
Μας άρεσε
- Άψογος σχεδιασμός με κομψή, φυσική στεφάνη και κάσα σε δύο μεγέθη για πρώτη φορά
- Τεράστια γκάμα εφαρμογών, υπέρ-πλήρης η σουίτα του Samsung Health
- Ικανοποιητική ακρίβεια στις περισσότερες μετρήσεις, καλύπτει άνετα τον μέσο χρήστη
Δεν μας άρεσε
- Η μπαταρία είναι ένα βήμα πίσω σε σχέση με το περυσινό μοντέλο
- Αν δεν συνδυαστεί με Samsung smartphone, είναι σαφώς περιορισμένο
Με το Samsung Galaxy Watch6 Classic, η Samsung επιχειρεί να φέρει ένα πολυαγαπημένο design στο προσκήνιο, κάτι που τραβάει περισσότερο το βλέμμα από κάθε άλλη αναβάθμιση που φιλοξενείται μέσα στο ρολόι. Το smartwatch της Samsung έφτασε… στον καρπό μας και περιγράφουμε την εμπειρία μας μαζί του.
Εμφάνιση – Σχεδιασμός
Όπως πάντα, ξεκινάμε από έξω προς τα μέσα. Το Watch6 Classic υιοθετεί ένα σχεδιασμό που έμεινε εκτός για μια χρονιά, οι φίλοι της σειράς δεν εκτίμησαν την κίνηση και πλέον, κάνει θριαμβευτική επιστροφή. Ο λόγος για την περιστρεφόμενη, φυσική στεφάνη που αποτελεί και την ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στην απλή σειρά Watch6 και το Watch6 Classic.
Με κατασκευή από ανοξείδωτο ατσάλι, η αντοχή είναι δεδομένη, αν και το περυσινό υλικό ήταν τιτάνιο και η επιστροφή σε ατσάλι μάς πηγαίνει δύο γενιές πίσω. Το γυαλί είναι επενδυμένο με ζαφείρι, οπότε παραμένει πολύ ανθεκτικό ενάντια σε γρατζουνιές και γενικότερες κακουχίες.
Οι δύο εκδόσεις, 43mm και 47mm, είναι ελαφρώς μεγαλύτερες από των προηγούμενων ετών και κάνουν την οθόνη να φτάνει στο εντυπωσιακό νούμερο της 1.5”, ενάντια στις 1.4” που έως τώρα ήταν το μέγιστο για ένα smartwatch της Samsung. Παρόλα αυτά, σε έναν μεσαίου μεγέθους καρπό, το ρολόι των 47mm δεν μοιάζει τεράστιο ούτε είναι βαρύ, φτάνοντας τα 49 γραμμάρια (μόλις 3 γραμμάρια επάνω από πέρυσι, παρά την αύξηση μεγέθους).
Στη δεξιά πλευρά βρίσκονται δύο πλήκτρα χειρισμού κι ανάμεσα ένα μικρόφωνο, ενώ το ηχείο βρίσκεται στην αριστερή πλευρά. Η συσκευή διατίθεται σε μαύρο και ασημί χρώμα, με μεταλλικό περίβλημα και παρεχόμενο λουράκι από οικολογικό δέρμα. Αν κάποιος θέλει να αλλάξει λουράκι, η διαδικασία είναι πανεύκολη και χρειάζεται μόνο μερικά δευτερόλεπτα – πρακτικά, είναι κουμπωτά. Οπότε, το ίδιο ρολόι μπορεί να χρησιμοποιείται για άθληση, καθημερινή βόλτα κι επίσημη έξοδο, με μια απλή αλλαγή λίγων δευτερολέπτων.
Συνεχίζοντας με την αντοχή, το ρολόι φέρει πιστοποίηση IP68, MIL-STD-810H και αντέχει σε βάθος 5ATM, οπότε η χρήση μέσα σε νερό δεν αποτελεί εμπόδιο. Η εταιρεία αναφέρει πως αντέχει σε γλυκό νερό και, για λόγους εγγύησης, καλό θα ήταν να αποφεύγονται οι δοκιμές σε θαλάσσιο νερό όμως αν τύχει, τότε με ένα καλό ξέπλυμα ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος να προκληθεί ζημιά.
Ας επιστρέψουμε στην στεφάνη, το βασικό χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης έκδοσης. Είναι πιο λεπτή από ποτέ και περιστρέφεται για να προσφέρει έναν ακόμη τρόπο χειρισμού, συνδυάζοντας χαρακτηριστικά παραδοσιακού ρολογιού με τις δυνατότητες ενός έξυπνου ρολογιού. Η στεφάνη βοηθάει στον χειρισμό, κυρίως στην πλοήγηση του μενού, κάτι που μπορεί να γίνει και μέσω αφής σε συνδυασμό με τα πλήκτρα.
