Αν και δεν έχει περάσει πολύς καιρός από την πρώτη μας επαφή στο κομμάτι των reviews, με τα προϊόντα της Steelseries όπου είχαμε δοκιμάσει το gaming set ακουστικών 5HV3, ένα ακόμη περιφερειακό της εταιρείας βρίσκεται για δοκιμή στον πάγκο του Insomnia.gr
Αυτή τη φορά πρόκειται για το gaming ποντίκι Steelseries Rival, το οποίο έρχεται με αρκετές διαφοροποιήσεις ως προς το σχεδιασμό του από προηγούμενα μοντέλα της εταιρεία, όπως για παράδειγμα τα Sensei & Kana και παράλληλα προσπαθεί να συνδυάσει ορισμένα high-end χαρακτηριστικά με μια αρκετά προσιτή τιμή.
Μέσα από τη σημερινή μας παρουσίαση λοιπόν θα εξετάσουμε αν η εταιρεία καταφέρνει πράγματι να πετύχει το σκοπό της, που φυσικά δεν είναι άλλος από την προσφορά ενός προϊόντος υψηλής ποιότητας που θα αφήσει πλήρως ικανοποιημένο το κοινό για το οποίο προορίζεται.
Ξεκινώντας θα δούμε όπως πάντα τα τεχνικά χαρακτηριστικά του υπό δοκιμή προϊόντος.
Τεχνικά χαρακτηριστικά
Η εταιρεία επέλεξε να εξοπλίσει το Rival με έναν οπτικό αισθητήρα Avago ADNS 3310 καταφέρνοντας έτσι να κρατήσει χαμηλότερα από άλλες προτάσεις το κόστος του ποντικιού.
Το εν λόγω ποντίκι έχει διαστάσεις 133mm x 70mm x 45mm, ζυγίζει 128 γραμμάρια και δεν υπάρχει η δυνατότητα τοποθέτησης επιπλέον βαριδίων, που ίσως θα ήθελαν ορισμένοι gamers, ενώ το καλώδιό του έχει μήκος 2 μέτρα.
Η ανάλυση του αισθητήρα του μπορεί να προσαρμοστεί μέσα από το λογισμικό Steelseries Engine 3 (για το οποίο θα σας μιλήσουμε πιο αναλυτικά στη συνέχεια της παρουσίασης) μεταξύ 50 και 6.500 CPI ενώ ο ρυθμός ανανέωσής του είναι 1ms και τo polling rate του 1.000Hz.
Ακόμη, διαθέτει εξι (6) προγραμματιζόμενα πλήκτρα, φωτισμό 16.8 εκατομμυρίων χρωμάτων, ενώ η αντοχή των πλήκτρων του έχει υπολογιστεί από την εταιρεία πως μπορεί να ξεπεράσει με άνεση τα 30 εκατομμύρια κλικ.
Κάτω από το φακό
Ας ξεκινήσουμε τη μικρή φωτογραφική μας περιήγηση στις λεπτομέρειες του Rival από τη συσκευασία του, στην οποία εξωτερικά κυριαρχεί το μαύρο χρώμα, με πορτοκαλί πινελιές, όπως πορτοκαλί είναι και το εσωτερικό χαρτόνι το οποίο στερεώνει το ποντίκι.
Ακόμη, όπως θα δείτε στην πίσω πλευρά υπάρχουν επιγραμματικά ορισμένα από τα σημαντικά χαρακτηριστικά που προσφέρει η συσκευή, ενώ στη μια πλευρά αναγράφονται κάποιες από τις τεχνικές προδιαγραφές της.
Βγάζοντας το ποντίκι από τη συσκευασία του βλέπουμε καταρχάς πως η κατασκευή του δείχνει ιδιαίτερα ποιοτική. Στις δύο πλευρές, τόσο αριστερά όσο και δεξιά, υπάρχει επένδυση από λάστιχο για καλύτερο κράτημα και προσαρμογή στο χέρι ενώ στην αριστερή πλευρά υπάρχουν και δύο πλήκτρα, η λειτουργία των οποιων μπορεί να προγραμματιστεί μέσω του σχετικού προγράμματος από τον υπολογιστή μας.
