Μας άρεσε
- Mini διαστάσεις, Max επιδόσεις
- 5G
- Κάμερα
- Εγγραφή βίντεο
Δεν μας άρεσε
- To Face ID «τρώει» πολύ οθόνη και δεν είναι Covid compatible
- Αυτονομία
- Θύρα Lightning
- Αντανακλάσεις στο βίντεο
Φέτος, η Apple επιχειρεί κάτι που είχαμε αρκετά χρόνια να δούμε. Λανσάρει ένα μικρό iPhone (μικρότερο, έστω) μαζί με τα βασικά iPhone της χρονιάς, κάτι που σημαίνει ότι μοιράζεται σχεδιασμό και χαρακτηριστικά με τα μεγάλα του «αδερφάκια». Χάρη σε αυτό, υπάρχουν πλέον τέσσερις επιλογές για κάποιον που ενδιαφέρεται να αποκτήσει ένα νέο iPhone και μια από τις πιο ενδιαφέρουσες είναι το iPhone 12 Mini.
Επιστρέφοντας στις ρίζες των iPhone και στον πιο compact σχεδιασμό, το μικρό νέο iPhone είναι κάτι που θα τραβήξει τα βλέμματα αν όχι για τις επιδόσεις του, για τον compact σχεδιασμό που τα τελευταία χρόνια έχει σχεδόν εκλείψει από τον χώρο των smartphones, γενικά. Για όσους θυμούνται, κάτι παρόμοιο είχε δοκιμάσει τα προηγούμενα χρόνια η Sony με τη σειρά Compact που όμως δεν προχώρησε.
Σχεδιασμός – Οθόνη
Με συνολικές διαστάσεις 131.5 x 64.2 x 7.4mm, το iPhone 12 Mini είναι αρκετά μικρό και βολικό για χρήση με το ένα χέρι. Η οθόνη του εκτείνεται για 5.4” με πολύ μικρά bezels, εξαιρώντας την κορυφή της στην οποία βρίσκεται το notch που γνωρίσαμε με το iPhone X, όπου και βρίσκεται η selfie κάμερα. Ουσιαστικά, η συσκευή έχει σχεδόν το μέγεθος του iPhone SE όμως καθώς εξαλείφει τα bezels, η οθόνη αγγίζει τις 5.4” έναντι των 4.7” του SE. Όπως και με το iPhone X, δεν υπάρχει πλέον Home button στο κάτω μέρος και το ξεκλείδωμα γίνεται μέσω PIN ή FaceID, το οποίο λειτουργεί πολύ καλά όμως δεδομένης της κατάστασης με τις μάσκες δεν μπορεί να κάνει θαύματα – πρέπει να βλέπει καθαρά το πρόσωπο του χρήστη για να ξεκλειδώσει. Επιπλέον το μέγεθος του κόβει αρκετό περιεχόμενο από την οθόνη και σε συνδυασμό με την Covid-19 εποχή, θα προτιμούσαμε έναν αναγνώστη δακτυλικών αποτυπωμάτων κάτω από την οθόνη.
Η οθόνη του είναι κατασκευασμένη από “Ceramic Shield”, όπως είχε αποκαλύψει η Apple, το οποίο ουσιαστικά είναι ένα κράμα υλικών που την κάνει πολύ ανθεκτική. Ευτυχώς ή δυστυχώς, δεν επιχειρήσαμε να δούμε πόσο αντέχει, όμως η αίσθηση που μας άφησε είναι πως όντως πρόκειται για κάτι ποιοτικό και ανθεκτικό καθώς δεν εμφάνισε σημάδια κατά την περίοδο των δοκιμών μας.
Το περίβλημα της συσκευής είναι κατασκευασμένο από αλουμίνιο με πιο παχιές πλευρές, θυμίζοντας περισσότερο ένα iPhone 5 από ότι το περυσινό iPhone 11. Ανάλογα την εμπειρία του καθενός σχετικά με το κράτημα στο χέρι, αυτό είναι καλό ή κακό, καθώς οι καμπύλες δεν είναι πάντα βολικές για κάποιους. Στο κάτω μέρος εντοπίζεται το μικρόφωνο, η θύρα Lightning και το βασικό ηχείο, το οποίο μπορεί να λειτουργήσει στερεοφωνικά συνδυαστικά με το ηχείο-ακουστικό που κρύβεται στο notch. Το αποτέλεσμα του ήχου είναι είναι πολύ ικανοποιητικό για τις περισσότερες χρήσεις, όπως παρακολούθηση βίντεο, αλλά στη μουσική ενδεχομένως να μην εντυπωσιάσει καθώς το υβριδικό ηχείο του notch δεν παράγει το ίδιο μπάσο με το βασικό.