Η μεγέθυνση της οθόνης οφείλεται εν μέρει και στην λεπτότερη στεφάνη, η οποία ξεκάθαρα είναι ομορφότερη από κάθε προηγούμενη εκδοχή της και το ρολόι δεν μοιάζει υπερβολικό. Είναι πολύ κομψό αν συνδυαστεί με ένα π.χ. καφέ λουράκι, εκεί που τα προηγούμενα μοντέλα ήταν πολύ καλά μεν, αλλά λίγο πιο ογκώδη από όσο θα θέλαμε. Είναι θέμα γούστου αυτά, όμως αναμφισβήτητα, η λεπτότερη στεφάνη κρατάει τον σχεδιασμό πιο καθαρό. Επιπλέον, είναι η πρώτη φορά που η σειρά Classic προσφέρεται σε δύο μεγέθη, οπότε εκείνοι που προτιμούν μικρότερο ρολόι δεν χρειάζεται να μείνουν χωρίς την φυσική στεφάνη.
Οθόνη
Περνάμε στην οθόνη, το πάνελ της οποίας είναι τύπου Super AMOLED με μέγεθος 1.5” (1.3” για τα 43mm) και ανάλυση 480x480 (432x432 για τα 43mm). Δεν έχουν κοινοποιηθεί τα επίσημα νούμερα της φωτεινότητας, αλλά βάσει των προηγούμενων δύο μοντέλων, πρέπει να βρίσκεται τουλάχιστον στα 1000nits καθώς δεν παρατηρείται κάποια (αρνητική) διαφορά στις επιδόσεις. Επομένως, σε εξωτερικούς χώρους διαβάζεται άνετα και στο σκοτάδι λειτουργεί ως ένας πολύ χρήσιμος φακός αν χρειαστεί. Η φωτεινότητα δεν ξεπερνούσε το 40-50% σε εξωτερικούς χώρους, ενώ σε κλειστούς χώρους, ακόμη και το 10% ήταν αρκετό.
Φυσικά, το δοκιμασμένο κι αγαπημένο πάνελ Super AMOLED προσφέρει άψογα, ζωηρά χρώματα και τα πολλαπλά watch faces αναδεικνύουν τις δυνατότητές της. Από παραδοσιακά καντράν με δείκτες έως ψηφιακά, φωτογραφίες και μικρές λεπτομέρειες (π.χ. εικονίδια), τα πάντα δείχνουν εκπληκτικά. Όπως κάθε φορά, δοκιμάσαμε την λειτουργία Always On χρησιμοποιώντας ένα παραδοσιακό καντράν και το αποτέλεσμα ήταν φανταστικό σε συνδυασμό με τη στεφάνη – αλλά δεν το προτιμούμε για μακροχρόνια χρήση λόγω πιθανού burn-in και εξοικονόμησης μπαταρίας.
Τα watch faces που περιλαμβάνονται καλύπτουν αρκετά γούστα, αλλά είναι πανεύκολο να εγκατασταθούν άλλα τόσα και μάλιστα δωρεάν, μέσω του Galaxy Store. Υπάρχουν και επιλογές προς αγορά, συνήθως πολύ φθηνές, αλλά η γκάμα των δωρεάν επιλογών είναι τόσο μεγάλη που δεν χρειάστηκε να το σκεφτούμε καν.
Λειτουργίες – Επιδόσεις
Ο επεξεργαστής του φετινού μοντέλου είναι W930, νεότερος και καλύτερος όμως μια σημαντικότερη αναβάθμιση έρχεται στη RAM, η οποία φτάνει τα 2GB αντί των 1.5GB όπου «τερμάτιζε» για πολλά χρόνια. Ο αποθηκευτικός χώρος είναι στα 16GB, οπότε μπορεί να αξιοποιηθεί για πολλά τραγούδια και φωτογραφίες. Από πλευράς ασύρματης επικοινωνίας, διαθέτει Bluetooth 5.3, LTE6 (για τα μοντέλα LTE), Wi-Fi 5GHz και NFC.
Το Wear OS 4 που περιλαμβάνεται είναι πολύ κοντά στην εμπειρία του One UI 5, οπότε οι χρήστες κινητών Samsung θα έχουν μια σχεδόν απαράλλαχτη εμπειρία μεταξύ των δύο συσκευών. Το μενού έρχεται σέρνοντας το δάχτυλο από κάτω προς τα πάνω σε μορφή πλέγματος κι όταν υπάρχουν πολλές εφαρμογές, φαίνεται τακτοποιημένο κι εύχρηστο. Από αριστερά προς τα δεξιά εμφανίζονται οι ειδοποιήσεις κι από δεξιά προς τα αριστερά όλα τα tiles, οι συντομεύσεις που έχει ορίσει ο χρήστης για διάφορα πράγματα – από μετρητές βημάτων, άγχους, Spotify ή οτιδήποτε άλλο είναι συμβατό με τη λειτουργία. Από επάνω προς τα κάτω, εμφανίζεται το κεντρικό μενού όπου π.χ. ενεργοποιούνται λειτουργίες όπως η Τοποθεσία, Bluetooth κλπ.
