Μας άρεσε
- Άνετο και βολικό, ξεκουράζει το χέρι.
- Έκδοση και για αριστερόχειρες.
- Σύνδεση με πολλαπλές συσκευές, εύκολη εναλλαγή
- Πολύ μεγάλη διάρκεια μπαταρίας, με μία μόνο ΑΑ
Δεν μας άρεσε
- Ρηχά πλήκτρα που δεν συνηθίζονται εύκολα
- Το λογισμικό μπερδεύει ως προς την ταχύτητα DPI
- Το πλήκτρο DPI είναι τοποθετημένο σε άβολη θέση
Ένα νέο κάθετο ποντίκι από τη Logitech έκανε την εμφάνισή του, το Logitech Lift. Πρόκειται για ένα εργονομικό ποντίκι που στοχεύει στην ξεκούραση του καρπού και του χεριού μέσω της καλύτερης στάσης σώματος κατά τη χρήση, χωρίς να θυσιάζει τη λειτουργικότητα και πρακτικότητα ενός τυπικού ποντικιού.
Για όσους εργάζονται πολλές ώρες ή έχουν κάποιο πρόβλημα στους μυς του χεριού ή τον καρπό και η χρήση ενός τυπικού ποντικιού δεν είναι ιδανική επιλογή, τότε το Logitech Lift είναι μια καλή εναλλακτική. Φέροντας το όνομα της Logitech είχαμε υψηλές προσδοκίες κι έτσι όταν έφτασε στα χέρια μας, το δοκιμάσαμε για αρκετές ημέρες ως βασικό ποντίκι στο γραφείο. Δοκιμάζουμε την έκδοση για δεξιόχειρες όμως η Logitech κυκλοφορεί το Lift και σε έκδοση για αριστερόχειρες.
Σχεδιασμός
Το Logitech Lift θυμίζει ένα κλασικό ποντίκι, σε κλίση 90 μοιρών ώστε το κάτω μέρος του να κοιτάει αριστερά και τα κουμπιά να βρίσκονται δεξιά, οπότε κρατιέται πιο πολύ σαν ένα είδος μοχλού παρά σαν ποντίκι. Ωστόσο, παρότι η πρώτη επαφή μπορεί να ξενίσει, όταν το κρατήσαμε στο χέρι ήταν πάρα πολύ γνώριμο, πρακτικά σαν να κρατάμε ένα τυπικό ποντίκι, απλώς δίνοντας άλλη κλίση στο χέρι.
Οι διαστάσεις του ποντικιού φτάνουν τα ~11 εκατοστά σε ύψος, 7.1 εκατοστά σε πλάτος και 6.8 εκατοστά σε βάθος, οπότε δεν είναι πολύ μεγάλο, σίγουρα όχι τόσο μεγάλο όσο το Logitech MX Vertical το οποίο μπορεί να θεωρηθεί ο μεγάλος αδερφός. Άνθρωποι με όχι και τόσο μεγάλα χέρια θα μπορούν άνετα να χρησιμοποιήσουν το Logitech Lift και οι μοναδικοί που ίσως δυσκολευτούν είναι εκείνοι με πολύ μεγάλα χέρια που, ούτως ή άλλως, βολεύονται με το Logitech MX Vertical.
Lift (αριστερά) - MX Vertical (Δεξιά)
Η καμπύλη του Logitech Lift είναι 57 μοιρών, ενώ στην κορυφή του είναι κυρτό προς τα μέσα, οπότε το χέρι εύκολα «αγκαλιάζει» το σώμα του ποντικιού. Στην εξωτερική πλευρά, όπου βρίσκονται τα τέσσερα δάκτυλα, υπάρχουν τα δύο μεγάλα πλήκτρα κλικ κι ανάμεσά τους ο τροχός κύλισης κι ένα στρογγυλό πλήκτρο αλλαγής DPI.
Στην εσωτερική πλευρά, όπου βρίσκεται ο αντίχειρας, υπάρχουν δύο ακόμη πλήκτρα που μπορούν να ρυθμιστούν – τυπικά, κάνουν ενέργειες Back και Forward ανάλογα με το πρόγραμμα που χρησιμοποιείται. Η συγκεκριμένη διάταξη αφορά την έκδοση για δεξιόχειρες, καθώς διατίθεται έκδοση και για αριστερόχειρες με τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά όμως από τις αντίστροφες πλευρές.
