Τα διαθέσιμα στη διεθνή αγορά smartphones με Android έχουν πολλαπλασιαστεί σχεδόν. εκθετικά τα τελευταία χρόνια. Το λειτουργικό σύστημα της Google (με τις - πολλές - παραλλαγές του από εταιρείες και ομάδες προγραμματιστών) «τρέχει» πια σε ένα τεράστιο «οικοσύστημα» (sic) συσκευών. Ως αποτέλεσμα υπάρχει στην αγορά μια πρόταση για κάθε χρήστη, από αυτόν που επιζητεί κάτι απλό για καθημερινή, κυρίως επικοινωνιακή χρήση έως τον πλέον απαιτητικό power user, που χρησιμοποιεί τη συσκευή του ως έναν κανονικό προσωπικό υπολογιστή, φέρνοντάς την συχνά στα όρια των δυνατοτήτων της - ή και λίγο πέρα από αυτά.
Αυτή ακριβώς η τεράστια ποικιλία συσκευών, τιμών και εν τέλει εμπειριών χρήστη, είναι η πλέον έντονη διαφορά μεταξύ του Android και του έτερου μεγάλου παίκτη στην γιγάντια διεθνή αγορά των smartphones, του iOS (και της «μαμάς» Apple). Απετέλεσε δε, την «αιχμή του δόρατος» στη διάδοση και τελική επικράτηση του πρασινωπού ανδροειδούς με τα κοντά ποδαράκια και τα γλυκά ονόματα.
Με αυτές τις σκέψεις υποδεχτήκαμε, πριν μια περίπου εβδομάδα, τη συσκευή που θα σας παρουσιάσουμε παρακάτω. Το G3s φαίνεται να αποτελεί μια απόπειρα της LG να ακολουθήσει την μάλλον επιτυχημένη στρατηγική για «market fragmentation» της Samsung, η οποία για κάθε «ναυαρχίδα» της βγάζει και μια πληθώρα υποδεέστερων σε χαρακτηριστικά συσκευών, με παρόμοια ονόματα πλην κάποιου διακριτικού (βλέπε GalaxyS3 mini, neo, Galaxy S4 mini, active κτλ.). Με αυτόν τον τρόπο επιχειρεί να προσελκύσει τον μέσο χρήστη, που αν και θέλει να ανανεώσει τη συσκευή του, ωστόσο δεν προτίθεται να διαθέσει το συνήθως μεγάλο ποσό που απαιτείται για την αγορά μιας από τις «μεγάλες» συσκευές, από τη στιγμή που δεν χρειάζεται τα επιπλέον χαρακτηριστικά.
Στην περίπτωσή μας, η «ναυαρχίδα» δεν είναι βεβαίως άλλο από το «πολύ» G3. Το πόσο κοντά ή μακριά στέκεται το μικρό του αδερφάκι και αν τελικά αποτελεί μια ανταγωνιστική πρόταση στο χώρο των μεσαίων συσκευών ή όχι, θα το ερευνήσουμε στη συνέχεια.
Εμφάνιση και Ποιότητα Κατασκευής
Ο γράφων δηλώνει οπαδός των απλών γραμμών και των ανεπιτήδευτων χαρακτηριστικών τόσο στην εξωτερική σχεδίαση όσο και στις διεπαφές των διαφόρων συσκευών.
To G3s ακολουθεί, όπως είναι αναμενόμενο, τον όμορφο (κατ' εμάς) σχεδιασμό του «μεγάλου» G3, με το καμπυλωτό πίσω κάλυμμα που, αν και πλαστικό, έχει και εδώ το εφέ του «βουρτσισμένου μετάλλου». Στο κάτω μέρος της «πλάτης» βρίσκεται το ηχείο, ενώ ψηλά και στο κέντρο η ιδιαίτερου σχεδιασμού και αμφισβητούμενης εργονομίας τριάδα κουμπιών για ένταση ήχου και power, και αμέσως παραπάνω η κάμερα με το φλας και τον πομποδέκτη laser για την αυτόματη εστίαση.
