Η σειρά Galaxy S είναι η πλέον επιτυχημένη σειρά smartphones της Νοτιοκορεάτικης εταιρείας και στην πλειονότητα των περιπτώσεων, από τον Μάρτιο του 2010 όταν και ανακοινώθηκε το ομώνυμο smartphone, αποτέλεσε τον ιδανικό καμβά για την επίδειξη των τεχνολογικών καινοτομιών της Samsung στην αγορά της κινητής τηλεφωνίας. Σήμερα, το Samsung Galaxy S10+ είναι η καλύτερη, και η πλέον τεχνολογικά προηγμένη συσκευή της Νοτιοκορεάτικης εταιρείας (ωσότου βεβαίως κυκλοφορήσει η αρκετά ακριβότερη έκδοση «5G» γιατί το λανσάρισμα του Galaxy Fold όπως έγινε γνωστό αναβλήθηκε) μαζί με το Galaxy Note9.
Το νέο Galaxy S10+ βασίζεται στον σχεδιασμό και την αισθητική της προηγούμενης γενιάς –πράγμα θετικό, αφού το Galaxy S9+ είναι μία από τις ομορφότερες συσκευές που κυκλοφορούν σήμερα- ωστόσο έρχεται και με πολλά νέα στοιχεία και χαρακτηριστικά, τόσο στον τομέα του σχεδιασμού όσο και στον τομέα του hardware (κυρίως).
Δύο είναι οι βασικότερες διαφορές σε σχέση με το παρελθόν που είναι εμφανείς με την πρώτη ματιά. Αναφέρομαι βεβαίως στην οθόνη τύπου Infinity-O, που διαθέτει μία οπή που φιλοξενεί την διπλή εμπρόσθια κάμερα, καθώς και στην οριζόντια διάταξη των καμερών στο πίσω μέρος, οι οποίες σε σχέση με τον προκάτοχό του αυξήθηκαν σε αριθμό.
Η έκδοση «5G» έχει έναν ακόμα αισθητήρα βάθους τύπου ToF (Time-of-Flight) και λέγεται πως η Samsung θα προσαρμόσει την ίδια διάταξη και στο επερχόμενο Galaxy Note 10. Μία ακόμα σημαντική αλλαγή είναι η απουσία του αισθητήρα δακτυλικών αποτυπωμάτων από την πίσω όψη της συσκευής. Ο νέος αισθητήρας δακτυλικών αποτυπωμάτων βρίσκεται κάτω από την οθόνη και χρησιμοποιεί τεχνολογία υπέρηχων.
Σχεδιασμός και χαρακτηριστικά
Η Samsung έχει εδώ και καιρό, από την εποχή των Galaxy S8 και S8+, απομακρυνθεί από τις μεγάλες, για λόγους εντυπωσιασμού, αλλαγές στον σχεδιασμό στις δύο δημοφιλέστερες σειρές smartphone της, τη σειρά Galaxy Note και τη σειρά Galaxy S. Οι δύο καλύτερες και δημοφιλέστερες σειρές smartphone της βασίζονται στην ίδια σχεδιαστική γλώσσα έχοντας μικρές διαφορές μεταξύ τους για χάρη της «συνέχειας» και της καθιέρωσης ενός συγκεκριμένου, άμεσα αναγνωρίσιμου σχεδιαστικού προφίλ, αφήνοντας περισσότερα περιθώρια στο τμήμα σχεδιασμού της για πειραματισμούς στις άλλες, οικονομικότερες σειρές κινητών τηλεφώνων της –όπως έγινε κατανοητό και με την ολοκαίνουρια σειρά Galaxy A και κυρίως με το Galaxy A80 με την περιστρεφόμενη, pop-up/ slide-up κάμερα του.
Με την παρουσίαση της σειράς Galaxy S8, τον Μάρτιο του 2017, η Νοτιοκορεάτικη εταιρεία έδωσε έμφαση στην οθόνη, στα χαρακτηριστικά «edge» (για να δικαιολογήσει για ακόμη μία φορά την κυρτή, στις άκρες οθόνη που έφερε στην αγορά τον Σεπτέμβριο του 2014 με το Galaxy Note Edge) και στην μεγιστοποίηση της επιφάνειας εργασίας, επιδεικνύοντας εξαιρετικό «screen-to-body ratio» (αξίζει να αναφέρουμε ότι και η Κινέζικη εταιρεία Huawei ήταν από τους μεγαλύτερους υποστηρικτές των μικρών περιθωρίων στις συσκευές). Ένα περίπου χρόνο μετά, και βασιζόμενη στην ίδια συνταγή, η Samsung παρουσίασε τη σειρά Galaxy S9 που είχε ακόμα μικρότερα περιθώρια στο πάνω και κάτω μέρος ενώ διατήρησε και τις όμορφες αν και «γλιστερές» καμπύλες –επειδή η οθόνη καμπυλώνει στις δύο μεγαλύτερου μήκους πλευρές των συσκευών της σειράς Galaxy S «αγκαλιάζοντας» το μεταλλικό πλαίσιο δεν γίνεται καν λόγος για «περιθώρια» αριστερά και δεξιά.
Στις πιο πρόσφατες εκδόσεις του Galaxy Note, η Νοτιοκορεάτικη εταιρεία αποφάσισε να υιοθετήσει ένα περισσότερο τετραγωνισμένο και αυστηρό σχέδιο, για να το διαφοροποιήσει από τις συσκευές της σειράς Galaxy S, χωρίς παράλληλα να «προδώσει» τις αρχές του αναγνωρίσιμου πια χαρακτήρα του «design» της, και να τονίσει το «επαγγελματικό» στοιχείο.