Το πόσο βολικό είναι το Wear OS θα ειπωθεί άλλη μια φορά, καθώς η ελευθερία που παρέχει είναι τρομερή. Από Google Maps και Spotify έως Google Pay και WhatsApp, οι επιλογές είναι πάρα πολλές και κερδίζει επάξια το όνομα “smartwatch”. Ειδικά η έκδοση LTE, μπορεί να αυτονομηθεί σε τέτοιο βαθμό που να… «τρώει» τη δουλειά του smartphone.
Η εφαρμογή Galaxy Wear είναι απαραίτητη για τη ρύθμιση του ρολογιού, αφού μέσω εκείνης ορίζονται συντομεύσεις, αλλάζονται τα καντράν, ενεργοποιούνται ειδοποιήσεις και πολλά άλλα. Βέβαια, δεν είναι όλα ρόδινα, αφού το smartwatch ξεκάθαρα είναι σχεδιασμένο για να συνοδεύει smartphones της Samsung, περιορίζοντας τις δυνατότητες που παρέχει σε άλλες συσκευές Android ενώ δεν συνεργάζεται με iPhone.
Από πλευράς των υπολοίπων δυνατοτήτων, ο βασικός αισθητήρας ακριβείας επιστρέφει με μερικές βελτιώσεις. Οι βασικές λειτουργίες, όπως ηλεκτροκαρδιογράφημα, μέτρηση οξυγόνου στο αίμα, μέτρηση πίεσης, βημάτων, παλμών κλπ είναι όλα εδώ. Μέσω του Women’s Health, προσφέρεται και παρακολούθηση του κύκλου έμμηνου ρύσεως, αναγνωρίζοντας συμπτώματα και ενημερώνοντας έγκαιρα. Στις βασικές μετρήσεις, έχοντας πάει για τρέξιμο ή περπάτημα, παρατηρήσαμε μικρή απόκλιση από διαδρομή σε διαδρομή. Για τον μέσο χρήστη που θέλει μια γενική εικόνα, πιθανότατα αυτό δεν θα αποτελέσει πρόβλημα όμως για εκείνους που θέλουν απόλυτη ακρίβεια και χτίζουν προγράμματα προπόνησης γύρω από αυτή, μάλλον δεν θα καλύψει πλήρως την ανάγκη.
Η σουίτα παρακολούθησης υγείας, ωστόσο, είναι υπέρ-πλήρης κι έτσι δεν απογοητεύει εκείνους που ίσως θέλουν να ξεκινήσουν πιο εντατική ενασχόληση με την άσκηση ή στενότερη παρακολούθηση της υγείας τους. Η μέτρηση σύνθεσης σώματος και ο ορισμός στόχων σε κιλά, ποσοστά λίπους κλπ βοηθούν σημαντικά στην ενημέρωση ακόμη κι όσων δεν είναι εξοικειωμένοι με τέτοιες λειτουργίες. Μέσω των διάφορων αισθητήρων, υπολογίζεται το ποσοστό λίπους, οι μύες, τα επίπεδα υγρών σώματος και πολλά ακόμη, τα οποία χρησιμοποιούνται για να φτιάξει ένα προφίλ για τον χρήστη, κάτι που αργότερα αξιοποιείται για προσαρμογή των προπονήσεων αν το επιθυμεί.
Η εφαρμογή Samsung Health είναι το κεντρικό σημείο όλων αυτών, όπου καταγράφονται οι ασκήσεις (π.χ. περπάτημα), οι μεταβολές στο σώμα, δημιουργούνται προγράμματα άσκησης και καταχωρούνται τα φαγητά που καταναλώνονται για να υπολογιστούν οι θερμίδες τους. Είναι πολύ εύχρηστη και απλή, χωρίς να γίνεται «τρομακτική» από άποψης όγκου πληροφοριών και κατά πάσα πιθανότητα, θα μυήσει αρκετούς στην διαδικασία παρακολούθησης υγείας. Βέβαια, μην ξεχνάμε πως δεν αντικαθιστά τους γιατρούς και την σωστή παρακολούθηση της υγείας μας.