Στο μπροστινό μέρος το τζάμι της οθόνης καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος, εκτός από ένα τμήμα χαμηλά που καταλαμβάνεται από ένα γκρι πλαστικό με το λογότυπο της LG χαραγμένο στο κέντρο του.
Περιμετρικά της συσκευής και συγκεκριμένα στο κάτω μέρος συναντάμε τη θύρα USB (και φόρτισης), την υποδοχή του hansdfree και φυσικά το μικρόφωνο. Στο πάνω μέρος το δευτερεύον μικρόφωνο και τον πομποδέκτη υπερύθρων. Τα πλάγια της συσκευής είναι εντελώς ελεύθερα από οποιοδήποτε πλήκτρο, εφόσον αυτά έχουν μεταφερθεί, όπως είπαμε, στο πίσω μέρος.
Αν και το G3s είναι σίγουρα εμφανίσιμο, ωστόσο κατά τη συμβίωση μαζί του δίνει μια εντύπωση «φτήνιας». Η αίσθηση του πλαστικού σε συνδυασμό με το πολύ μικρό του βάρος (που ενισχύει αυτή την αίσθηση) και επιπλέον στοιχεία όπως η «τεμπέλικη» αίσθηση της δόνησης, συμβάλλουν σε αυτή την αίσθηση. Αναμφίβολα η LG έχει κάνει προσπάθειες να κάνει το κινητό να φαίνεται ακριβότερο από ό,τι είναι, μιμούμενη το σχεδιασμό του μεγαλύτερου G3, ωστόσο δε παύει να πρόκειται για μια σχετικά χαμηλού κόστους συσκευή.
Παρόλα αυτά το «δέσιμο» των τμημάτων ήταν σφιχτό, χωρίς ενοχλητικά τριξίματα, όπως θα περίμενε κανείς από μια ολοκαίνουρια συσκευή όπως αυτή που είχαμε στα χέρια μας.
Τεχνικά Χαρακτηριστικά
Κατ' αρχήν θα πρέπει να κάνουμε σαφές ότι, αν και τα τεχνικά χαρακτηριστικά επηρεάζουν την εμπειρία χρήσης ενός smartphone, δεν λένε ποτέ από μόνα τους όλη την αλήθεια. Άλλοι παράγοντες όπως η απόδοση του λογισμικού και φυσικά οι απαιτήσεις του χρήστη, είναι επίσης πολύ σημαντικοί. Για αυτό το λόγο η παρουσίαση αυτή έγινε μετά από μια σύντομη αλλά έντονη «συμβίωση» με το μικρό τέκνο της οικογένειας LG.
Ρίχνοντας μια ματιά στα τεχνικά χαρακτηριστικά του G3s, λίγα εντυπωσιάζουν με τα σημερινά δεδομένα. Αξιοπρόσεκτες εξαιρέσεις αποτελούν η εστίαση μέσω laser και η ύπαρξη πομποδέκτη υπερύθρων, που κάνει δυνατή τη χρήση του τηλεφώνου ως τηλεχειριστηρίου για τις συσκευές σας, με χρήση της ενσωματωμένης εφαρμογής (περισσότερα παρακάτω). Το G3s επίσης διαθέτει δέκτη ραδιοφώνου FM, κάτι που σίγουρα παραμένει ενδιαφέρον για πολλούς χρήστες (ο γράφων είναι ένας από αυτούς).
Παρόλα αυτά, είναι προφανές ότι το κινητό μας δεν φιλοδοξεί να σαγηνεύσει τους power users. μάλλον φλερτάρει περισσότερο τους - πολυπληθέστερους - entry και middle level υποψήφιους αγοραστές.
Συσκευασία και Περιεχόμενα
Η συσκευασία του G3s, χωρίς να έχει κάτι το ιδιαίτερο, αντανακλά το «καθαρό» λουκ που η LG επιχειρεί να δώσει στη συσκευή (δείτε και παρακάτω), με το λευκό χρώμα να κυριαρχεί. Ανοίγοντας το κουτί, βρίσκουμε όμορφα τακτοποιημένα τη συσκευή με τον σύντομο οδηγό χρήσης και κάτω από αυτή τη μπαταρία, τον micro φορτιστή με έξοδο USB, το αντίστοιχο καλώδιο (που μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη σύνδεση του τηλεφώνου σε PC) και ένα ενσύρματο στερεοφωνικό handsfree που ωστόσο είναι και δείχνει entry level.
