Μας άρεσε
- Εκπληκτική αυτονομία και ικανοποιητική γρήγορη φόρτιση
- Η βασική κάμερα αποδίδει αρκετά καλά, ειδικά σε night mode
- Λιτός σχεδιασμός
Δεν μας άρεσε
- Ο επεξεργαστής βάζει «φρένο» σε έντονη χρήση
- Δεν εντυπωσιάζει η οθόνη, δε ξεφεύγει από τα βασικά
- Η μη υποστήριξη εφαρμογών Google συνεχίζει να είναι μεγάλη απώλεια
Η Huawei κυκλοφόρησε το Huawei P Smart 2021, μια νέα πρόταση σε μια άκρως ανταγωνιστική κατηγορία. Με μεγάλη οθόνη και τετραπλή κάμερα, μπορεί να ξεχωρίσει μέσα στο πλήθος;
Σχεδιασμός – Οθόνη
Ξεκινώντας, διαθέτει οθόνη 6.67”, με συνολικές διαστάσεις σώματος 165.7 x 76.9 x 9.3mm και βάρος 206g. Ψηλά, στο κέντρο της, βρίσκεται η “punch hole” selfie κάμερα, αλλάζοντας θέση και μορφή συγκριτικά με του περυσινού P Smart, το οποίο υιοθέτησε τον σχεδιασμό “teardrop”.
Με ανάλυση FHD+, πυκνότητα 395ppi και IPS πάνελ, προσφέρει συνολικά ποιοτικά αποτελέσματα, όμως όπως είναι φυσικό, τα μαύρα δεν είναι και ό,τι καλύτερο. Καθώς η τεχνολογία AMOLED εντοπίζεται πλέον σε παρόμοια μοντέλα, ίσως δεν φανεί ικανοποιητικό σε κάποιους, όμως κάνει αξιοπρεπέστατα τη δουλειά της όσον αφορά τη φωτεινότητα και τις γωνίες θέασης – κάτι σημαντικό στην καθημερινότητα πολλών.
Στην πίσω όψη, βρίσκεται το τετραπλό σύστημα κάμερας στην αριστερή πλευρά, ενώ κατά τα άλλα η πλάτη παραμένει καθαρή με ένα διακριτικό λογότυπο Huawei στην απέναντι, κάτω μεριά. Το γυαλιστερό φινίρισμα «δείχνει» σε έκαστο από τα τρία διαθέσιμα χρώματα (Crush Green/Blush Gold/Midnight Black) ενώ και τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν του δίνουν μια premium αίσθηση στο χέρι. Παραμένει πλαστικό, όμως θα ήταν αδικία να πει κανείς πως δεν έχει καλαίσθητο σχεδιασμό.
Σε αυτό βοηθούν και τα μικρά bezels της οθόνης, όπως και η μετάβαση σε “punch hole” selfie κάμερα, καθώς χάρη σε όλα αυτά το κινητό κρατά μια «καθαρή» αισθητική σε κάθε σημείο. Ακόμη και η κάθετη διάταξη των καμερών είναι λεπτή και διακριτική, ενώ το πάχος τους δεν είναι εμπόδιο όταν το κινητό ακουμπά με την πλάτη σε μια επιφάνεια. Ούτως ή άλλως, το σύνηθες είναι να χρησιμοποιείται θήκη στο κινητό, οπότε το ήδη μικρό εξόγκωμα πρακτικά θα εξαφανιστεί.
Η θύρα φόρτισης USB-C εντοπίζεται στο κάτω μέρος της συσκευής, ανάμεσα στο μονό ηχείο και τη θύρα βύσματος 3.5mm για ακουστικά. Στο δεξί μέρος της συσκευής βρίσκεται το πλήκτρο Power, που διαθέτει ενσωματωμένο αναγνώστη δακτυλικού αποτυπώματος και πάνω από αυτό, τα πλήκτρα ρύθμισης έντασης.
Παρότι μονό, το ηχείο προσφέρει ικανοποιητική ένταση όμως όπως είναι φυσικό, αρχίζει να χάνει σε ποιότητα όσο δυναμώνει ο ήχος – δεν ενοχλεί σε κλήσεις, όμως για όποιον ακούει μουσική δίχως ακουστικά, ίσως χρειαστεί να επενδύσει σε ένα ζευγάρι. Τέλος, στην αριστερή πλευρά βρίσκεται η θύρα για κάρτα SIM και microSD, για επέκταση του αποθηκευτικού χώρου.