Κοιτάζοντας το ποντίκι από "ψηλά" βλέπουμε τη ροδέλα, και ένα διακόπτη πίσω από αυτή o οποίος επιτρέπει στο χρήστη να μετακινηθεί μεταξύ των διαφόρων επιλογών CPI που έχει ορίσει μέσα από το software, ενώ στο πίσω μέρος υπάρχει ευδιάκριτο το λογότυπο της εταιρείας.
Αξίζει εδω να σημειώσουμε πως τόσο η ροδέλα, όσο και το λογότυπο είναι φωτιζόμενα, όπως ακριβώς φαίνεται και στη φωτογραφία που ακολουθεί παρακάτω, και μάλιστα το χρώμα του φωτισμού μπορεί να προσαρμοστεί και αυτό μέσα από το software της Steelseries.
Κλείνοντας την ενότητα αυτή θα δούμε μερικές ακομη φωτογραφίες του Rival έτσι ώστε να σας δώσουμε μια κατά το δυνατόν καλύτερη εικόνα από το ποντίκι που έχουμε στα χέρια μας.
Μια ματιά στη Steelseries Engine 3
Πριν περάσουμε στις εντυπώσεις που μας άφησε στην καθημερινή (και όχι μόνο χρήση) το ποντίκι της σημερινής μας δοκιμής είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αφιέρωσουμε ενα μικρό μέρος από την παρουσίασή μας στη Steelseries Engine 3.
Το εν λόγω λογισμικό είναι αυτό το οποίο όπως αναφέραμε και σε προηγούμενη ενότητα συνεργάζεται με το Rival και πολλές άλλες συσκευές της Steelseries και με τη βοήθειά του μπορούμε να προγραμματίσουμε κατά το δοκούν τα διαθέσιμα προγραμματιζόμενα πλήκτρα, να ρυθμίσουμε την ανάλυση του οπτικού αισθητήρα κλπ.
Το πρώτο μας μέλημα φυσικά μετά την εγκατάσταση του λογισμικού είναι να μεταβούμε στο παράθυρο παραμετροποίησης έτσι ώστε να το γνωρίσουμε για πρώτη φορά και να δούμε πώς ακριβώς μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τις δυνατότητες που μας δίνει.
Αυτο που καταρχάς αντιλαμβανόμαστε είναι πως η Steelseries Engine 3 μας δίνει τη δυνατότητα όχι μόνο να προγραμματίσουμε όλα τα πλήκτρα του ποντικιού αλλά και να δημιουργήσουμε διάφορα προφίλ, γεγονός που μπορεί να φανεί ιδιαίτερα χρήσιμο για όσους θέλουν για παράδειγμα να ορίσουν άλλες συντομεύσεις σε κάποια παιχνίδια και άλλες στο λειτουργικό ή σε κάποιο συγκεκριμένο πρόγραμμα.
Στη συνέχεια η προσοχή μας στράφηκε στη δεξιά πλευρά του παραθύρου το οποίο βρήκαμε ιδιαίτερα ενδιαφέρον.
Το πρώτο πράγμα που παρατηρούμε είναι η ύπαρξη δύο επιλογέων για την ανάλυση του αισθητήρα. Αυτό είναι ένα ιδιαίτερα βολικό χαρακτηριστικό καθώς ο χρήστης μπορεί να επιλέξει τις δύο αναλύσεις που προτιμάει (για παράδειγμα μια σε παιχνίδια και μια σε web surfing) έχοντας ταυτόχρονα τη δυνατότητα να τις εναλλάσει εύκολα και γρήγορα με το πλήκτρο που βρίσκεται πίσω από τη ροδέλα.