Τα πλήρη περιεχόμενα της συσκευασίας. Αριστερά ο φορτιστής με το καλώδιο φόρτισης USB. Στο κέντρο η συσκευή μας και ο «οδηγός γρήγορης εκκίνησης». Δεξιά, η μπαταρία και το handsfree.
Κοντινό πλάνο στο πίσω μέρος του G3s. Από αριστερά προς τα δεξιά διακρίνουμε το (ευμέγεθες) ηχείο, την υποδοχή της μπαταρίας, τα κουμπιά volume και power, τον πομποδέκτη υπέρυθρου laser, την κάμερα, το led φλας και τέλος τις υποδοχές για SIM και MicroSD
Εργονομία και Συνολική εμπειρία
Για τις ανάγκες της παρουσίασης - δοκιμής, αφήσαμε το G3s να γίνει η κύρια συσκευή επικοινωνίας μας για μια εβδομάδα. Η αίσθηση που η καθημερινή χρήση του μας άφησε, ήταν σε γενικές γραμμές ικανοποιητική, με λίγες μόνο «εκπλήξεις», τόσο θετικές όσο και αρνητικές, που αναλύονται παρακάτω.
Η οθόνη των 5 ιντσών περιβάλλεται στα πλάγια από πολύ μικρό bezel, με αποτέλεσμα το κινητό να έχει το μέγεθος που ο γράφων θεωρεί ιδανικό για απροβλημάτιστη χρήση με το ένα χέρι, χωρίς απώλεια στη δυνατότητα προβολής πληροφορίας. Η καμπύλη της «πλάτης» το κάνει να χωράει με φυσικότερο τρόπο στην παλάμη, κάνοντας ακόμη ευκολότερο το χειρισμό του.
Μοναδικές «παραφωνίες» στην εργονομία της συσκευής μας αποτέλεσε η τοποθέτηση της υποδοχής των ακουστικών κάτω μέρος της και της περίφημης πλέον τριάδας πλήκτρων για power και αυξομείωση της έντασης πίσω, ακριβώς κάτω από την κάμερα. Αυτό, για παράδειγμα, σημαίνει ότι αν η συσκευή βρίσκεται ακουμπισμένη με την πλάτη σε μια επιφάνεια (π.χ. σε γραφείο), προκειμένου να αλλάξουμε την ένταση του ήχου θα πρέπει πρώτα να την πάρουμε στο χέρι μας.
Επίσης πολλές φορές, στην προσπάθειά μας να «βρούμε» με τον δείχτη μας τα κουμπιά, αγγίζαμε άθελά μας τον φακό της κάμερας λερώνοντάς τον. Ελπίζουμε η LG να αναθεωρήσει σύντομα αυτή την εργονομικά ατυχή σχεδιαστική της επιλογή.
Οθόνη
Η οθόνη του μικρότερου G3s, αν και σε απόλυτους αριθμούς ανάλυσης βρίσκεται αρκετά χαμηλότερα από τον μεγάλο «αδερφό» του, το G3 (720 x 1280 αντί για 1440 x 2560), εντούτοις σε καμιά περίπτωση δεν απογοητεύει με την ευκρίνειά της. Η πυκνότητα των εικονοστοιχείων της βρίσκεται στα 294 περίπου ανά ίντσα, που αν και υστερεί σαφώς αριθμητικά από τα 400+ των καλύτερων Android κινητών, στην ουσία δεν βρίσκεται πολύ χαμηλότερα, ας πούμε, από αυτή των οθονών «retina» των iPhone (326 ppi, πλην του 6 Plus) με τη γνωστή τους ευκρίνεια.