Η πίσω πλευρά είναι κατασκευασμένη από γυαλί στο οποίο έχει παρέμβει η Corning, δίνοντάς του μεγάλη ανθεκτικότητα που, αν κρίνουμε από τις δοκιμές μας, ισχύει. Το κινητό ακούμπησε σε τραπέζια και άλλες επιφάνειες αρκετές φορές, δίχως εμφανή σημάδια καταπόνησης στην πλάτη.
Στην πλάτη επίσης θα βρούμε την νέα διπλή κάμερα, μια wide και μια ultra-wide ανάλυσης 12MP έκαστη. Η διάταξή τους παραμένει όπως τη γνωρίσαμε στο iPhone 11, με ένα μικρό «κουτάκι» με στρογγυλεμένες γωνίες να εξέχει ελάχιστα από την πλάτη και μέσα στο οποίο βρίσκονται οι δύο φακοί και το flash.
Επιστρέφοντας στην οθόνη, πρόκειται για μια Super Retina XDR με ανάλυση 2340x1080 και πυκνότητα 476ppi. Στα θετικά πως πλέον, ακόμη και αυτό το μικρότερο iPhone, το πάνελ είναι τεχνολογίας OLED και φαίνεται να έγινε το στάνταρ για όλα τα iPhone στο εξής, μιας και κανένα μοντέλο της σειράς iPhone 12 δεν χρησιμοποιεί κάτι διαφορετικό.
Χάρη σε αυτή την αλλαγή, τα χρώματα είναι φανταστικά αλλά όπως είναι γνωστό, τα μαύρα είναι ακόμη καλύτερα – πρακτικά, είναι μαύρα, πραγματικά μαύρα. Καθώς ενσωματώνει HDR και φοβερή φωτεινότητα (625 nits με max τα 1200), κάτι που σε συνδυασμό με το OLED πάνελ είναι ιδιαίτερα ελκυστικό στο μάτι ενώ ο χρήστης μπορεί εύκολα να διαβάσει κείμενο σε εξωτερικό χώρο. Ανέκαθεν τα iPhone είχαν εκπληκτικές οθόνες και η παράδοση συνεχίζεται, ανεβαίνοντας ένα σκαλοπάτι. Δεδομένου του μεγέθους της οθόνης, δεν είναι βέβαιο πως κάποιος θα την προτιμά για παρακολούθηση βίντεο αν έχει εναλλακτική επιλογή, όμως αν το μέγεθος δεν είναι πρόβλημα τότε η εμπειρία θα είναι εξαιρετική.
Επιστροφή στις εποχές των compact smartphones που μπορούσε κάποιος να τα χειριστεί με ένα χέρι, λοιπόν. Για όποιον δεν θέλει να κινείται με ένα μεγάλο smartphone, καθώς δεν του χρειάζεται η τεράστια οθόνη, ίσως είναι παραπάνω από βολικό – όμως λόγω του μικρού μεγέθους η πληκτρολόγηση (και δη με δύο δάχτυλα) ίσως είναι δύσκολη για κάποιον με μεγάλα δάχτυλα.
