Προς το περιεχόμενο

Με τον ήλιο τα βάζω, με τον ήλιο τα βγάζω, τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε;


@@sos@@

Προτεινόμενες αναρτήσεις

Δημοσ.

Οταν η εργατικότητα τρελαίνει...

 

Η ΤΕΜΠΕΛΙΑ ΚΑΝΕΙ ΚΑΛΟ!

 

Γιατί καμαρώνουμε για την ποσότητα της δουλειάς μας και όχι για την ποιότητα της εργασίας μας; Διότι από μικροί έχουμε διδαχθεί τις αξίες της εργατικότητας, παραβλέποντας συχνά ότι ο άνθρωπος χρειάζεται και την καλλιέργεια, την τέχνη, το διάβασμα και την απλή ενατένιση, περισυλλογή και ρεμβασμό. Αλλωστε, η σημερινή οικονομική κρίση, αντίθετα απ' ό,τι μας λένε, οφείλεται κυρίως στην υπερβολική παραγωγικότητα και όχι στην τόσο καταφρονεμένη αδράνεια.

 

Το χαρακτηρισμό «τεμπέληδες» τον ακούγαμε για τους φοιτητές που αντιδρούσαν στην εντατικοποίηση των σπουδών, τον ακούμε για όσους αρνούνται να συνταχτούν με το τροπάρι της εντατικοποίησης της εργασίας που ακούγεται από τους άμβωνες των περισσότερων ΜΜΕ. Τότε οι φοιτητές, σήμερα οι εργαζόμενοι , δεν κάνουν τίποτε άλλο, λέει, από το να «ιδεολογικοποιούν την τεμπελιά τους». Αυτός ο ισχυρισμός καταφέρνει να απαξιώσει τον αντίπαλο, αποκρύπτοντας μιαν άλλη ιδεολογικοποίηση, που προηγείται από αυτήν της τεμπελιάς και είναι σήμερα κυρίαρχη: την ιδεολογικοποίηση της εργατικότητας.

 

Δυσκολευόμαστε να σκεφτούμε την εργατικότητα ως ιδεολογία και, ακόμα περισσότερο, να αμφισβητήσουμε τη θετική της αύρα. Στη δουλειά δεν χρωστάμε ό,τι έχουμε πετύχει; Ετσι δεν προοδεύει ο κόσμος; Τόσο μας έχει εντυπωθεί ο μύθος του εργατικού μυρμηγκιού και του τεμπέλη τζίτζικα, που σχεδόν πιστεύουμε ότι η ανταμοιβή της εργασίας και η τιμωρία της τεμπελιάς είναι νόμος της βιολογίας.

 

Από την πλάνη μάς βγάζει μια σειρά κειμένων με θέμα την τεμπελιά, με πιο κλασικά το «Δικαίωμα στην τεμπελιά» του μαρξιστή (και γαμπρού του Μαρξ) Πολ Λαφάργκ, γραμμένο το 1882, και το «Επαινώντας την τεμπελιά» του φιλελεύθερου Μπέρτραντ Ράσελ, γραμμένο το 1932. Αμφισβητούν την υποτιθέμενη διαχρονική και απόλυτη αξία της εργατικότητας και υποστηρίζουν ότι, αντίθετα, η εργατικότητα εμφανίζεται ως αξία μέσα σε συγκεκριμένα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά συστήματα, από τον καπιταλισμό ώς τον υπαρκτό σοσιαλισμό.

 

Η τεμπελιά, που νοείται σ' αυτά τα κείμενα ως το αντίθετο μιας εργασίας που απομυζά την ανθρώπινη δημιουργικότητα για να την προσφέρει ως υπεραξία στις τσέπες κάποιων, προβάλλει σχεδόν ως πράξη αντίστασης. Οχι μόνο δικαίωμα, όπως το λέει ο Λαφάργκ, αλλά υποχρέωση. «Κανείς ποτέ δεν πρέπει να δουλεύει», ξεκινά το δοκίμιό του «Η κατάργηση της εργασίας» ο Μπομπ Μπλακ, αναρχικός συγγραφέας. Εξού και το αυτοδιαχειριζόμενο στέκι των «Ανω - Κάτω Πατησίων» διοργανώνει τα τελευταία χρόνια την Τεμπελιάδα, με ρίψη σφεντόνας, τάβλι, και άλλα αθλήματα. Αντί για αναβολικά, εδώ προτιμώνται πιο χαλαρωτικές ουσίες, μεταξύ των οποίων μπίρα και καρπούζι.