Είναι πάγια πεποίθηση του γράφοντα ότι, από ένα όριο και πάνω, η αύξηση των pixels-per-inch κάνει μάλλον κακό (αυξάνει κατά πολύ την κατανάλωση), ενώ τα οφέλη είναι, ουσιαστικά, ανύπαρκτα εφόσον το μάτι αδυνατεί να διακρίνει τη διαφορά. Από εκεί και μετά, γίνεται περισσότερο ένας αγώνας (που το marketing των εταιρειών εκμεταλλεύεται βεβαίως στο έπακρο) για τον ποιος «την έχει μεγαλύτερη». Το πόσο αξίζει να διαθέσει κανείς για να επικρατήσει σε αυτό το πεδίο, είναι καθαρά στην κρίση του.
Τα χρώματα του IPS πάνελ είναι ζωηρά και η φωτεινότητά του επαρκής για θέαση ακόμα και σε έντονο φως. Ωστόσο το επίπεδο μαύρου θα μπορούσε να ήταν πολύ καλύτερο (πιο σκοτεινό) και η απουσία αυτόματης ρύθμισης της φωτεινότητας με βάση το φως του περιβάλλοντος αποτελεί μια ενοχλητική παράλειψη, εφόσον ουσιαστικά υποχρεώνει τον χρήστη να τη ρυθμίζει κάθε τόσο χειροκίνητα - μπορεί να το κάνει από την περιοχή ειδοποιήσεων - ή να συμβιβαστεί σε μια μέτρια ρύθμιση.
Δυσάρεστη ήταν η διαπίστωση ότι η οθόνη της συσκευής μας δεν έχει κάποιο είδος προστασίας από χάραγμα ή σπάσιμο, κάτι που σημαίνει ότι ο χρήστης, εφόσον θέλει να την προστατέψει, θα πρέπει να καταφύγει στη λύση κάποιου screen protector. Ωστόσο, αν και ψάξαμε, δεν στάθηκε δυνατό να εντοπίσουμε κάποιο τέτοιο προϊόν σχεδιασμένο ειδικά για το G3s.
Λογισμικό και περιβάλλον Χρήσης
Το τηλέφωνο ήρθε «φορώντας» την έκδοση της ROM V10b-EUR-XX (build KOT49I.A1404881722), που αντιστοιχεί σε Android 4.4.2. Είναι άγνωστο αν και πότε η LG θα διαθέσει το 4.4.4 ή το νεότατο 5.0 (Lollipop) για τη συγκεκριμένη συσκευή κάτι που στην δεύτερη περίπτωση θα πρέπει όμως να θεωρείται δεδομένο.
Ο αριθμός των προεγκατεστημένων εφαρμογών είναι μικρός και περιορίζεται στις βασικές πλέον ενός app store της LG, του SmartWorld, κάτι που σίγουρα προσθέτει «πόντους» στην συγκεκριμένη πρόταση. Με ικανοποίηση διαπιστώσαμε ότι αφ' ενός οι επεμβάσεις της κατασκευάστριας εταιρείας τόσο στο λειτουργικό όσο και τις στάνταρ προεγκατεστημένες εφαρμογές είναι περιορισμένες και αφ' ετέρου ότι ακόμα και αυτές οι επεμβάσεις είναι διακριτικές, καλαίσθητες και λειτουργικές. Οι διεπαφές είναι «καθαρές», βασισμένες σε ανοιχτά χρώματα, με την πληροφορία λογικά οργανωμένη σε tabs ή σε πλαίσια.
Θα τολμούσαμε να πούμε, κρίνοντας υποκειμενικά βεβαίως, ότι σε κάποιες περιπτώσεις, το περιβάλλον της LG είναι ανώτερο, αισθητικά και χρηστικά, από το «μαμά» Android. Μπράβο LG!
Ως μόνο αρνητικό σημειώνεται η αφαίρεση ορισμένων πιο εξειδικευμένων ρυθμίσεων από το αντίστοιχο μενού, όπως η δυνατότητα ρύθμισης των ηχητικών εφέ (equalizer, loudness κτλ.) Για το κοινό ενός mid-level smartphone όμως αυτές οι παραλείψεις κατά πάσα πιθανότητα δεν είναι άξιες λόγου.