Επιδόσεις – Μπαταρία
Από το εργοστάσιο έρχεται με την έκδοση iOS 14, τη νεότερη της αγοράς, η οποία προσθέτει πράγματα όπως επεξεργασία βίντεο και εικόνων με HDR και ανασχεδιασμό της Home Screen με την παρουσία widgets, ένα από τα πιο «αξιομνημόνευτα updates» στην ιστορία του λογισμικού. Δεν λείπουν φυσικά διορθώσεις διαφόρων bugs και μικροαλλαγές. Προς το παρόν, είναι εξαιρετικά σταθερή και τα όποια bugs είχαν αναφερθεί είτε έχουν διορθωθεί είτε δεν μας απασχόλησαν. Επομένως, πρόκειται για την κλασική εμπειρία iOS δίχως πολλές αλλαγές και παρότι γενικά είναι εύχρηστο λογισμικό, η εναλλαγή από Android και τούμπαλιν έχει κάποιες μικροδιαφορές που δεν αναμένεται να απασχολήσουν τον μέσο χρήστη. Για κάποιον που χρησιμοποιεί χρόνια Android, η μετάβαση θα είναι εύκολη αν όχι λίγο παράξενη για κάποιες μέρες, ενώ για όποιον αναβαθμίσει από προηγούμενο iPhone η αλλαγή θα είναι ανεπαίσθητη – αν κιόλας είχε αναβαθμίσει την παλιά του συσκευή σε iOS 14, δε θα υπάρξει διαφορά.
Μέσα στο ανασχεδιασμένο του σώμα, εντοπίζεται το Apple A14 Bionic chip – όπως ακριβώς και στα υπόλοιπα μοντέλα iPhone 12. Χάρη σε αυτό, είναι σε θέση να προσφέρει ταχύτητα οπουδήποτε, από την εναλλαγή εφαρμογών έως τα παιχνίδια και τη γενικότερη χρήση. Είναι δύσκολο να πούμε ότι το φτάσαμε σε σημείο πίεσης ή τουλάχιστον δεν άφησε να γίνει αντιληπτό το όποιο κόλλημα. Ακόμη και σε απαιτητικά παιχνίδια, όπως το Call of Duty Mobile, παίζαμε σταθερά με τα γραφικά στο High και η απόδοση δεν αποτέλεσε ποτέ πρόβλημα.
Το πρόβλημα ήρθε από αλλού. Ως μικρότερο κινητό, το iPhone 12 Mini έχει μικρότερης χωρητικότητας μπαταρία από τα υπόλοιπα της σειράς και αυτό γίνεται άμεσα αντιληπτό. Με απλή, καθημερινή χρήση όπως έλεγχος e-mails, ολιγόλεπτο σερφάρισμα σε social media και ίντερνετ ή λήψη φωτογραφιών, η μπαταρία δεν άντεχε μέχρι την ώρα του φαγητού το οποίο είναι κάπως απογοητευτικό. Αν παίζαμε και παιχνίδια, όπως το Call of Duty Mobile που αναφέρθηκε, οι ώρες μειώνονταν ακόμη περισσότερο.
Εξαιτίας αυτού, η συμπερίληψη "ταχείας" φόρτισης στα 15W είναι καλοδεχούμενη και γεμίζει πάνω από τη μισή μπαταρία σε περίπου μισή ώρα, με την πλήρη φόρτιση να θέλει περίπου 80 λεπτά στην πρίζα. Όμως, αφενός μιλάμε για κινητό οπότε δεν γίνεται να κυκλοφορεί κανείς με φορτιστή και να ψάχνει πρίζα (υπάρχει η λύση του powerbank, όμως ούτε αυτό είναι πρακτικό), αφετέρου ο φορτιστής δεν περιλαμβάνεται στη συσκευασία οπότε θα πρέπει να αγοραστεί ξεχωριστά – αν δεν υπάρχει ήδη από προηγούμενη συσκευή. Επιπλέον, αντί για USB-C συνεχίζει να χρησιμοποιείται η θύρα Lightning και περιλαμβάνεται το αντίστοιχο καλώδιο, οπότε ακόμη και σε σπίτι κάποιου φίλου ας πούμε, θα πρέπει να έχει κανείς μαζί το καλώδιο αν ο φίλος δεν έχει iPhone.