Το design του ποντικιού είναι χωρισμένο σε δύο μέρη, με το σημείο όπου ακουμπάει ο καρπός να είναι λαστιχένιο και με ανάγλυφες γραμμές για καλύτερο κράτημα και το άλλο μισό κατασκευασμένο από ματ πλαστικό.
Στην κάτω πλευρά θα βρούμε το πλήκτρο ενεργοποίησης, το πλήκτρο εναλλαγής σύνδεσης και το καπάκι της μπαταρίας, το οποίο όταν αφαιρεθεί μας δίνει πρόσβαση στη μπαταρία και τον αντάπτορα σύνδεσης USB που συνοδεύει το ποντίκι. Καθώς το ποντίκι συνδέεται τόσο μέσω του αντάπτορα USB όσο και μέσω Bluetooth, δίπλα από το σχετικό κουμπί υπάρχουν ενδείξεις για να γνωρίζουμε πού είναι συνδεδεμένο ανά πάσα στιγμή το ποντίκι.
Επιδόσεις
Περνάμε στο πρακτικό κομμάτι, έχοντας χρησιμοποιήσει το ποντίκι για αρκετές ημέρες στη θέση του βασικού ποντικιού μας, το οποίο είναι και χρόνια το MX Vertical οπότε έχουμε να πούμε πολλά. Χρησιμοποιήθηκε σε υφασμάτινο mousepad αλλά και απευθείας στην επιφάνεια του γραφείου, για να δοκιμάσουμε τον οπτικό αισθητήρα που χρησιμοποιεί.
Δεν εντοπίσαμε κάποια αστοχία του αισθητήρα ή απότομη μετατόπιση του κέρσορα, καθώς ακολουθούσε πολύ πιστά την κίνηση του χεριού.
Αυτό που μας πήρε λίγο χρόνο να συνηθίσουμε, ήταν οι κινήσεις που απαιτούσαν μεγάλη ακρίβεια. Είτε σε παιχνίδια είτε σε προγράμματα όπως το Photoshop, ο νέος τρόπος με τον οποίο κρατούσαμε το ποντίκι δε μας ήταν τόσο προσιτός από την αρχή. Είναι θέμα συνήθειας, βέβαια, κι όχι ένα πρόβλημα του ποντικιού, αλλά η μετάβαση ενδεχομένως να μην είναι τόσο απλή διαδικασία για όλους. Σε απλή καθημερινή χρήση πάντως, δε νιώσαμε πως άλλαξε κάτι δραματικά παρά την αλλαγή εξοπλισμού.
Επιπλέον, κάτι που μάλλον θα «διχάσει» είναι το βάθος των πλήκτρων και το κλικ που κάνουν όταν πατιούνται. Τα κουμπιά είναι κάπως ρηχά και ο ήχος που γίνεται δεν είναι έντονος, οπότε απαιτείται λίγος χρόνος μέχρι να συνηθίσουμε ότι δεν νιώθουμε κάθε κλικ όπως έχουμε συνηθίσει σε άλλα ποντίκια αλλά και στο MX Vertical. Βέβαια το πλεονέκτημα που μπορεί κάποιος να πει ότι το Lift είναι πολύ ήσυχο και δεν ενοχλεί σε περιβάλλον γραφείου, οπότε όσοι έχουν συνηθίσει τέτοια ποντίκια και δουλεύουν σε τέτοιο περιβάλλον, θα χαρούν με τον σχεδιασμό του και ίσως είναι κάτι που πρέπει να δει η Logitech για το διάδοχο του μεγάλου μοντέλου.
Η διαδικασία σύνδεσης ήταν πάρα πολύ απλή και με τους δύο τρόπους. Αρχικά, συνδέθηκε άμεσα χρησιμοποιώντας το USB dongle της συσκευασίας, σε υπολογιστές με Windows 10 ή Windows 11. Συνδέθηκε εξίσου εύκολα σε MacBook Pro M1, καθώς διαθέτει συμβατότητα με macOS. Με την ίδια ευκολία συνδέθηκε σε Microsoft Surface Pro 8 και συσκευές Android, μέσω Bluetooth. Μπορεί να διατηρεί τη σύνδεσή του με έως και τρεις συσκευές, οπότε με το κουμπί που βρίσκεται από κάτω να γίνεται η εναλλαγή άμεσα.
