολογεί το μέγεθος και τα λόγια; Αρχικά, πρόκειται για ένα σύστημα τριών καμερών με την κύρια wide (50MP, f/1.95, 1/1.12” μέγεθος αισθητήρα, OIS) να συνοδεύεται από μια ultra-wide (48MP, 128 μοιρών, f/2.2, 1/2.0” μέγεθος αισθητήρα) κι ένα φακό telephoto (120x ψηφιακό zoom, 10x υβριδικό zoom, 5x οπτικό zoom, OIS). Μπορεί να καταγράψει έως 8K video από κάθε κάμερα, με τη διαφορά ότι η βασική θα υποστηρίζει και HDR.
Ο τεράστιος αισθητήρας της βασικής κάμερας δείχνει εύκολα τις δυνατότητές του, καθώς δέχεται πολύ φως και καταφέρνει να διατηρήσει χρώματα, υφές και λεπτομέρειες ακόμη και σε χαμηλό φωτισμό όπως λίγα smartphones μπορούν να καταφέρουν. Δίνει επίσης φοβερό εφέ bokeh, θολώνοντας άριστα το παρασκήνιο γύρω από το θέμα, όμως σε λίγο πιο σύνθετα αντικείμενα καμιά φορά θολώνει πολύ κοντά στις άκρες του αντικειμένου και είτε πρέπει να ζήσουμε με αυτό είτε να εστιάσουμε ξανά με την ελπίδα να μην το επαναλάβει. Σε πλήρες σκοτάδι, το Night Mode τα καταφέρνει εξαιρετικά, πάλι οφείλοντας πολλά στον μεγάλο αισθητήρα της κάμερας – απλώς υπάρχει μια αισθητή πτώση στην ποιότητα χρώματος, κάπως αναμενόμενο αλλά άξιο αναφοράς.
Στο κομμάτι του βίντεο, τα πηγαίνει εξίσου καλά με μικρές παραφωνίες, όπως το autofocus που συχνά πασχίζει να ακολουθήσει επαρκώς το θέμα ή την οπτική σταθεροποίηση που άλλοτε είναι τέλεια κι άλλες στιγμές όχι τόσο αξιόπιστη. Κατά τα άλλα, 8K/24fps ή 4K/60fps, με πολλές επιλογές για έως και 960fps σε χαμηλότερη ανάλυση, προσφέρει την αναμενόμενη ποιότητα σε λεπτομέρειες, υφές και χρώματα που θα περίμενε κανείς, σαφώς όμως κατώτερα των στατικών εικόνων που παράγει η βασική κάμερα.
Ο υπερευρυγώνιος φακός τα πηγαίνει περίφημα, προσφέροντας τη μεγαλύτερη γωνία που υπάρχει αυτή τη στιγμή σε smartphone και παρότι υπάρχει εμφανής πτώση ποιότητας συγκριτικά με τη βασική κάμερα, σε καμιά περίπτωση δεν είναι κακή ή έστω μέτρια. Ακόμη κι αν αποτυπωθεί μια τεράστια εικόνα που ύστερα θα γίνει crop, το αποτέλεσμα παραμένει εντυπωσιακό και λεπτομερές ακόμη κι αν η φωτογραφία τραβήχτηκε μέσα στη νύχτα. Βέβαια, πάλι λόγω της μεγάλης γωνίας λήψης, οι άκρες της φωτογραφίας έχουν ορατή παραμόρφωση, κάτι σύνηθες για ultra-wide φακούς αλλά σε μεγαλύτερο βαθμό λόγω του οπτικού πεδίου.
Μετά, ο τηλεφακός. Η Xiaomi υπόσχεται 120x zoom όπως στην πράξη, δεν είναι τόσο καλό ώστε να το προτιμήσει κανείς εκτός αν θέλει μια πάρα πολύ γενική φωτογραφία που της λείπει η λεπτομέρεια και η ευκρίνεια σε κάθε σημείο. Γενικώς, μετά το 30-40x η ποιότητα εικόνας μειώνεται δραματικά αλλά για συγκεκριμένες χρήσεις το τόσο μεγάλο zoom εξυπηρετεί το σκοπό του – άλλωστε, δε θα είναι κάθε φωτογραφία σε 100x zoom. Σε πιο χαμηλά επίπεδα μεγέθυνσης, έως το υβριδικό 10x zoom, τα αποτελέσματα είναι εκπληκτικά (εν μέρει χάρη στον οπτικό σταθεροποιητή) όσο δεν κοιτάζει κανείς πολύ αναλυτικά την εικόνα – υπάρχουν αστοχίες σε χρώματα και άκρες. Σε γενικές γραμμές, είναι από τους πιο ικανούς τηλεφακούς που μπορεί να βρει κανείς σε κινητό σήμερα.
Η selfie κάμερα των 20MP κάνει καλά τη δουλειά της αλλά ως εκεί – δεν εντυπωσιάζει και βλέποντας τις φωτογραφίες από αυτή, κανείς δε θα καταλάβαινε πως προέρχονται από ένα τόσο premium κινητό και δη ένα που δε «λυπήθηκε» τίποτα στο θέμα κάμερας. Δεν υπάρχει κάτι κακό, κάτι που ξεχωρίζει για τους λάθος λόγους, αλλά δεν υπάρχει και το αντίστροφο. Όταν χαμηλώσουν τα φώτα, όπως είναι αναμενόμενο, η ποιότητα κάνει «βουτιά». Δεδομένου ότι υπάρχει η μικρή οθόνη στην πλάτη, που πρακτικά επιτρέπει τη λήψη selfie με την κλάσεις ανώτερη βασική κάμερα, η selfie cam μάλλον θα φανεί χρήσιμη για βιντεοκλήσεις ή παρόμοιες χρήσεις.
Συμπέρασμα
Κάνοντας ένα βήμα πίσω και βλέποντας όσα προσφέρει το Xiaomi Mi 11 Ultra, είναι δύσκολο να βρεθεί κάτι που λείπει. Εκπληκτική οθόνη, φανταστική κάμερα, δύο δυνατά ηχεία, ταχύτατη φόρτιση, επεξεργαστής και μνήμες από το «επάνω ράφι», μια μικρή οθόνη για επιπλέον χρήσεις (όσο περιορισμένες κι αν είναι) – είναι γεμάτο δυνατότητες και λειτουργίες.
- 1
- 1