 

Η συζήτηση για την εργατικότητα έχει ιδιαίτερη σημασία σήμερα στην Ελλάδα, όπου πολλοί αποδίδουν την οικονομική κρίση στην υποτιθέμενη τεμπελιά των Ελλήνων - τεμπελιά είτε φύσει, λόγω καιρού ή ανατολίτικων πολιτισμικών επιρροών, είτε θέσει, λόγω του κράτους που εμποδίζει την υποτιθέμενη εργατικότητα των Ελλήνων να αναπτυχθεί και να μεγαλουργήσει εντός των συνόρων. Τότε πώς εξηγούνται τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ερευνας για τις Συνθήκες Εργασίας του Γιουροφάουντ για το 2005, της τελευταίας διαθέσιμης, που δείχνουν ότι οι Έλληνες είναι τρίτοι στην Ευρώπη (μετά την Τουρκία και τη Ρουμανία) ως προς τον αριθμό αυτών που δουλεύουν περισσότερες από 48 ώρες την εβδομάδα και τέταρτοι (μετά τη Ρουμανία, την Τουρκία και τη Νορβηγία) ως προς τον αριθμό των συνολικών ωρών που αφιερώνουν στην εργασία τους;

 

Γράφοντας την εποχή όπου το δωδεκάωρο εργασίας ήταν ο κανόνας, ο Λαφάργκ εντοπίζει τις βάσεις του καπιταλισμού στην υπερβολική εργασία, που οδηγεί σε υπερπαραγωγή προϊόντων. Αυτή φταίει για την αφαίμαξη των εργαζομένων και για τον πλούτο που συσσωρεύουν όσοι κατέχουν τα μέσα παραγωγής, όπως επίσης φταίει για τους πολέμους, που γίνονται, μεταξύ άλλων, ώστε το πλεόνασμα να διατεθεί στις αγορές άλλων χωρών.

 

Το παράδοξο αυτού του μηχανισμού μας το εξηγεί ο Ράσελ, με το παράδειγμα του εργοστασίου παραγωγής καρφιτσών (αυτό το εργοστάσιο είναι το κλασικό παράδειγμα που φέρνει ο Σνταμ Σμιθ στον «Πλούτο των εθνών», για να εξηγήσει τον καταμερισμό εργασίας): ορισμένος αριθμός ανθρώπων δουλεύει οκτώ ώρες την ημέρα για να κατασκευάσει τόσες καρφίτσες, όσες καλύπτουν τις ανάγκες του κόσμου. Κάποια στιγμή, η εξέλιξη της τεχνολογίας επιτρέπει στους ίδιους ανθρώπους να παράγουν μέσα στο οκτάωρο διπλάσιο αριθμό καρφιτσών, τέτοιον που δεν μπορεί να απορροφήσει η αγορά. Το λογικό θα ήταν, λέει ο Ράσελ, να μειωθούν στο μισό οι ώρες εργασίας και όλα να συνεχίσουν όπως πριν. Ομως, οι εργαζόμενοι συνεχίζουν να δουλεύουν τις ίδιες ώρες, με αποτέλεσμα κάποιοι από τους εργοδότες να χρεοκοπήσουν, επειδή δεν μπορούν να διαθέσουν τις καρφίτσες τους, και οι μισοί εργαζόμενοι να χάσουν τη δουλειά τους. Σε απόλυτους αριθμούς, οι ίδιες ώρες εργασίας διατίθενται στην παραγωγή καρφιτσών όπως και πριν.

 

Αν η σκληρή εργασία πρέπει, σύμφωνα με την ιδεολογία της εργατικότητας, να είναι η μοίρα του μέσου ανθρώπου, δεν είναι πάντως η μοίρα του πλούσιου. «Οι πλούσιοι επαινούν την αξιοπρέπεια της εργασίας», λέει ο Ράσελ, «ενώ φροντίζουν να παραμένουν οι ίδιοι αναξιοπρεπείς σ' αυτό το θέμα. [...] Η σύλληψη της έννοιας του καθήκοντος, ιστορικά μιλώντας, έχει αποτελέσει ένα μέσο που χρησιμοποιούν όσοι έχουν την εξουσία με σκοπό να πείθουν άλλους να ζουν για τα συμφέροντα των κυρίων τους παρά για τα δικά τους».