Από εδώ μπορούμε ακόμη να ρυθμίσουμε το polling rate, του οποίου η προεπιλεγμένη τιμή είναι στα 1000Hz καθώς και το angle snapping το οποίο πραγματοποιεί αυτόματα μικροδιορθώσεις στην πορεία του κέρσορα.
Ιδιαιίτερα εύκολη ειναι και η επιλογή του χρώματος για τα φωτιζόμενα μέρη, που στη δική μας περίπτωση είναι οι δύο πλευρές της ροδέλας και το λογότυπο της εταιρείας στο πίσω μέρος της συσκευής.
Μάλιστα ο χρήστης μπορει να επιλέξει ακριβώς το χρώμα που επιθυμεί (χωρίς να περιορίζονται οι επιλογές του) είτε από το σχετικό πεδίο επιλογης είτε εισάγωντας τον κωδικό RGB εφόσον τον γνωρίζει.
Γενικά σε ό,τι αφορά τη Steelseries Engine 3 θεωρούμε πως είναι μια αρκετα καλοστημένη εφαρμογή η οποία καταφέρνει να μην σπαταλά το χρόνο του χρήστη καθώς ο χειρισμός της είναι αρκετά εύκολος και κατανοητός από την πρώτη στιγμή.
Η Steelseries έχει κυκλοφορήσει και έναν αναλυτικό οδηγό που αφορά όλα τα συμβατά με την εφαρμογή προϊόντα και σε περίπτωση που επιθυμείτε να του ρίξετε μια ματιά μπορείτε να τον βρείτε εδώ: http://steelseries.com/downloads/drivers/userguides/SteelSeriesEngine_3_1_User_Guide.pdf
Εντυπώσεις από τη χρήση
Προσπαθώντας κάποιος να αξιολογήσει τις εντυπώσεις από ένα ποντίκι που είχε στα χέρια του επί 10 και πλέον ημέρες πιστεύουμε πως θα δημιουργούσε νοητά δύο βασικές κατηγορίες: Την άνεση που ενδεχομένως προσφέρει η συσκευή κατα την χρήση και φυσικά τη γενικότερη απόδοση κυρίως όσον αφορά τον αισθητήρα.
Σχετικά με το πρώτο κομμάτι, αυτο της άνεσης, θεωρούμε πως το Rival τα πήγε περίφημα καθώς χάρη στην αρκετα απλή κατασκευή του καταφέρνει να προσαρμόζεται με ευκολία στο χέρι ενώ και τα rubber grips που βρίσκονται όπως είδαμε και παραπάνω στις δύο πλευρές της συσκευής προσδίδουν τελικά στη θετική εικόνα αν και αρχικά μας είχε προβληματίσει λίγο η κάπως ασυνήθιστη υφή τους.
Έχοντας κατά το παρελθόν χρησιμοποιήσει και το Sensei για ένα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα ο γράφων αντιμετώπισε ομολογουμένως ως ευχάριστη έκπληξη το γεγονός ότι παρά τα επιπλέον 26 γραμμάρια βαρους του, το Rival καταφέρνει να είναι αισθητά πιο βολικό και ξεκούραστο κατά τη χρήση του.
Ωστόσο θα πρέπει εδώ να τονίσουμε πως εάν κάποιος χρήστης έχει αρκετά μικρό χέρι, θα χρειαστεί μάλλον λίγο περισσότερο χρόνο ώστε να προσαρμοστεί στο Rival ενώ δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε πως το ποντίκι είναι σχεδιασμένο αποκλειστικά για δεξιόχειρες κάτι που αυτομάτως θέτει εκτός πλάνου όσους από εμάς χρησιμοποιούν το ποντίκι με το αριστερό τους χέρι.
Καθ'ολη τη διάρκεα της χρήσης του, το Rival μας άφησε θετικές εντυπώσεις πάντως και για ο,τι αφορά τον αισθητήρα του.