Περισσότερες ρυθμίσεις εμφάνισης. Απουσιάζει η αυτόματη ρύθμιση της φωτεινότητας και αντ' αυτής, υπάρχει μια επιλογή για «φωτεινότητα νυκτός», η οποία όμως επίσης δεν προσαρμόζεται αυτόματα. Προσέξτε ακόμη τα μενού για διασύνδεση και συγχρονισμό με αποθηκευτικούς χώρους cloud και για διευκόλυνση της χρήσης με το ένα χέρι.
Μερικές ακόμη φωτογραφίες από το όμορφο android μενού του LG G3
Ήχος
Οι επιδόσεις του G3s στον ηχητικό τομέα αποδείχτηκαν μέτριες. Κατά τις κλήσεις ακούγαμε τους συνομιλητές μας δυνατά και καθαρά σε οποιεσδήποτε συνθήκες και το ίδιο και αυτοί. Ο ήχος από το ενσωματωμένο ηχείο είναι επίσης δυνατός, ωστόσο έχει μια «ξερή» αίσθηση και στις υψηλές εντάσεις κάνει την εμφάνισή της έντονη παραμόρφωση. Αυτό βέβαια στην περίπτωση που θέλετε να ακούσετε μουσική, γιατί οι ήχοι κλήσης ακούγονται ιδιαίτερα δυνατά και με ευκρίνεια. Δυστυχώς όπως είπαμε και παραπάνω, οι επιλογές που θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν, εν μέρει, αυτές τις αδυναμίες, λείπουν από τις ρυθμίσεις της συσκευής.
Τα ενσωματωμένα ακουστικά - handsfree είναι ό,τι πιο entry-level έχουμε δει εδώ και καιρό. Είναι τύπου «earbuds» και όχι «in-ear» όπως τα περισσότερα σήμερα. κάτι που ίσως ακουστεί ευχάριστα για κάποιους χρήστες που δεν νιώθουν άνετα με την αίσθηση του ακουστικού μέσα στον ακουστικό τους σωλήνα. Στην περίπτωσή μας, ωστόσο, δεν συνοδεύονται καν από τα γνωστά αφαιρούμενα προστατευτικά (και αντιολισθητικά) περιβλήματα, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να. πέσουν από τα αυτιά σε απότομες κινήσεις του κεφαλιού.
Θα λέγαμε χωρίς υπερβολή ότι η LG τα συμπεριέλαβε περισσότερο. τυπικά και για να καλύψει στοιχειώδεις ανάγκες επικοινωνίας, παρά για σοβαρή ακρόαση. Με καλύτερα ακουστικά ωστόσο, το μικρό της LG δείχνει αμέσως ότι μπορεί παραπάνω, χωρίς ωστόσο να εντυπωσιάζει με την πιστότητά του - λίγα κινητά εξάλλου καταφέρνουν το τελευταίο.
Κάμερες
Το τηλέφωνό μας «φοράει» μια κάμερα των 8 megapixels πίσω και μια των 1,3 megapixels για τις selfies μας, τις κλήσεις μέσω skype κτλ. Η πίσω κάμερα εστιάζει μέσω αποστασιομέτρου υπέρυθρου laser, κάτι που σημαίνει ότι μπορεί να εστιάσει και σε απόλυτο σκοτάδι, χωρίς να χρειάζεται ενεργοποίηση του φλας.
Το σύστημα του «μικρού» G3s, σοφά μεταφερμένο από το μεγαλύτερο S3, δεν χρησιμοποιεί το laser για να ανιχνεύσει την αντίθεση της σκηνής, όπως δηλαδή έκαναν κάποιες φωτογραφικές μηχανές του παρελθόντος, αλλά μετράει με ακρίβεια το χρόνο ανάμεσα στην εκπομπή της ακτίνας και στην επιστροφή της, προκειμένου να υπολογίσει την ακριβή απόσταση από το αντικείμενο που φωτογραφίζουμε. Η εστίαση είναι συνεχής και γίνεται με εντυπωσιακή ταχύτητα και ακρίβεια στις περισσότερες περιπτώσεις, όπως διαπιστώσαμε.