Με τη νέα, επετειακή σειρά Galaxy S10, η Νοτιοκορεάτικη εταιρεία παραμένει πιστή στα βασικά στοιχεία του σχεδιασμού που καθιέρωσε με τη σειρά «S8» και βελτίωσε στη σειρά «S9», αλλά δανείστηκε και λίγο από τον «τετραγωνισμένο» χαρακτήρα της σειράς «Note 9» για να την φέρει πιο κοντά στα σημερινά πρότυπα και να την «εκμοντερνίσει» αβίαστα. Οι καμπύλες στην οθόνη δεν είναι πια τόσο απότομες για λόγους εντυπωσιασμού και διατηρούν την ίδια λειτουργικότητα με το παρελθόν με τα «edge» χαρακτηριστικά τους. Αν και τουλάχιστον για εμένα προσωπικά οι συγκεκριμένες δυνατότητες είναι σχεδόν μόνο για… φιγούρα, και δεν τις έχω χρησιμοποιήσει για τους λόγους που η Samsung τα διαφημίζει για να δικαιολογήσει την ύπαρξη τους (π.χ ευκολία πρόσβασης σε επαφές ή εφαρμογές κ.λπ), όμως τουλάχιστον τώρα, δεν είναι τόσο εύκολο να ενεργοποιηθούν από τυχαία αγγίγματα στην οθόνη.
Η οθόνη, που προστατεύεται από Gorilla Glass 6, είναι βεβαίως τεχνολογίας AMOLED και ακολουθεί τον σχεδιασμό «Infinity-O», στον οποίο είχε αναφερθεί η εταιρεία στο συνέδριο για τους προγραμματιστές της, τον Νοέμβριο της περασμένης χρονιάς. Στην οπή, που είναι αρκετά εμφανής –σε τέτοιο βαθμό που δημιουργήθηκαν διάφορα θέματα και ταπετσαρίες για το κινητό για το «καμουφλάρισμα» της - και μοιάζει με κάψουλα ή χάπι, βρίσκεται η διπλή εμπρόσθια κάμερα.
Με τη προηγούμενη γενιά, η Samsung απόλαυσε αρκετά εγκωμιαστικά σχόλια για την επιμονή της στα πολύ μικρά περιθώρια στο πάνω και κάτω τμήμα των συσκευών Galaxy S9 και την απόφαση της να μην υιοθετήσει την εγκοπή (notch) που έκανε «μόδα» η Apple με το iPhone X. Όμως με την επιλογή της να χρησιμοποιήσει οθόνη τύπου «Infinity-O» στα Galaxy S10e, S10 και S10+ δεν απέφυγε φέτος τα παράπονα και τις αντιδράσεις, αφού μπορεί οι οπές να είναι λιγότερο εμφανείς και «παρεμβατικές» από τις εγκοπές, όμως παραμένουν εμπόδιο στην υλοποίηση αυτού που θέλουν οι περισσότεροι χρήστες: μία πλήρης και απολύτως σκέτη οθόνη «για πρόσοψη». Οι περιορισμοί στην τεχνολογία σήμερα δεν επέτρεψαν στην εταιρεία να αποφύγει την οπή στην οθόνη, και παρά τις προσπάθειες της για να προσφέρει μία συσκευή «full screen» δεν κατάφερε να εξαλείψει πλήρως το περιθώριο στο πάνω μέρος της συσκευής της ελέω του μικρού αλλά αποτελεσματικού ακουστικού (ευτυχώς, διότι δεν υπάρχει και απόλυτη ικανοποίηση για τις συσκευές που έχουν αντικαταστήσει το ακουστικό και χρησιμοποιούν μικροδονήσεις και τεχνολογίες οστικής αγωγιμότητας για την μετάδοση του ήχου) αλλά και στο κάτω μέρος, όπου παρατηρούμε ένα μικρό «πηγούνι» (chin).
Οπότε πιστεύω πως η εταιρεία δεν ακολούθησε μία ξεκάθαρη οδό και φιλοσοφία στον σχεδιασμό της συσκευής της, παρά προτίμησε να κάνει μίας σειρά από συμβιβασμούς σε μία προσπάθεια να πετύχει την πολυπόθητη ισορροπία ανάμεσα στους τεχνολογικούς περιορισμούς του σήμερα και στα «θέλω» των χρηστών, καθώς και ανάμεσα στον εντυπωσιασμό και στην λειτουργικότητα. Το παραπάνω αποδεικνύεται και από την απουσία της φωτεινής ένδειξης για την κατάσταση της συσκευής ή τις ειδοποιήσεις (δεν υπάρχει notification/ status LED) αλλά και από την ιδιαίτερα σημαντική απουσία της ακριβής, αλλά ιδιαίτερα ασφαλούς προηγμένης τεχνολογίας Intelligent Scan (αναγνώριση προσώπου/ σάρωση ίριδας) και την αντικατάσταση της από μία τυπική, χωρίς ουσιαστική ασφάλεια τεχνολογία ξεκλειδώματος με το πρόσωπο τύπου Face Unlock σαν αυτές που βρίσκουμε και στο «τελευταίο» smartphone. Ευτυχώς, η εταιρεία προσάρμοσε τους αισθητήρες ambient light/ proximity κάτω από την οθόνη και κοντά στην οπή και δεν τους… πέταξε και αυτούς στο καλάθι τον αχρήστων, όπως και το ακουστικό. Το τελευταίο λειτουργεί και ως δεύτερο ηχείο για την υποστήριξη στερεοφωνικού ήχου ενώ αξιοθαύμαστη –και ευχάριστη- χαρακτηρίζω την επιμονή της εταιρείας στην διατήρηση της υποδοχής 3.5mm για τα ακουστικά προσφέροντας υποστήριξη στο πρότυπο Dolby Atmos.