Επιδόσεις - Λογισμικό
Μέσα στο όμορφο αυτό σώμα, λοιπόν, βρίσκεται ο οκταπύρηνος Kirin 710A των 14nm (έναντι του Kirin 710 στα 12nm), πλαισιωμένος από 4GB RAM και 128GB αποθηκευτικού χώρου. Ο Kirin 710A διαθέτει τέσσερις Cortex-A73 χρονισμένους στα 2.0GHz και τέσσερις Cortex-A53 στα 1.7GHz, συνοδευόμενος από την GPU Mali-G51 MP4. Από ασύρματες τεχνολογίες, υποστηρίζεται Bluetooth 5.2 και dual-band Wi-Fi 802.11ac με σταθερά καλή ποιότητα σήματος, όμως απουσιάζει το NFC.
Στην πράξη, αυτό σημαίνει πως μπορεί να ανταπεξέλθει σε απλές καθημερινές χρήσεις όπως social media, browsing και (πολύ) ελαφρύ gaming, όμως δεν διαθέτει το κάτι παραπάνω για να ανταγωνιστεί συσκευές σε ίδια επίπεδα τιμών με νεότερους επεξεργαστές. Η κόντρα μεταξύ Huawei και ΗΠΑ οδήγησε την εταιρεία σε εγχώριες λύσεις όσον αφορά διάφορα εξαρτήματα και ο Kirin 710A είναι μια από αυτές, φτιαγμένος εντός της Κϊνας. Δεν εντυπωσιάζει ούτε προβληματίζει, απλώς κάνει τη δουλειά του εφόσον ο χρήστης δεν περιμένει κάτι εξαιρετικό.
Η μπαταρία των 5000mAh μπορεί να αντέξει ώρες επί ωρών σε χρήση, σε σημείο που δύσκολα βρίσκει κανείς σε ένα μοντέρνο smartphone. Επιπλέον, στη συσκευασία περιλαμβάνεται ταχυφορτιστής 22.5W που μπορεί να τη φορτίσει πλήρως σε λιγότερο από δύο ώρες και φτάνει στα μισά σε περίπου 40-45 λεπτά. Ίσως οι χρόνοι δεν φαντάζουν εντυπωσιακοί εκ πρώτης όψεως, όμως ας μην ξεχνάμε την εντυπωσιακή αυτονομία, κάτι που κάνει την ανάγκη για φόρτιση λιγότερο συχνή.
Στα του λογισμικού, ας αρχίσουμε με κάτι γνωστό και βασικό: δεν περιλαμβάνονται Google Mobile Services. Έχοντας βγάλει αυτό από τη μέση, χρησιμοποιεί το EMUI 10 της Huawei το οποίο βασίζεται στο Android 10, οπότε για όποιον χρησιμοποιεί Android τότε το περιβάλλον θα είναι γνώριμο. Αρκετές από τις μεγαλύτερες εφαρμογές υπάρχουν στο AppGallery, το κατάστημα εφαρμογών της Huawei, όμως οι ελλείψεις είναι εμφανείς σε κάποιον που στηρίζεται στο οικοσύστημα της Google δίχως να το συνειδητοποιεί – αντί για Google Maps, ας πούμε, μια καλή εναλλακτική είναι το HERE, όμως Facebook, Instagram και Messenger δεν υπάρχουν στο AppGallery. Μπορούν να περαστούν με διάφορους τρόπους, βέβαια, όμως ας παραμείνουμε στο τι υπάρχει από τη «μαμά».
Κατά τα άλλα, είναι αρκετά ευέλικτο ως λογισμικό, προσφέροντας επιλογές για τον τρόπο εμφάνισης της αρχικής οθόνης και pop-up view για εύκολη προβολή εφαρμογών πάνω από άλλες εφαρμογές. Μια εξίσου ωραία δυνατότητα είναι ο τρόπος εμφάνισης της selfie κάμερας, καθώς μπορεί να παραμείνει ως έχει ή να προστεθεί ψηφιακό notch τύπου iPhone X ή και μια οριζόντια μπάρα. Η τελευταία επιλογή είναι ίσως η πιο άκομψη, καθώς μεγαλώνει αισθητά το bezel, όμως είναι πολύ θετικό που υπάρχει καθώς πρόκειται για κάτι εντελώς υποκειμενικό. Πέραν της δυνατότητας ξεκλειδώματος με το δάχτυλο, η συσκευή διαθέτει face unlock για αναγνώριση προσώπου.
Κάμερα
Φτάνοντας στην τετραπλή κάμερα, βρίσκουμε την βασική wide-angle των 48MP συνοδευόμενη από την ultra-wide των 8MP, την macro των 2MP και έναν αισθητήρα βάθους που ολοκληρώνει το σύστημα.