Αν και ειναι σχεδιασμένο με κύριο προσανατολισμό το gaming, όπου το δοκιμάσαμε τόσο σε κάποια FPS όσο και RPG το Rival αποδίδει εξαιρετικά και σε οποιαδήποτε άλλη χρήση λειτουργώντας με αξιοσημείωτη ομαλότητα και ακρίβεια ενώ δοκιμάζοντας το και σε διάφορες επιφάνειες δεν έδειξε να "προβληματίζεται" ιδιαίτερα.
Παράλληλα κατα τη διάρκεια παιχνιδιών που απαιτούσαν γρήγορες αντιδράσεις και ακριβείς χειρισμούς, πέρα από την προαναφερθείσα ταχύτητα και ακρίβεια του αισθητήρα, αξιολογήσαμε ιδιαίτερα θετικά την αίσθηση των πλήκτρων καθώς είναι ακριβώς αυτή που πρέπει ώστε ούτε να ξεγελούν αλλά ούτε και να οδηγούν σε κατά λάθος πατήματα.
Τέλος, οφείλουμε να μεταφέρουμε και το ότι το πλήκτρο εναλλαγής των δύο αναλύσεων CPI που ορίζονται όπως είδαμε παραπάνω μέσα από τη Steelseries Engine 3, αν και είναι αρκετά μικρό σε σχέση με τα υπόλοιπα πλήκτρα, μας φανηκε εξαιρετικά βολικό και χρήσιμο λόγω ακριβως της on-the-fly εναλλαγής καθώς σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις ο χρήστης είτε πρέπει να αλλάξει την ευαισθησία μέσα από το λογισμικό είτε να πατήσει κάποιο αντίστοιχο πλήκτρο αρκετές φορές έχοντας πριν απομνημονεύσει το φωτισμό (ή οποιοδήποτε άλλο hint) αντιστοιχεί στην επιθυμητή επιλογή.
Επίλογος-Συμπεράσματα
Μετά από 15 ημέρες (ίσως και περισσότερες) καθημερινής χρήσης του Steelseries Rival μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε πως είναι ένα ποντίκι το οποίο δεν θα απογοητεύσει κανέναν άλλο πέρα από τους αριστερόχειρες χρήστες οι οποίοι δυστυχώς δεν θα μπορέσουν λόγω του σχεδιασμού του να το χρησιμοποιήσουν.
Με το Rival η Steelseries κατάφερε να δημιουργήσει ένα ποιοτικό ποντίκι το οποίο αξίζει πράγματι το χαρακτηρισμό "gaming" και χωρίς να έχει κάποια εξεζητημένη εμφάνιση όπως διαφορες άλλες ανταγωνιστικές προτάσεις πετυχαίνει να εστιάσει στην ουσία του σκοπού του παρέχοντας ακρίβεια, ταχύτητα, και άνεση όντας ταυτόχρονα σημαντικά παραμετροποιήσιμο.
Έτσι με την τιμή των περίπου 60 ευρώ στην οποία μπορείτε να το βρείτε σε διάφορα καταστήματα της ελληνικής αγοράς θεωρούμε πως το Rival είναι μια τουλάχιστον τίμια πρόταση που έχει τη δυνατότητα να καλύψει τις ανάγκες τόσο ενός απαιτητικού gamer όσο και κάποιου χρήστη πέρα από το gaming περνάει αρκετές ώρες στον υπολογιστή του δουλεύοντας εφαρμογές γραφείου και όχι μόνο.
Συνοψίζοντας λοιπόν ας δούμε επιγραμματικά τις μάς άρεσε και τι οχι από το Steelseries Rival
Μας άρεσε
-O απλός σχεδιασμός, το βάρος, και η άνεση στη χρήση
-Το λογισμικό Steelseries Engine 3 και οι δυνατότητές του
-H εξαιρετική απόδοση του αισθητήρα
Δεν μας άρεσε
-Το ότι απευθύνεται απόκλειστικά σε δεξιόχειρες χρήστες
Σύνταξη: Ζαννής Σκουλάξινος