Ο αισθητήρας δακτυλικών αποτυπωμάτων, έχει μετακομίσει από την πίσω όψη της συσκευής στην πρόσοψη, αλλά είναι αθέατος αφού βρίσκεται κάτω από το πάνελ της οθόνης και βασίζεται σε τεχνολογία υπερήχων.
Η Samsung υποστηρίζει ότι είναι ασφαλέστερος, περισσότερο ακριβής και ταχύτερος από τους αισθητήρες «οπτικής» τεχνολογίας, κάτι που προς απογοήτευση μου, δεν διαπίστωσα στην πράξη. Ο αισθητήρας κάνει ορισμένες φορές (ευτυχώς λίγες) «λάθη» ή χρειάζεται να χρησιμοποιηθεί περισσότερη πίεση για να ανταποκριθεί. Μετά από μία αναβάθμιση που «πήρε» η συσκευή τα πράγματα καλυτέρευσαν αρκετά, αλλά δεν έμεινα τόσο ικανοποιημένος από την λειτουργία του όσο με εκείνη ορισμένων οπτικής τεχνολογίας.
Στο πίσω μέρος του Galaxy S10+ –που όπως και η οθόνη προστατεύεται από Gorilla Glass 6- βρίσκουμε τις τρεις κάμερες (12MP/ 26mm wide με «μεταβλητό» διάφραγμα, 16MP/ 12mm ultra-wide και 12MP/ 52mm telephoto), που βρίσκονται σε οριζόντια, αισθητικά αρτιότερη κατά την άποψη μου, διάταξη και συνοδεύονται από τον κλασικό πια αισθητήρα μέτρησης των καρδιακών παλμών και το παλμικό οξύμετρο που μετράει το επίπεδο κορεσμού του αίματος σε οξυγόνο (SpO2) και το φλας. Η απουσία του αισθητήρα δακτυλικών αποτυπωμάτων από το πίσω μέρος φαίνεται πως λειτούργησε θετικά, τουλάχιστον από άποψη σχεδιασμού στο συγκεκριμένο σημείο της συσκευής.
Στην δεξιά πλευρά της συσκευής βρίσκουμε το πλήκτρο ενεργοποίησης/ απενεργοποίησης που είναι τοποθετημένο αρκετά ψηλά και δεν βολεύει ιδιαίτερα. Στην αριστερή πλευρά βρίσκεται το πλήκτρο αυξομείωσης της έντασης του ήχου, και λίγο χαμηλότερα το πλήκτρο για τον ψηφιακό βοηθό Bixby (που μπορεί να γίνει «remapped» πια).
Στην πάνω πλευρά, έχουμε το «συρταράκι» για την υποδοχή nanoSIM και την υποδοχή microSD (στην περίπτωση της Dual SIM έκδοσης, εφόσον κριθεί απαραίτητη η εγκατάσταση κάποιας κάρτας μνήμης microSD θα χρειαστεί να αποχαιρετίσετε την υποδοχή για την δεύτερη κάρτα nanoSIM) καθώς και ένας πόρος μικροφώνου.
Η υποδοχή 3.5mm για τα ακουστικά, η υποδοχή USB-C (USB3.1), το μικρόφωνο και το ηχείο βρίσκονται στο κάτω μέρος της συσκευής –από αριστερά προς δεξιά.
Ο ήχος που προέρχεται και από τα δύο ηχεία (ειδικά με την συσκευή σε «landscape mode») είναι αρκετά καλός, δυνατός και καθαρός και δεν νομίζω ότι θα απογοητευτεί κάποιος χρήστης, λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως το μέγεθος τους, την προστασία IP68 και το είδος της συσκευής. Ακόμα πιο «σούπερ» όμως είναι ο ήχος όταν συνδέεις ακουστικά, ακόμα και αυτά με το λογότυπο της AKG που βρίσκονται στην συσκευασία. Ο ήχος έχει λεπτομέρεια, μπάσο, σαφήνεια και μπορεί να είναι αρκετά δυνατός.
Το νέο Galaxy S10+ αντέχει επίσης στην σκόνη και στο νερό αφού είναι IP68-rated. Έτσι, η σκόνη δεν θα εισχωρήσει στο εσωτερικό του, αλλά ούτε και το νερό, ακόμη και αν βυθιστεί σε βάθος έως και ενάμιση μέτρου για τριάντα λεπτά. Άξιο αναφοράς είναι ότι έχοντας παραπλήσιες διαστάσεις, το νέο Galaxy S10+ (όχι με την «πλάτη» από κεραμικά υλικά) είναι ελαφρύτερο του S9+ (έχει βάρος 175 γρ. έναντι 189 γρ.) και είναι λεπτότερο κατά 0,7 χιλ. παρόλο που διαθέτει μεγαλύτερης χωρητικότητας μπαταρία. Όσον αφορά στην μπαταρία, που έχει χωρητικότητα 4100mAh, υποστηρίζει γρήγορη φόρτιση (15W). Από τον εξοπλισμό επίσης δεν απουσιάζει η ασύρματη φόρτιση (15W) αλλά και η αντίστροφη ασύρματη φόρτιση που η Samsung ονομάζει Wireless PowerShare (9W, reverse wireless charging) και που πρώτη φορά γνωρίσαμε σε συσκευές της Huawei.