Για τα δεδομένα της κατηγορίας, προσφέρει μια αρκετά ευέλικτη εφαρμογή κάμερας που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, Pro mode ώστε ο χρήστης να ρυθμίσει παραμέτρους όπως exposure, ISO, white balance κλπ. Είναι ενδελεχής και στα χέρια ενός έμπειρου (ή πειραματιζόμενου) χρήστη, μπορεί να κάνει τη διαφορά μεταξύ μιας μέτριας και μιας καλής φωτογραφίας.
Με δεδομένα αυτά, ακόμη και σε Standard mode, η βασική κάμερα (wide) αποτυπώνει καλής ποιότητας φωτογραφίες σε ιδανικές συνθήκες φωτισμού, ίσως λίγο ανώτερης από τα τυπικά της κατηγορίας. Το “Master AI” που χρησιμοποιεί για να προσαρμόσει τις σκηνές κάνει καλά τη δουλειά του, κατά κύριο λόγο, καθώς δεν εμφανίζεται έντονα ο θόρυβος σε εικόνες με μέρη της σκηνής με κακό φωτισμό.
Εκεί που κάνει τη διαφορά, κυρίως, είναι σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού. Δίχως τη λειτουργία νυχτερινής λήψης τα αποτελέσματα είναι ικανοποιητικά όταν υπάρχει επαρκής φωτισμός, όμως δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην χρησιμοποιηθεί η εν λόγω λειτουργία, καθώς δίνει πραγματικά ζωή στην εικόνα. Έπιασε λεπτομέρειες που δεν περιμέναμε και εντυπωσίασε αρκετά.
Για φωτογράφιση ανθρώπων και αντικειμένων ενσωματώνονται τα Portrait και Aperture modes, αντίστοιχα, τα οποία θολώνουν το παρασκήνιο ή το θέμα ανάλογα με τη λειτουργία. Είναι αξιοθαύμαστη η συμπερίληψη των δύο λειτουργιών αλλά και το πόσο καλά λειτουργούν στα χέρια ενός μέσου χρήστη, καθώς ο έμπειρος φωτογράφος θα παρατηρήσει (όπως και είναι φυσικό) κάποιες ατέλειες που δημιουργούνται από την εφαρμογή της θολούρας.
Χρησιμοποιώντας την ultra-wide κάμερα τόσο σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού όσο και στο φως της μέρας, η ποιότητα ήταν αισθητά χαμηλότερη συγκριτικά με της βασικής, παραμένοντας σε απλώς καλά επίπεδα, χάνοντας τη λεπτομέρεια που απολαμβάνει η βασική. Καθώς πρόκειται για τη δευτερεύουσα κάμερα, ίσως είναι κάτι αποδεκτό για τον μέσο χρήστη όμως όχι για όποιον τραβάει συχνά φωτογραφίες. Αντίστοιχα, η macro κάμερα αποδίδει καλά δεδομένων των περιορισμών σε ανάλυση και ποιότητα φακού, όπως και η εμπρόσθια selfie κάμερα που – όπως συνηθίζεται σε αυτή την κατηγορία – πρέπει να λειτουργεί με το φως μπροστά και όχι πίσω από το θέμα, καθώς κάνει υπερβολικά φωτεινή την εικόνα.
Στο κομμάτι των βίντεο, μπορεί να υποστηρίξει καταγραφή σε 1080p/60fps, όμως δεν διατίθεται σταθεροποιητής (οπτικός ή ψηφιακός) και επομένως, τα βίντεο πολύ συχνά καταλήγουν κουνημένα. Επιπλέον, παρά τις καλές επιδόσεις της αυτόματης εστίασης σε επίπεδο φωτογραφίας, το βίντεο δεν τα καταφέρνει πολύ καλά στο κομμάτι αυτό.
Συμπέρασμα
Για έναν χρήστη με περιορισμένο budget, το όνομα της Huawei είναι πάντοτε ελκυστικό. Όπως συνηθίζει η εταιρεία, το σύστημα καμερών είναι (σε γενικές γραμμές) καλό με κάποια στραβοπατήματα. Η αυτονομία είναι εξαιρετική και ο σχεδιασμός της συσκευής δεν μαρτυρά το κόστος της. Παρόλα αυτά, απευθύνεται μόνο σε χρήστες με χαμηλές απαιτήσεις, καθώς ο επεξεργαστής προσφέρει περιορισμένες επιδόσεις, η οθόνη δεν εντυπωσιάζει και η έλλειψη Play Store/Google Mobile Services παραμένει «αγκάθι» για όποιον αναζητά την ευκολία.