Αν ο φίλος αυτός, βέβαια, έχει ασύρματο φορτιστή τύπου Qi τότε το πρόβλημα ελαχιστοποιείται ελάχιστα καθώς το iPhone 12 Mini διαθέτει ασύρματη φόρτιση στα 7.5W μέσω φορτιστών Qi. Είναι ευκολότερο να τοποθετηθεί σε έναν οριζόντιο φορτιστή παρά σε έναν κάθετο, καθώς λόγω του μικρότερου μεγέθους, το κέντρο της πλάτης του κατά πάσα πιθανότητα δεν θα «βρίσκει» το σημείο φόρτισης. Με την επαναφορά του MagSafe, η Apple προσφέρει (ξεχωριστά) έναν ασύρματο φορτιστή που μαγνητίζεται και «κολλάει» στην πλάτη της συσκευής (και κάθε συσκευής iPhone 12) κάνοντας ευκολότερη την όλη διαδικασία αν και οι ταχύτητες και σ' αυτή την περίπτωση είναι πολύ (πολύ) αργές συγκριτικά με τον ανταγωνισμό.
Θυμίζουμε πως το iPhone 12 Mini διατίθεται σε εκδόσεις 64GB, 128GB και 256GB στα 869€, 929€ και 1059€ αντίστοιχα – η παράδοση της μη επεκτάσιμης χωρητικότητας μέσω κάρτας μνήμης συνεχίζεται, μιας και αναφέραμε χωρητικότητες, με τα 64GB του αρχικού μοντέλου να είναι λίγα. Για τα συγκεκριμένα χρήματα, λοιπόν, θα θέλαμε καλύτερη μπαταρία και μεγαλύτερη χωρητικότητα. Το iPhone 12 Mini είναι μια μικρή και ευέλικτη συσκευή, κάτι διαφορετικό ίσως από τα περισσότερα smartphones που κυκλοφορούν πλέον καθαρά λόγω μεγέθους, οπότε ίσως είναι η ιδανική λύση για έναν επαγγελματία που δε θέλει να βλέπει βίντεο ή να παίζει παιχνίδια κι απλώς να μιλάει, να απαντάει σε e-mails κλπ μέσω της συσκευής. Για τον άνθρωπο αυτόν, η μπαταρία μάλλον θα είναι το μοναδικό -αλλά μεγάλο- πρόβλημα.
Κάμερα
Φτάνουμε σε ένα από τα πιο σημαντικά μέρη ενός iPhone: κάμερες. Για αρχή, η εμπρόσθια selfie κάμερα των 12MP και διαφράγματος f/1.6. Η ποιότητά της είναι πολύ καλή όταν τη βοηθά ο φωτισμός, είτε σε φωτογραφία είτε σε βίντεο. Για χρήση σε βιντεοκλήσεις είναι άψογη, συνδυαστικά και με το πολύ καλό μικρόφωνο, όπως και για την περιστασιακή selfie. Τα πράγματα δυσκολεύουν μόνο όταν ο φωτισμός δεν επαρκεί, το οποίο συνεπάγεται θολούρες γύρω από φωτεινά σημεία και έλλειψη λεπτομέρειας ακόμη και σε μέτρια-φωτισμένα σημεία, όμως ας μην ξεχνάμε πως πρόκειται για τη selfie και όχι την κύρια κάμερα.
Η κύρια κάμερα, λοιπόν, χωρίζεται σε δύο μέρη όπως αναφέρθηκε και (πολύ) νωρίτερα: μια wide και μια ultra-wide 120 μοιρών, στα 12MP η καθεμία με διαφορά στο διάφραγμα – f/2.2 για την (κύρια) wide, f/2.4 για την ultra-wide.
Τα αποτελέσματα που παράγει η βασική κάμερα είναι εκπληκτικά, αποτυπώνοντας άψογα λεπτομέρεια και διατηρώντας τα χρώματα ζωντανά και ευχάριστα δίχως να μπλέκονται μεταξύ τους ακόμη και σε πιο κοντινή ανάλυση. Φωτογραφίζοντας υπό το φως του ήλιου φέρνει, όπως είναι αναμενόμενο, τα καλύτερα αποτελέσματα και το κυριότερο, δεν απαιτούνται ρυθμίσεις από τον χρήστη. Αν κάποιος πιο έμπειρος φωτογράφος παρέμβει στις ρυθμίσεις χειροκίνητα, η ελευθερία είναι αρκετή για να αλλάξει πολλά σημεία και να μεταμορφώσει πρακτικά τη φωτογραφία.
Σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού, τα πράγματα είναι εμφανώς βελτιωμένα σε σχέση με την κάμερα των iPhone 11, μιλώντας για απλή λήψη δίχως τις βελτιώσεις της νυκτερινής λήψης. Τα προβλήματα που υπάρχουν στη selfie κάμερα, όπως το θόλωμα γύρω από φωτεινά σημεία, μειώνεται αισθητά όμως δεν εξαλείφεται. Χρησιμοποιώντας το Night Mode, τα προβλήματα πηγαίνουν περίπατο, καθώς η φωτογραφία βγαίνει με τέτοια ποιότητα που δυσκολεύται κανείς να πιστέψει υπό ποιες συνθήκες τραβήχτηκε.
Η λειτουργία πορτρέτου, που βρίσκεται στην κύρια κάμερα, λειτουργεί πολύ καλά και βοηθά στο να τονίζει τα χρώματα, τις υφές και τις λεπτομέρειες όμως θα θέλαμε λίγη περισσότερη παραμετροποίηση ως προς το θόλωμα του παρασκηνίου για να μην είναι τόσο έντονη η διαφορά εστίασης μεταξύ του ατόμου και του παρασκηνίου – μιλάμε για λεπτομέρειες. Για φωτογράφιση σε Portrait Mode παράλληλα με νυχτερινή λήψη, θα πρέπει να προτιμήσετε το iPhone 12 Pro ή Pro Max, καθώς τα iPhone 12 και iPhone 12 Mini μπορούν να κάνουν ένα από τα δύο ταυτόχρονα. Μικρό το κακό, βέβαια, για όποιον μπορεί να «παίξει» με τις ρυθμίσεις ενόσω έχει ενεργοποιημένο το Night Mode.
Επίσης, σε σχέση με τα δύο Pro μοντέλα, το Mini και το απλό μοντέλο υπολείπονται ως προς τον τηλεφακό. Το zoom φτάνει τα 2x (οπτικό) και 5x (ψηφιακό), πράγμα που περιορίζει τη χρήση της κάμερας για κάποιον που το χρειάζεται. Επομένως, αν κάποιος βασίζεται στο iPhone του για μακρινές λήψεις, καλό θα ήταν να προσπεράσει τα δύο πρώτα από τα τέσσερα συνολικά μοντέλα.
Όσον αφορά τον υπερευρυγώνιο φακό, η ποιότητα είναι πολύ κοντά συγκριτικά με του βασικού, υπό ιδανικές συνθήκες. Το μικρότερο διάφραγμα που διαθέτει κάνει πιο αισθητή την μικρή πτώση ποιότητας όταν ο φωτισμός δεν επαρκεί ή κατά τη νυχτερινή λήψη. Έχει την τάση να φωτίζει ακόμη περισσότερο τα ήδη υπερβολικά φωτεινά σημεία που μπορεί να έχει μια εικόνα, όπως μια λάμπα μέσα στο σκοτάδι, με το οποίο είτε θα πρέπει να συμβιβαστεί κανείς είτε να «παίζει» με τις ρυθμίσεις – πάντοτε, αν ο υπερευρυγώνιος είναι απαραίτητος για τη λήψη και δεν καλύπτει ο ευρυγώνιος.
Η καταγραφή βίντεο γίνεται σε 4K/60fps, ενώ με τη συμπερίληψη του Dolby Vision HDR γίνεται ένας συμβιβασμός στα 4K/30fps. Βέβαια, η χρήση του δεν είναι απαραίτητη ενώ ακόμη κι αν γίνει καταγραφή με ενεργοποιημένο το Dolby Vision HDR, υπάρχει η επιλογή να μεταφερθεί το αρχείο του βίντεο δίχως να περιλαμβάνει την επεξεργασία του Dolby Vision, για να μπορεί να το παρακολουθήσει κάποιος σε οθόνες χωρίς HDR.