Από άποψη χειρισμού, πρόκειται για μία συσκευή που «κάθεται» εξαιρετικά στο χέρι –να ήταν και το power button πιο χαμηλά- αλλά ελπίζω να μην ιδρώνετε πολύ στα χέρια, διότι γλιστράει αρκετά.
Hardware και οθόνη
Στο εσωτερικό της «Ευρωπαϊκής» έκδοσης Galaxy S10+ βρίσκεται το Samsung Exynos 9820 SoC (8nm) που ενσωματώνει οκταπύρηνο επεξεργαστή (με τη σειρά του διαθέτει δύο custom-made πυρήνες Mongoose M4 στα 2,73GHz, δύο πυρήνες Cortex-A75 στα 2,31GHz και τέσσερις χαμηλής κατανάλωσης πυρήνες Cortex-A55 χρονισμένους στα 1,95GHz) και τον επεξεργαστή γραφικών Mali-G76 MP12. Η «Αμερικάνικη» και η Κινέζικη έκδοση ενσωματώνει το Qualcomm Snapdragon 855 SoC με γραφικά Adreno 640.
Το system-on-chip ενσωματώνει επίσης μία μονάδα «νευρωνικής επεξεργασίας» (NPU) που ειδικεύεται στην επιτάχυνση διεργασιών που σχετίζονται με την Τεχνητή Νοημοσύνη (AI), ένα LTE-Advanced Pro modem (LTE Cat. 20 για ταχύτητες downlink έως και 2,0Gbps), έναν προηγμένο image signal processor (ISP) που υποστηρίζει έως και πέντε αισθητήρες, έναν multi-format codec (MFC) που υποστηρίζει το encoding/ decoding βίντεο ανάλυσης 8K στα 30fps ενώ χρησιμοποιεί PUF (Physically Unclonable Function) για την αποθήκευση και την διαχείριση προσωπικών δεδομένων σε τέλεια απομόνωση όπως λέει η εταιρεία, για την προστασία των προσωπικών δεδομένων του χρήστη. Η κατασκευαστική μέθοδος 8nm LPP (Low Power Plus) FinFET επίσης μειώνει έως και 10% την κατανάλωση ενέργειας σε σχέση με τη μέθοδο 10nm LPP. Το SoC συνεργάζεται με μνήμη τύπου LPDDR4x μεγέθους 8GB (στην δική μας περίπτωση) και με αποθηκευτικό χώρο 128GB (στην δική μας περίπτωση).
Η συσκευή κατά τα άλλα διαθέτει WiFi 802.11b/g/n/ac/ax (WiFi 6), dual-band, WiFi direct/ hotspot, Bluetooth 5.0, GPS, NFC, αισθητήρα δακτυλικών αποτυπωμάτων τεχνολογίας υπερήχων κάτω από την οθόνη, αισθητήρα heart rate/ Sp02, στερεοφωνικό ήχο, υποστήριξη Samsung DeX κ.ά.
Η οθόνη του Galaxy S10+ είναι τύπου Quad HD+ Dynamic AMOLED με διαγώνιο 6,4 ιντσών που κάνει χρήση του σχεδιασμού Infinity-O και έχει ανάλυση 3040 x 1440 pixels. Καλύπτει τις προδιαγραφές του πρότυπου HDR10+ και υποστηρίζει λειτουργία Always-On ενώ προστατεύεται από Gorilla Glass 6.
Είναι μία από τις καλύτερες, αν όχι η καλύτερη, οθόνη τεχνολογίας AMOLED που έχουμε συναντήσει σε συσκευή του είδους και διακρίνεται για τα πλούσια χρώματα της, την εκπληκτική αντίθεση της (τι άλλο περιμέναμε;) και την αρκετά υψηλή φωτεινότητα της, που καθιστά εφικτή (άνετη θα έλεγα εφόσον είναι ενεργοποιημένη η λειτουργία αυτόματης ρύθμισης της φωτεινότητας) την χρήση της συσκευής ακόμα και υπό το έντονο φως του ήλιου.
Με την ενεργοποίηση της συσκευής διαπίστωσα ότι η ανάλυση είναι ρυθμισμένη εξ ορισμού στα 2280 x 1080 pixels –προφανώς- για λόγους εξοικονόμησης ενέργειας, και τα χρώματα ήταν «υποτονισμένα» με τη Samsung να έχει προτιμήσει την «Φυσική» ρύθμιση για τη λειτουργία της οθόνης.
Σε αυτές τις ρυθμίσεις πραγματοποίησα και τις δοκιμές (και με την φωτεινότητα ρυθμισμένη χειροκίνητα στο 50%) για την διάρκεια της μπαταρίας και τις επιδόσεις, ωστόσο για την καθημερινή χρήση της συσκευής επέλεξα την «Έντονη» ρύθμιση για την λειτουργία της οθόνης που κάνει τα χρώματα να δείχνουν αρκετά πιο ζωντανά και «λαμπερά» και προτίμησα να χρησιμοποιώ την υψηλότερη ρύθμιση για την ανάλυση, για να διαπιστώσω τυχόν κολλήματα ή υστέρηση, πράγματα που τελικά δεν συνέβησαν. Μόλις ενεργοποιηθεί η «Έντονη» λειτουργία, παρέχεται πρόσβαση στην εξισορρόπηση λευκού επίσης (με τον χρήστη μάλιστα να μπορεί να πραγματοποιήσει ξεχωριστές ρυθμίσεις RGB).