Εμείς μπορεί να μη βλέπαμε το θέμα μας, το LG ωστόσο εστίαζε πάνω του χωρίς κανέναν δισταγμό. Πώς το ξέραμε; Μα από τα σημάδια των σημείων εστίασης πάνω στην οθόνη μας, που δείχνουν ακριβώς που η κάμερα εστιάζει ανά πάσα στιγμή. Βεβαίως έχουμε τη δυνατότητα να κατευθύνουμε την εστίαση οπουδήποτε θέλουμε, αγγίζοντας το σημείο που επιθυμούμε. Παρόλα αυτά δεν έλειψαν και οι φορές που η εστίαση απέτυχε χωρίς προφανή λόγο, ακόμα και σε καλοφωτισμένες σκηνές.
Η LG τονίζει για το σύστημα, ότι στην πραγματικότητα έχει διπλή λειτουργία, χρησιμοποιώντας επιπλέον την «παραδοσιακή» μέθοδο ανίχνευσης αντίθεσης, στις περιπτώσεις που το laser δεν επαρκεί, όπως για παράδειγμα σε αποστάσεις μεγαλύτερες των λίγων μέτρων ή σε συνθήκες έντονου περιβαλλοντικού φωτός, όπου η επιστρεφόμενη ακτίνα laser μπορεί να επισκιαστεί από την υπέρυθρη ακτινοβολία του περιβάλλοντος.
Δυστυχώς οι ιδιαίτερες επιδόσεις της κάμερας του τηλεφώνου της δοκιμής μας τελειώνουν κάπου εδώ. Η ποιότητα των φωτογραφιών που ο αισθητήρας των 8 megapixel παράγει σε συνθήκες ημέρας είναι ικανοποιητική, χωρίς ωστόσο να εντυπωσιάζει. Μόλις όμως το φως μειωθεί, ο θόρυβος κάνει έντονη την εμφάνισή του και ενεργοποιεί τους αλγορίθμους noise reduction. Το αποτέλεσμα είναι ασαφείς εικόνες. Το πρόβλημα είναι ακόμη πιο έντονο στην εμπρόσθια κάμερα.
Στην πρώτη φωτογραφία, η Ήρα, ανυποψίαστη για τη δέσμη laser που την «σκανάρει». Στη δεύτερη, άγνωστο για ποιον λόγο, η αυτόματη εστίαση απέτυχε να εστιάσει σωστά πάνω στην Ήρα, αν και τα τετραγωνάκια στην οθόνη μας καθησύχαζαν για το αντίθετο.
Αποτυπώνουμε τον Κήπο της Μυτιλήνης ένα μουντό απόγευμα, έχοντας απενεργοποιήσει το HDR.
Η ίδια σκηνή με το (αυτόματο) HDR ενεργοποιημένο. Προσέξτε τις (μικρές) διαφορές στην έκθεση, προς το φωτεινότερο
Σε έκθεση (θεατρικής) φωτογραφίας. Ο θόρυβος κάνει αισθητή την παρουσία του
Χειμωνιάτικο θέμα, αποτυπωμένο με HDR. Θορυβώδες και θολό, αλλά ακόμα και έτσι μεταδίδει θαλπωρή, συμφωνείτε; Πάντως στο instagram ανέβηκε.
Η συσκευή μας κατέγραψε με άνεση βίντεο σε ανάλυση 1080p, με ρεαλιστικά χρώματα, δίνοντας ωστόσο ελαφρά «σκληρή» εικόνα. Σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού όμως, η ποιότητα της κίνησης, ιδιαίτερα αν δεν χρησιμοποιηθεί το φλας, μειώνεται αισθητά.