Οι λήψεις είναι εντυπωσιακά σταθερές ακόμη και εν κινήσει, ενώ φυσικά διατηρείται η άκρως ικανοποιητική απόδοση χρωμάτων. Το Smart HDR 3 που υποσχέθηκε η Apple φαίνεται πως κάνει πολύ καλή διαχείριση των χρωμάτων, καθώς τα επεξεργάζεται σε σημείο που τους δίνει ζωντάνια δίχως να τα κάνει να φαίνονται ψεύτικα ή «πειραγμένα» - το ίδιο ισχύει και για τις φωτογραφίες. Επιπλέον, για τους λάτρεις των social media, η δυνατότητα να επεξεργαστεί κάποιος το βίντεο επί τόπου κι έπειτα να το μοιραστεί είναι καλοδεχούμενη και πολύ εύχρηστη. Και όλα αυτά για να μη ξεχνιόμαστε, από ένα smartphone με τόσο μικρές διαστάσεις.
Τα πάντα δεν είναι ρόδινα όμως αφού το φαινόμενο των αντανακακλάσεων στην εγγραφή βίντεο είναι αρκετά φανερό όπως μπορείτε να δείτε και στο παρακάτω δοκιμαστικό, ένα πρόβλημα που υπήρχε και σε παλαιότερες γενιές αλλά πλέον θα λέγαμε είναι χειρότερο στο iPhone 12.
Συμπέρασμα
Η στροφή σε ένα μικρότερο σε μέγεθος smartphone με όλα τα καλούδια των μεγαλύτερων εκδόσεών του είναι μια καλοδεχούμενη πρόταση για πολλούς αλλά νομίζουμε όχι πλέον για μεγάλο μέρος της καταναλωτικής αγοράς. Θυμίζει θα λέγαμε λίγο την Apple του παρελθόντος, προτού καθιερωθούν τα smartphones των 6”+, με την εταιρεία να επιμένει για αρκετό καιρό σε πολύ μικρότερα μεγέθη σε σχέση με τον ανταγωνισμό, μέχρι να υποχωρήσει. Είναι εύχρηστο και βολικό για την καθημερινότητα, εξαιρετικά γρήγορο και ικανό ακόμη και σε απαιτητικά σενάρια, με φανταστική οθόνη και πολύ καλές κάμερες για τον μέσο χρήστη. Η υποστήριξη 5G μας εντυπωσίασε αφού και να μην υπήρχε, δεν θα μας έκανε εντύπωση. Και όμως είναι εδώ και σίγουρα δίνει πόντους στην πληρότητα των τεχνικών χαρακτηριστικών της συσκευής με το βλέμμα στο μέλλον.
Ωστόσο, ένα μεγάλο «αγκάθι» είναι η αυτονομία του, η οποία δεν εντυπωσιάζει στο ελάχιστο και μετά βίας θα κρατήσει μια μέρα – κι αυτό με προσεκτική χρήση. Για ένα κινητό που κοστίζει τόσο, θα περιμέναμε να δίνεται η ελευθερία χρήσης στον αγοραστή του κι όχι η διαρκής σκέψη του να «κόψει» κάτι που κάνει για να γλιτώσει ένα ποσοστό μπαταρίας. Συνδυαστικά με την θύρα Lightning, που περιορίζει το θέμα «φόρτιση οπουδήποτε» μιας και το USB-C έχει πλέον καθιερωθεί, το κυρίως πρόβλημα της συσκευής είναι πρακτικά ένα, όμως αρκετά μεγάλο για να παραβλεφθεί.
-------------------
Ευχαριστούμε τη Cosmote για τη διάθεση της συσκευής για τους σκοπούς της δοκιμής.
Τα νέα iPhone είναι οι πρώτες συσκευές που έχει ενεργοποιήσει η Apple ώστε να υποστηρίζουν το δίκτυο COSMOTE 5G. Η τεχνολογία 5G δεν αποτελεί απλά την επόμενη γενιά ασύρματης επικοινωνίας, αλλά εγκαινιάζει μία εποχή υψηλών ταχυτήτων και απεριόριστων δυνατοτήτων, που συσκευές σαν τα νέα iPhone 12, με λειτουργικό iOS 14.2, μπορούν να υποστηρίξουν με τον καλύτερο τρόπο στο μεγαλύτερο δίκτυο κινητής τηλεφωνίας της χώρας. Επιπλέον τα νέα iPhone υποστηρίζουν την τεχνολογία eSIM, που έφερε πρώτη και αποκλειστικά στην Ελλάδα η COSMOTE
- 4