Η Νοτιοκορεάτικη εταιρεία προσφέρει επίσης δυνατότητα ενεργοποίησης φίλτρου μπλε φωτός (περιορίζεται το μπλε φως που εκπέμπει η οθόνη για να μειωθεί η καταπόνηση στα μάτια και η κούραση). Μάλιστα η εταιρεία παρέχει επιπλέον ρυθμίσεις για το πόσο «έντονο» θα είναι το φιλτράρισμα (Αδιαφάνεια) καθώς και την χρήση του βάσει προγράμματος (για να χρησιμοποιηθεί η επιλογή πάντως «από την δύση έως την ανατολή του ηλίου» θα πρέπει να ενεργοποιηθεί η τοποθεσία). Για ακόμα μεγαλύτερη άνεση τη νύχτα κυρίως, προσφέρεται επίσης η «Νυχτερινή λειτουργία» (σκοτεινό θέμα), η οποία εξοικονομεί και ενέργεια.
Στις ρυθμίσεις για την «Εμφάνιση», πέρα από δυνατότητα επέμβασης σε χαρακτηριστικά της «Αρχικής Οθόνης» (πλέγμα αρχικής οθόνης, διάταξη και πλέγμα οθόνης εφαρμογών ή απόκρυψη εφαρμογών κ.ά) και της «Οθόνης Edge» ή της «Γραμμής πλοήγησης» και του «Μεγέθους γραμματοσειράς», υπάρχει επιλογή για την ενεργοποίηση της «Προστασίας από τυχαία αγγίγματα» (όταν για παράδειγμα η συσκευή βρίσκεται στην τσέπη σας), επιλογή αύξησης της «Ευαισθησίας αφής» (για να χρησιμοποιείται με προστατευτικές ζελατίνες ή λύσεις tempered glass) αλλά και δυνατότητα ενεργοποίησης της «Προφύλαξης της οθόνης».
Επίσης υπάρχει ρύθμιση για την ενεργοποίησης της λειτουργίας «Always On Display» (και με επιλογή για «Στυλ ρολογιού» και «FaceWidget» για να υπάρχει πρόσβαση σε χρήσιμες πληροφορίες στην οθόνη κλειδώματος ή στην οθόνη Always On) αλλά και ένα χρήσιμο «Εργαλείο βελτίωσης βίντεο» ώστε ο χρήστης να απολαμβάνει φωτεινότερα και ζωηρότερα χρώματα κατά την αναπαραγωγή βίντεο ή στο YouTube κ.ά.
Κάμερα
Το Samsung Galaxy S10+ διαθέτει συνολικά… πέντε κάμερες, δύο για τις ανάγκες του χρήστη στην αυτοφωτογράφιση και τρεις για την κανονική φωτογράφηση ή την λήψη βίντεο. Πιο συγκεκριμένα, για τις φωτογραφίες τύπου «selfie» υπάρχει μία κάμερα στα 10 Megapixels (f:/1.9, 26mm, με Dual Pixel Phase Detection AutoFocus) καθώς και μία δεύτερη που βασίζεται σε αισθητήρα 8,0 Megapixels (f:/2.2, 22mm) και αναλαμβάνει επιπλέον και χρέη αισθητήρα βάθους. Ο χρήστης μπορεί να φωτογραφήσει τον εαυτό του σε ανάλυση 3648 x 2736 pixels (4:3) ή 3968 x 2232 pixels (16:9).
Οι φωτογραφίες έχουν ωραία χρώματα και χαρακτηρίζονται από επαρκή λεπτομέρεια και ευκρίνεια (αν και περισσότερο προς την «soft» μεριά) και υπάρχουν διάφορα φίλτρα και εφέ για να χρησιμοποιήσετε αν δεν απουσιάζουν και τα διασκεδαστικά, και βελτιωμένα σε σχέση με το παρελθόν, AR emojis.
Η εταιρεία έχει προσαρμόσει στο πίσω μέρος της συσκευής και σε οριζόντια διάταξη τρεις κάμερες, κάτι που γίνεται για πρώτη φορά σε κινητό της σειράς Galaxy S. H «τριπλέτα» καμερών αποτελείται από μία ευρυγώνια κάμερα (77⁰ FoV) στα 12 Megapixels με Phase Detection Autofocus και OIS (σύστημα οπτικής σταθεροποίησης της εικόνας) με σύστημα φακών με μεταβλητό (στην ουσία διπλό) διάφραγμα f:/1.5-f:/2.4, από μία υπερευρυγώνια κάμερα στα 16 Megapixels (123⁰ FoV,12mm) με σύστημα φακών με διάφραγμα f:/2.2 καθώς και από μία κάμερα με τηλεφακό (f:/2.4, 52mm) που προσφέρει 2x οπτικό ζουμ και διαθέτει OIS (σύστημα οπτικής σταθεροποίησης της εικόνας).
Χάρη στις τρεις κάμερες, το κινητό της Samsung προσφέρει αρκετή ευελιξία στον χρήστη που μπορεί να εκμεταλλευτεί κάθε μία από τις κάμερες ξεχωριστά ανάλογα τις απαιτήσεις κάθε λήψης.
«Τακτοποιημένη», εύκολη και ιδιαίτερα πλούσια σε ρυθμίσεις και δυνατότητες διαπίστωσα ότι ήταν η εφαρμογή της κάμερας. Ακολουθώντας τη τάση της εποχής, υπάρχουν δυνατότητες βελτιστοποίησης των φωτογραφιών και διάφορα φίλτρα που ενισχύονται από την Τεχνητή Νοημοσύνη (Bixby Vision) με αρκετά καλά –χωρίς να μοιάζουν «ψεύτικα» ή «τεχνητά»- αποτελέσματα. Η συσκευή μπορεί και αναγνωρίζει τουλάχιστον τριάντα διαφορετικές σκηνές για να βελτιώσει το τελικό αποτέλεσμα.