Συνδεσιμότητα - Δικτύωση
Το G3s συνδέθηκε με επιτυχία και πολύ καλό σήμα στο 802.11n (2,4GHz) δίκτυο μας, τόσο στο γραφείο όσο και στο σπίτι και οι ταχύτητες μεταφοράς ήταν καλές, πετυχαίνοντας πάνω από 25 Mbps στις περισσότερες περιπτώσεις. Για κάποιο λόγο, δεν παρατηρήσαμε το ίδιο στην περίπτωση του δικτύου 4G (Cosmote), όπου ακόμα και σε διαδοχικές δοκιμές με το speedtest.net και επιλέγοντας χειροκίνητα τον ίδιο server, στο ίδιο σημείο και με πολύ καλό σήμα (5/5), οι διακυμάνσεις ήταν μεγάλες, με τις ταχύτητες download να «παίζουν» μεταξύ 14 και 52 Mbps και του upload μεταξύ 3 και 12.
Η ενσύρματη σύνδεση επίσης δεν μας προβλημάτισε. H default λειτουργία είναι, όπως συνηθίζεται, η MTP, όπου η συσκευή εμφανίζεται στο «My Computer» ως ενιαία μονάδα, κάτω από την οποία βρίσκονται ο εσωτερικός και ο εξωτερικός αποθηκευτικός χώρος. Η εμφάνιση των περιεχομένων των φακέλων και η μεταφορά των αρχείων έγινε ικανοποιητικά, χωρίς να είναι ιδιαίτερα γρήγορη.
Benchmarks
Ο γράφων πιστεύει ότι τα μετροπρογράμματα ή αλλιώς «benchmarks», μπορούν να γίνουν μια εξαιρετικά παραπλανητική πηγή πληροφορίας, εφόσον βαθμολογούν με βάση ελεγχόμενες και προβλέψιμες συνθήκες που ελάχιστα προσομοιώνουν πραγματικά σενάρια χρήσης. Αυτό ισχύει ακόμα και στην περίπτωση των λεγόμενων «συνθετικών» benchmarks, δηλαδή αυτών που συνδυάζουν πολλών ειδών τεστ, αν και εκεί οι μετρήσεις είναι κατά τι πιο κοντά στην πραγματική εμπειρία χρήσης.
Ωστόσο, οι μετρήσεις αυτές μπορούν να αξιολογηθούν ως ενδεικτικές για τη θεωρητική απόδοση μιας συσκευής. Για αυτό το λόγο, κάναμε μια σειρά από μετρήσεις στη συσκευή μας, χρησιμοποιώντας το κλασσικό πλέον «AnTuTu» και το πολύ νέο «Vellamo». Το τελευταίο βαθμολογεί σε τρεις κατηγορίες. Η πρώτη («Metal») αφορά στην «raw» ταχύτητα της συσκευής για μεμονωμένες εργασίες επεξεργασίας, η δεύτερη («Multicore») εξετάζει την ικανότητα της συσκευής για εκτέλεση πολλών ταυτόχρονων εργασιών (multitasking) και η τρίτη («Browser») επιχειρεί να προσομοιώσει σενάρια περιήγησης στο internet προκειμένου να μετρήσει την ταχύτητα του ενσωματωμένου browser. Τα αποτελέσματα μπορείτε να τα δείτε παρακάτω.
Αυτονομία
Ένα από τα σημεία όπου το G3s δεν θα απογοητεύσει, είναι η αυτονομία του. Αν και ο χρόνος φόρτισης δεν εντυπωσιάζει, κινούμενος γύρω στις δυο ώρες (παρόμοια παράπονα έχουν εξάλλου εκφράσει και χρήστες του μεγαλύτερου G3), ωστόσο μια πλήρης φόρτιση μας έδωσε λίγο περισσότερο από 24 ώρες ενέργειας, με τον συγχρονισμό των δεδομένων (επαφών και ημερολογίου) συνεχώς ενεργοποιημένο, αρκετές κλήσεις μέσω 3G και 4G δικτύου, κάμποση περιήγηση στο internet και τον απαραίτητο. facebook messenger να είναι διαρκώς online.
Φαίνεται ότι η χαμηλή «ιπποδύναμη» του επεξεργαστή και του υποσυστήματος γραφικών, μαζί με την μικρότερη ανάλυση της οθόνης, αποζημιώνουν τον χρήστη στον τομέα της αυτονομίας.