Η λειτουργία αυτή είναι αρκετά χρήσιμη σε περιπτώσεις που υπάρχουν πολλαπλοί υπολογιστές σε χρήση ταυτόχρονα, όπως όταν χρησιμοποιούσαμε το Windows PC για επεξεργασία βίντεο κι όσο έκανε το rendering, επιστρέφαμε στο laptop για άλλες εργασίες, απλώς πατώντας ένα κουμπί. Υπάρχει και η εναλλακτική του Flow, του λογισμικού της Logitech που μετατρέπει διαφορετικές πλατφόρμες από διαφορετικά συστήματα σε ένα κοινό desktop, δίνοντάς σας τη δυνατότητα να χρησιμοποιείτε το ποντίκι στο σύστημα που θέλετε όποτε θέλετε χωρίς καμία άλλη προσπάθεια.
Όσον αφορά στην ταχύτητα, φτάνει τα 4000 DPI αλλά… χρειάζονται λίγα μαθηματικά για να βρεθεί η χρυσή τομή. Για κάποιο λόγο, το λογισμικό που συνοδεύει το ποντίκι (Logi Options+) δεν αναφέρει τις ακριβείς τιμές DPI αλλά το ποσοστό από το μέγιστο των 4000 – δηλαδή, ο κέρσορας κινείται στο 60% των 4000, ας πούμε. Γιατί δεν αναφέρεται το νούμερο και ποιον ακριβώς εξυπηρετεί αυτός ο τρόπος αναφοράς είναι εύλογες απορίες.
Η αλλαγή ταχύτητας γίνεται και μέσω του πλήκτρου που βρίσκεται ανάμεσα στα πλήκτρα κλικ, όμως το πλήκτρο είναι κάπως δύσκολο να χρησιμοποιηθεί, λόγω σχήματος και τοποθέτησης. Τουλάχιστον, τα πλήκτρα μπορούν να προγραμματιστούν για να εκτελούν διαφορετικές ενέργειες και μπορούν να δημιουργηθούν προφίλ χρήστη, κάτι καλοδεχούμενο και που λειτούργησε απροβλημάτιστα.
Για τη λειτουργία του ποντικιού, χρησιμοποιείται μια μπαταρία τύπου AA, η οποία αναφέρεται πως προσφέρει διάρκεια ζωής έως και 24 μήνες. Δεδομένου του κόστους του ποντικιού, ίσως κάποιοι θα ήθελαν μια επαναφορτιζόμενη μπαταρία όμως η 24μηνη διάρκεια με μια AA δεν είναι κακή εναλλακτική. Προφανώς, δεν καταφέραμε να το χρησιμοποιήσουμε δύο χρόνια, όμως με τη χρήση που κάναμε η μπαταρία έπεφτε 1%-2% ανά εβδομάδα, οπότε αν θεωρήσουμε ότι μειώνεται κατά 4%-8% ανά μήνα, θα αντέξει το λιγότερο ένα χρόνο.
Ακόμη κι αν αντέχει λιγότερο διάστημα από όσο ισχυρίζεται η εταιρεία, ένας χρόνος με μια μπαταρία ΑΑ είναι πολύ καλό διάστημα χρήσης κι επίσης, μετά από χρόνια, δε θα έχουμε «ξεμείνει» με μια επαναφορτιζόμενη μπαταρία με μειωμένη απόδοση.
Συμπέρασμα
Το Logitech Lift είναι ένα άνετο και βολικό ποντίκι που στοχεύει στην ξεκούραση του καρπού, καλύπτοντας τα βασικά και λίγα περισσότερα μέσω του λογισμικού που το συνοδεύει. Τα πλήκτρα του μπορούν να προγραμματιστούν, συνδέεται με πολλαπλές συσκευές (με Bluetooth ή USB) και η μπαταρία του αντέχει πάρα πολύ.
Θα χρειαστεί να συνηθίσει κανείς τα ρηχά πλήκτρα, όπως και την κακή τοποθέτηση του πλήκτρου DPI. Επιπλέον, το Logi Options+ «μασκαρεύει» λίγο αναίτια τα νούμερα της ταχύτητας κέρσορα, οπότε όσοι θέλουν μεγάλη ακρίβεια θα πρέπει να κάνουν λίγα μαθηματικά.
Σε γενικές γραμμές, είναι μια από τις καλύτερες προτάσεις στα εργονομικά ποντίκια που συνοδεύεται και από "εργονομική" τιμή.
- 1