Όσον αφορά στις φωτογραφίες, δεν παρατηρείται το «oversharpening» που κυριαρχεί κυρίως στα δείγματα του ανταγωνισμού από την μεριά της Κίνας. Από την άλλη, θα έλεγα ότι οι φωτογραφίες παραήταν «soft» σε ορισμένες περιπτώσεις για τα γούστα μου, κάτι που ενδεχομένως να συμβαίνει εξαιτίας του λίγο περισσότερο επιθετικού αλγόριθμου μείωσης του θορύβου. Θα ήθελα λίγη περισσότερη λεπτομέρεια –κακομαθημένος από κάποιες τελευταίες συσκευές της Huawei- αλλά γενικότερα το αποτέλεσμα είναι πολύ καλό. Πολύ καλό είναι και το οπτικό ζουμ 2x που προσφέρει, με το επίπεδο της λεπτομέρειας να διατηρείται –όσο είναι δυνατόν με τους… αλγόριθμους της Samsung- προσφέροντας επιπλέον ευελιξία.
Εκεί που «χωλαίνει» η κάμερα του Galaxy S10+ είναι στις συνθήκες με χαμηλά επίπεδα φωτισμού, έναν τομέα που ο ανταγωνισμός με τα κορυφαία κινητά Pixel 3 της Google και τα καλύτερα κινητά των σειρών Mate 20 και P30 έθεσε σε προτεραιότητα και διακρίθηκε. Θέλω να πω, ποιος ο λόγος να έχεις τρεις κάμερες σε μία συσκευή και να έχεις επενδύσει τόσο σε υλικό όσο και σε λογισμικό όταν σε… διαλύει μία συσκευή με μονή κύρια κάμερα στην «low-light» φωτογραφία;
Η υπερ-ευρυγώνια κάμερα ήταν θα έλεγα η πρώτη προτίμηση μου σε πολλές περιπτώσεις αλλά προσθέτει παραμόρφωση στις φωτογραφίες που γίνεται περισσότερο εμφανής σε κτίρια ή όπου η γεωμετρία κυριαρχεί στην εικόνα. Εκεί που για εμένα δεν έχει αντίπαλο η κάμερα του Galaxy S10+ είναι στην λήψη βίντεο (αν και βεβαίως και εδώ χρειάζεσαι καλό φως για να «βγάλεις» το καλύτερο από την συσκευή). Όχι μόνο τα χρώματα λοιπόν είναι φυσικά και η λεπτομέρεια βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, αλλά και η σταθεροποίηση εικόνας είναι κορυφαία στο είδος της.
Οπότε συνολικά θα έλεγα ότι το Galaxy S10+ είναι πολύ καλό στον τομέα της φωτογραφίας και ειδικά στο βίντεο, αλλά από την άλλη –λόγω των δειγμάτων που έχει επιδείξει ο ανταγωνισμός- σε αφήνει ανικανοποίητο αναλογικά με το κόστος του. Μία λέξη ουσιαστικά χαρακτηρίζει την κάμερα του Galaxy S10+: κρίμα.
Λογισμικό
Την ώρα που άλλοι κατασκευαστές smartphones με Android παραμένουν συντηρητικοί με την σχεδίαση του περιβάλλοντος χρήσης ή προτιμούν την ασφαλή «vanilla» λύση της Google, η Samsung με το One UI που ανακοίνωσε τον περασμένο Νοέμβριο κατά την διάρκεια του συνέδριου για προγραμματιστές της εταιρείας (Samsung Developer Conference) παίζει σχεδόν μόνη της στην κατηγορία, αφού το νέο της περιβάλλον χρήσης έρχεται φρέσκο, ομορφότερο, απλούστερο –αλλά όχι και φτωχότερο- και περισσότερο πρακτικό σε σχέση με το παρελθόν.
Το One UI προσφέρει αρκετή ευελιξία και πολλές δυνατότητες παραμετροποίησης στον χρήστη (φόντα, εικονίδια, θέματα ή οθόνες Always-On) για να προσωποποιήσει –με βάση το γούστο και τις ανάγκες του – την συσκευή του. Το λογισμικό βασίζεται βεβαίως στο Android 9 Pie με την Samsung να προσθέτει μικρά στοιχεία εδώ και εκεί για να διευκολύνει την χρήση με τον ένα αντίχειρα. Ένα σημείο που δείχνει την συγκεκριμένη φιλοσοφία είναι τα «shortcuts/ tabs» στο κάτω τμήμα της συσκευής.