Συμπεράσματα
Ο χρόνος μας με το μικρό «αδερφάκι» του LG G3, το G3s, ήταν ευχάριστος χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις. Πρόκειται αναμφίβολα για μια συσκευή που θα καλύψει άνετα τις ανάγκες μιας μεγάλης μερίδας χρηστών, που αναζητούν ένα smartphone που θα «κάνει τη δουλειά», χωρίς να αδειάσει τα πορτοφόλια τους.
Τα δυνατά της σημεία είναι το πολύ καλαίσθητο και χρηστικό περιβάλλον εργασίας, το οποίο οφείλεται στις μετρημένες και προσεκτικές επεμβάσεις της LG στο Android, η χρήση laser για την εστίαση της φωτογραφικής μηχανής, η ύπαρξη υπέρυθρου πομποδέκτη και η επιμονή της LG να συμπεριλάβει δέκτη ραδιοφώνου.
Στα μείον είναι η ποιότητα των φωτογραφιών και του βίντεο και η χαμηλή ποιότητα του περιεχόμενου handsfree.
Ίσως ο σημαντικότερος σημαντικός παράγοντας αξιολόγησης ενός κινητού είναι η αντιπροσωπευτική της αγοράς τιμή πώλησής του, εφόσον καθορίζει τη λεγόμενη «σχέση τιμής - απόδοσης», τι αγοράζει δηλαδή ο καταναλωτής σε σχέση με τα χρήματα που δίνει. Στον χρόνο που γίνεται αυτό το review μια αντιπροσωπευτική τιμή για το LG G3s είναι στα 370 περίπου ευρώ.
Παρά τη. συμπάθειά μας για το μικρότερο LG, δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε ότι η τιμή αυτή είναι τουλάχιστον ατυχής και αδικεί τη συσκευή της παρουσίασής μας, εφόσον βρίσκεται στο ίδιο ύψος με αυτή σημαντικά ικανότερων προτάσεων όπως το Sony Xperia Z1 και μόλις 30 ευρώ κάτω από την τιμή του Samsung Galaxy S4. Ωστόσο πρέπει να σημειώσουμε ότι, με κατάλληλη έρευνα, το G3s μπορεί να αγοραστεί και σε σημαντικότερα χαμηλότερες τιμές από την παραπάνω. Με μια γρήγορη αναζήτηση εντοπίσαμε προσφορές έως και κάτω από 220 ευρώ, τιμή που κάνει την πρόταση της LG πολύ ανταγωνιστικότερη.
Η LG, προσφέροντας μια γκάμα μελετημένων συσκευών με έξυπνα σχεδιασμένα χαρακτηριστικά, επιχειρεί και μέχρι στιγμής καταφέρνει να δημιουργήσει μια δυναμική παρουσία στην εξαιρετικά ανταγωνιστική αγορά των κινητών συσκευών, έχοντας προτάσεις για πολλές διαφορετικές κατηγορίες χρηστών. Οι έως τώρα επιλογές της έχουν αποδειχτεί σωστές. Το αν η άνοδός της αυτή θα έχει συνέχεια και διάρκεια εξαρτάται όμως από πολλούς παράγοντες και η αγορά έχει δείξει ότι απαιτεί καλές στρατηγικές και δεν συγχωρεί εύκολα τα λάθη.
Πλεονεκτήματα:
. Περιβάλλον εργασίας
. Απαλλαγμένο από «bloatware»
. Υποστήριξη του ενσωματωμένου λογισμικού με updates
. Laser εστίαση στην κάμερα
. Ραδιόφωνο FM
. Πομπός υπερύθρων
Μειονεκτήματα:
. Εργονομία πλήκτρων έντασης ήχου και power
. Ποιότητα φωτογραφιών και βίντεο (ιδιαίτερα σε χαμηλό φωτισμό)
. Απουσία Gorilla Glass ή άλλης προστασίας της οθόνης
. «Φτηνιάρικο» handsfree
. Τιμή αγοράς
. Ελλιπής διαθεσιμότητα αξεσουάρ στην αγορά - επισκιάζεται από το μεγαλύτερο G3