Υπάρχουν πολλαπλά έτοιμα προγράμματα ασκήσεων, από κοιλιακούς έως τρέξιμο και βάρη, μετρώντας τις επαναλήψεις και άλλα δεδομένα (π.χ. θερμίδες ή απόσταση) παράλληλα προβάλλοντας στην οθόνη τον τρόπο που γίνεται μια άσκηση. Τα προγράμματα αυτά είναι πάνω από 100, οπότε καλύπτουν πρακτικά κάθε ανάγκη, ενώ υπάρχει η δυνατότητα ελεύθερης (πιο γενικού ύφους) μέτρησης ή δημιουργίας προγράμματος.
Κάποια προγράμματα είναι πιο λεπτομερή, όπως τα περισσότερα που έχουν να κάνουν με τρέξιμο. Το GPS μετράει με (σχεδόν άριστη) ακρίβεια την διαδρομή, την αλλαγή υψομέτρου και την ταχύτητα, παράλληλα υπολογίζοντας και την διαδρομή επιστροφής. Για καθορισμένες διαδρομές, οι χρήστες μπορούν να λαμβάνουν και καθοδήγηση μέσω δονήσεων ή φωνής.
Το πρόγραμμα παρακολούθησης ύπνου, που δημιουργεί προφίλ βάσει των συνηθειών διάφορων ζώων, επιστρέφει και παραμένει μια διασκεδαστική επιλογή. Για παράδειγμα, εμείς κοιμόμασταν όπως ένα… λιοντάρι. Οι συνήθειες του καθενός καταγράφονται, όπως και ένα «σκορ», πράγματα που μπορούν να αλλάξουν αν μεταβληθούν οι συνήθειες του χρήστη. Η προτροπή να κοιμάται κάποιος καλύτερα, εννοώντας ποιοτικότερα, είναι μια καλή προσθήκη στη σουίτα λειτουργιών και δίνει ένα κίνητρο να εξερευνήσουν οι χρήστες τη δυνατότητα καταγραφής ύπνου, κάτι που δεν είναι τόσο «φαντεζί» όσο τα διάφορα προγράμματα άσκησης και η υποστήριξη εφαρμογών.
Οι ίδιες μετρήσεις ύπνου αξιοποιούνται και στις προτάσεις άσκησης, όπου φαίνεται ξεκάθαρα η συνέργεια μεταξύ όλων των δυνατοτήτων. Οι τελικές προτάσεις προπόνησης φτιάχνονται βάσει δεδομένων ύπνου, διατροφής, σώματος και άσκησης, έχοντας έναν προσωπικό βοηθό πάντα μαζί.
Ένα πράγμα που θέλει δουλειά και φέτος, είναι η αυτονομία. Η μπαταρία των 425mAh (300mAh στα 43mm) προσφέρει -κατά την εταιρεία- περίπου 30 με 40 ώρες χρήσης. Είναι πολύ μικρότερη από του περυσινού μοντέλου (590mAh), με τον αναμενόμενο αντίκτυπο. Δίχως το GPS ενεργοποιημένο διαρκώς, δίχως ήχο (μόνο δόνηση), δίχως Always On και δίχως κάθε ειδοποίηση να έρχεται στο ρολόι, η μπαταρία άντεχε μία με μιάμιση ημέρα. Για κάποιον που κάνει εντονότερη χρήση όλων των λειτουργιών, πιθανότατα θα εξαντλείται σε μία ημέρα το πολύ.
Η φόρτιση διαρκεί περίπου μιάμιση ώρα με τον παρεχόμενο φορτιστή και το 0%-50% χρειάζεται κάτι παραπάνω από μισή ώρα. Είναι άψογες όλες οι λειτουργίες και δυνατότητες, αλλά δίχως μεγάλη αυτονομία, δεν έχουν ιδιαίτερο νόημα. Αν το ρολόι αφαιρείται διαρκώς από τον καρπό για να φορτίσει, χάνει μετρήσεις και γενικότερα, δεν είναι καθόλου ιδανική εμπειρία – κοστίζει όσο ένα mid-range smartphone.
Συμπέρασμα
Η αλλαγή στη φυσική στεφάνη είναι η πιο καλοδεχούμενη από τις φετινές προσθήκες, όπως και η δυνατότητα αγοράς σε δύο μεγέθη. Το Samsung Galaxy Watch6 Classic είναι μια αδιαμφισβήτητα ποιοτική πρόταση για smartwatch, καλύπτοντας κάθε πιθανό παραθυράκι χρήσης – από μια πλήρη σουίτα παρακολούθησης υγείας έως τεράστια κάλυψη εφαρμογών.
Το βασικό μειονέκτημα είναι η αυτονομία που όχι μόνο δεν βελτιώθηκε, αλλά μειώθηκε, όπως και η περιορισμένη υποστήριξη για συσκευές που δεν είναι Samsung.
-
2