Με το πάτημα του πλήκτρου για τις «ανοιχτές» εφαρμογές στο κάτω μέρος εμφανίζονται συντομεύσεις των εφαρμογών που χρησιμοποιούνται συχνά από τον χρήστη. Έτσι, ακόμα και αν ο χρήστης έχει «καθαρίσει» ή «κλείσει» όλες τις εφαρμογές, με το πάτημα του συγκεκριμένου πλήκτρου μπορεί ακόμα να προσεγγίσει τις εφαρμογές που χρησιμοποιεί συχνότερα χωρίς να καταφύγει στο «app drawer», το οποίο παρόλα αυτά εμφανίζεται άμεσα με ένα «swipe up/down» σε οποιαδήποτε οθόνη εφαρμογών (υπάρχει πάντως δυνατότητα χρήσης ενός «κουμπιού» για το «app drawer» αλλά μοιάζει υπερβολή λαμβάνοντας πόσο εύκολο και γρήγορο είναι το «swipe up/down»). Φυσικά ο χρήστης μπορεί να επέμβει στην διάταξη της αρχικής οθόνης ή στο «πλέγμα» της αρχικής οθόνης ή της οθόνης εφαρμογών ή να επιλέξει να αντικαταστήσει το «swipe down» στην αρχική οθόνη για το άνοιγμα του «app drawer» με το άνοιγμα του πίνακα ειδοποιήσεων (με swipe down θα συνεχίσει να ανοίγει το συρτάρι των εφαρμογών) ενώ επιπλέον έχει τη δυνατότητα απόκρυψης των εφαρμογών που επιθυμεί.
Τα κουμπιά πλοήγησης επίσης (στην Γραμμή πλοήγησης) μπορούν να αντικατασταθούν με τις «Χειρονομίες πλήρους οθόνης» επεκτείνοντας την επιφάνεια εργασίας, αφού στην θέση τους υπάρχουν τρεις γραμμές που εξυπηρετούν ακριβώς τις ίδιες ενέργειες, «Πρόσφατα», «Αρχική Οθόνη» και «Πίσω» (ο χρήστης απλώς χρειάζεται να σύρει κάθε μία προς τα πάνω).
Κάτι που λειτουργεί αναμφισβήτητα εξαιρετικά, σε σχέση με άλλες υλοποιήσεις που έχω δει, είναι το σχεδόν «System-wide» Dark mode (Νυχτερινή λειτουργία). Το «σκοτεινό θέμα» βρίσκεται σχεδόν παντού, στις ρυθμίσεις, στον πίνακα ειδοποιήσεων ή ακόμα και στον Internet browser της Samsung –που επεμβαίνει και στην εμφάνιση των περισσότερων ιστοσελίδων. Πολύ ωραία βρήκα και την υλοποίηση του Always-On display (λειτουργεί βεβαίως μόνο όταν είναι απενεργοποιημένη η λειτουργία εξοικονόμησης ενέργειας). Εφόσον ενεργοποιηθεί από τις ρυθμίσεις, μπορεί να παρέχει πληροφορίες για διάφορες εφαρμογές (π.χ πρόγραμμα ημέρας) και βεβαίως ειδοποιήσεις. Μπορεί να «ξυπνήσει» με ένα απλό «tap» στην οθόνη.
To πλήκτρο Bixby (που μπορεί να γίνει επιτέλους «remapped») και βεβαίως ο ψηφιακός βοηθός της Samsung υπάρχουν στην συσκευή, αλλά δεν βρίσκω τον λόγο ύπαρξης του από την στιγμή που υπάρχει ο ανυπόφορα –για την Samsung- καλύτερος ψηφιακός βοηθός Google Assistant. Και εδώ εντοπίζεται μία σύγκρουση συμφερόντων, στην οποία αξίζει να αναφερθούμε αφού για κάθε πράγμα, υπάρχουν τουλάχιστον δύο εφαρμογές από τις Google και Samsung εγκατεστημένες στην συσκευή (για να μην αναφερθούμε και στην Microsoft). Το θύμα, δεν είναι άλλο από το ίδιο το Galaxy S10+ αφού ο χρήστης θα πρέπει να ανεχτεί το «bloatware», που σε ορισμένες περιπτώσεις δεν μπορεί να «ξεφορτωθεί» όπως είναι για παράδειγμα το antivirus της McAfee (παρόλο που υπάρχει ενσωματωμένο στις ρυθμίσεις το Google Play Protect) ή το VPN επίσης της εταιρείας McAfee που διαφημίζεται μέσω της λειτουργίας/ ειδοποίησης «Secure Wi-Fi» (εφόσον ξεπεραστεί η μηνιαία ποσότητα των δεδομένων που προστατεύει όταν σερφάρετε χρησιμοποιώντας δημόσια hotspots).
Ο ασφαλής φάκελος (Secured by Knox) είναι ένα ιδιαίτερα χρήσιμο χαρακτηριστικό για την προστασία προσωπικών δεδομένων όπως φωτογραφιών, εγγράφων ή βίντεο καθώς και εφαρμογών ενώ ιδιαίτερα βολικό βρήκα το Samsung Pass αλλά και το Kids Home. Με το πρώτο, ο χρήστης μπορεί να πετύχει γρήγορη και ασφαλή πρόσβαση στους λογαριασμού του σε εφαρμογές ή σε τοποθεσίες web ενώ μπορεί να αποθηκεύσει προσωπικά δεδομένα όπως την Διεύθυνση του ή πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες για την αυτόματη συμπλήρωση φορμών σε ιστοσελίδες κ.λπ. Το δεύτερο (Λειτουργία για παιδιά) επιτρέπει στον γονιό να περιορίσει κατά πολύ τις δυνατότητες και τις λειτουργίες του κινητού, προσφέροντας στο παιδί τα απολύτως απαραίτητα (ορισμένα παιχνίδια, λειτουργία κλήσεων, κάμερα, πρόγραμμα περιήγησης κ.ά).
Σε γενικές γραμμές έμεινα αρκετά ευχαριστημένος από τον τρόπο λειτουργίας του One UI, την ταχύτητα (τουλάχιστον στα S9, S9+, S10 και S10+ που το έχω δοκιμάσει), την πληρότητα, την απλότητα και την εμφάνιση του. Υπάρχουν βεβαίως περιθώρια βελτίωσης, ωστόσο είναι ένα από τα καλύτερα περιβάλλοντα χρήσης που υπάρχουν αυτή την στιγμή στον χώρο του Android.
Επιδόσεις
Οι επιδόσεις της συσκευής χαρακτηρίζονται από όλες τις απόψεις και σε όλα τα επίπεδα κορυφαίες. Αν θα προτιμούσα την έκδοση με τον «Snapdragon»; Μάλλον ναι, αλλά από την άλλη δεν υπάρχουν και πολλά πράγματα που έχει να ζηλέψει (με εξαίρεση ενδεχομένως τα γραφικά) η έκδοση με τον Exynos από την «Αμερικάνικη» έκδοση της συσκευής.
Το Galaxy S10+ προσφέρει εξαιρετική απόδοση σε όλες τις εφαρμογές και στα benchmarks που έτρεξα, επιδεικνύοντας μερικές από τις υψηλότερες επιδόσεις/ βαθμολογίες που έχω δει, είτε σε σενάρια «single-core», είτε σε σενάρια «multi-core». Η απόδοση του επίσης στα παιχνίδια ήταν πολύ καλή, με αποτέλεσμα το gaming να είναι εξαιρετικά ομαλό και στρωτό και χωρίς να διαπιστωθεί το παραμικρό κόλλημα.
Η διάρκεια ζωής της μπαταρίας επίσης ήταν πολύ καλή, από τις καλύτερες που έχω συναντήσει σε συσκευή της Samsung, και μπορεί να γίνει ακόμα καλύτερη αν χρησιμοποιηθεί κάποια από τις λειτουργίες εξοικονόμησης ενέργειας (υπάρχουν τέσσερις λειτουργίες ισχύος, «Υψηλή Απόδοση», «Βελτιστοποιημένη», «Μέτρια εξοικονόμηση ενέργειας» και «Μέγιστη εξοικονόμηση ενέργειας».
Προσωπικά, προτιμούσα την «Βελτιστοποιημένη» (για να εκμεταλλεύομαι και τη λειτουργία «Always-On») ωστόσο το απόγευμα, και από τον πίνακα ειδοποιήσεων/ λειτουργιών, με ένα κλικ ενεργοποιούσα τη «Μέτρια» και έτσι εξασφάλιζα μερικές ώρες λειτουργίας παραπάνω μέχρι και τις πρώτες πρωινές ώρες (αναφέρομαι σε σχετικά έντονη χρήση της συσκευής, browsing, YouTube, Instagram, email ή και Facebook μερικές φορές). Γενικώς, έμεινα αρκετά ευχαριστημένος από τον τομέα της μπαταρίας.
Συμπέρασμα
Αν είστε κάτοχος του Galaxy S9+, καλύτερα να περιμένετε μία ακόμη γενιά για να αναβαθμίσετε την συσκευή σας, αφού όλα όσα προσφέρει το νεότερο S10+ δεν δικαιολογείται από την διαφορά στα χρήματα (να πουλήσετε το παλαιότερο για να αγοράσετε το καινούριο που στοιχίζει €1039 στην έκδοση Dual). Αντίθετα, αν έχετε το S8+ τότε η αναβάθμιση, με τις δύο πρόσθετες κάμερες, την καλύτερη οθόνη και την αρκετά καλύτερη αυτονομία και τα υπόλοιπα καλούδια είναι περισσότερο δικαιολογημένη.
Αν θέλετε ότι καλύτερο έχει να προσφέρει η Samsung, μαζί βεβαίως την έκδοση «5G», τότε το Galaxy S10+ είναι η ιδανική πρόταση. Επιπλέον είναι μία από τις ομορφότερες και ποιοτικότερες συσκευές που κυκλοφορούν. Αν υπάρχουν καλύτερες επιλογές; Ίσως δύο ή και τρεις ενδεχομένως (αναλογικά και με το κόστος), και μία από αυτές είναι το μικρό του αδερφάκι, που είναι οικονομικότερο και δεν του λείπουν και τόσα πολλά πράγματα που να κάνουν την διαφορά, σε σχέση με το «plus».
Μας άρεσε
- Όμορφο design
- Υψηλή ποιότητα κατασκευής
- Αδιάβροχο
- Εκπληκτική οθόνη
- Πολύ καλός ήχος
- Απόδοση κύριας κάμερας (βίντεο)
- Διάρκεια ζωής μπαταρίας
- Ασύρματη φόρτιση και reverse wireless charging
- Headphone jack
Δεν μας άρεσε
- Η οπή στην οθόνη
- Απουσία σάρωσης ίριδας
- Αισθητήρας δακτυλικών αποτυπωμάτων
- Απόδοση κάμερας (φωτογραφία, ειδικά σε συνθήκες με χαμηλά επίπεδα φωτισμού)
- Γρήγορη φόρτιση (άλλες λύσεις είναι πολύ πιο γρήγορες)
Ευχαριστούμε την Cosmote για τη διάθεση των συσκευών για τους σκοπούς της παρουσίασης
To νέο Samsung Galaxy S10+ υποστηρίζει την τεχνολογία 4G+ και δίνει τη δυνατότητα στον χρήστη, μέσω του δικτύου 4G/4G+ COSMOTE, να απολαμβάνει απίστευτα γρήγορες ταχύτητες πλοήγησης στο Internet έως 500Mbps. Tο 4G+ δίκτυο της COSMOTE, καλύπτει ήδη το 92% του πληθυσμού της χώρας.
- 1
- 1