 

Στη δουλοκτητική αρχαία Αθήνα τέτοια προσχήματα δεν χρειάζονταν. Η χειρωνακτική εργασία ήταν για τους δούλους. Οι άντρες της άρχουσας τάξης είχαν όσο χρόνο ήθελαν να ασχολούνται με τα γράμματα και τις τέχνες. Ποιος μπορεί να ισχυριστεί, εκτός από όσους έχουν εμποτιστεί με την πουριτανική ηθική της εργατικότητας, εκείνους που θα αποκαλούσαν «λαπάδες» τους ποιητές, ότι δεν είναι καλύτερο και χρησιμότερο κοινωνικά να περνά κανείς την ώρα του με τα γράμματα και τις τέχνες; Σε ποιον οφείλουμε το μεγαλείο του Παρθενώνα; Σε αυτούς που τον σχεδίασαν κι επιμελήθηκαν την κατασκευή του ή στους δούλους που μετέφεραν και τοποθέτησαν τα μάρμαρα;

 

Ολα χρειάζονται. Κανείς δεν είπε ότι κάθε εργασία πρέπει ή μπορεί να καταργηθεί - παραμένει αναγκαίο κακό, μέσο για να εξασφαλίζουμε τον ελεύθερο χρόνο μας. Ο Λαφάργκ προτείνει να μειωθεί η εργασία σε τρεις ώρες καθημερινά, ο Ράσελ μιλά για τέσσερις. Το ερώτημα είναι αν ο ελεύθερος χρόνος, που σήμερα έχει τη δυνατότητα να αυξηθεί πολύ λόγω της τεχνολογίας, μοιράζεται εξίσου σε όλους ή αν αυτοί που κατέχουν τα μέσα παραγωγής κρατούν τη μερίδα του λέοντος, τη στιγμή που προσποιούνται τους πολυάσχολους, σαν την πλούσια κληρονόμο από το «Εγχειρίδιο των ιεροεξεταστών» του Αντόνιο Λόμπο Αντούνες, που ζηλεύει που τις Κυριακές «οι φτωχοί σηκώνονται νωρίς, γιατί δεν είναι υποχρεωμένοι να πάνε/ τυχεροί/ στο Καζίνο ούτε σε δημοπρασίες ούτε κινηματογράφο ούτε σε βαρετότατες συναυλίες το Σάββατο το βράδυ».

 

Αλλά τι εννοούμε μιλώντας για τεμπελιά; Αν εννούμε τη «μόνη ανθρώπινη κατάσταση», όπως την ονομάζει ο Καζιμίρ Μάλεβιτς («Η τεμπελιά, πραγματική αλήθεια του ανθρώπου», εκδ. Νησίδες), τότε η λέξη σημαίνει κάτι άλλο από την πλήρη απραξία, η οποία οδηγεί στην αποκτήνωση. Μας το δείχνει στους «Τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας» ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, με την πατριαρχική οικογένεια των τεμπέληδων αστών που φυλακίζονται προοδευτικά στη βίλα όπου καταλύουν, ανήμποροι για το παραμικρό. Μας το δείχνει, επίσης, στο μυθιστόρημα «Ρεμπούρ» του 1884 ο Γιόρις Καρλ Υισμάν, που κλείνει τον ήρωά του Ντεζ Εσάντ στο εξοχικό του, όπου κατασκευάζει έναν παράδεισο: μια μηχανική κατασκευή ρίχνει στο στόμα του σταγόνες από ποτά, φτιάχνοντας απίθανα κοκτέιλ απευθείας στον ουρανίσκο του, και μια χελώνα, βαμμένη χρυσή, στολίζει το χώρο, περιφερόμενη ανάμεσα σε εξωτικά φυτά. Ομως, ο παράδεισος γίνεται γρήγορα κόλαση: το μηχάνημα είναι πολύ περίπλοκο για να λειτουργήσει σωστά, τα φυτά μαραίνονται και η χελώνα πεθαίνει.

 

Με την έννοια του Μάλεβιτς, τεμπελιά δεν μπορεί να είναι ούτε ο ελεύθερος χρόνος που κατασκευάζει η βιομηχανία της διασκέδασης, το ίδιο αποξενωτικός όπως και η εργασία. Αλλωστε, η ηθική της εργατικότητας, όπως εκφράζεται στην πουριτανική προσταγή «παίξε σκληρά, δούλεψε σκληρά», είναι αυτή που μας λέει ότι ο ελεύθερος χρόνος είναι μέσον για να μπορούμε να δουλεύουμε περισσότερο και πιο παραγωγικά και ότι ο ελεύθερος χρόνος δεν μπορεί να είναι χρόνος χαλάρωσης και αναστοχασμού αλλά χρόνος έντασης και εγρήγορσης.

 

Αντίθετα, για τον Μάλεβιτς η τεμπελιά αποτελεί τη συνθήκη που επιτρέπει στον άνθρωπο να αναστοχάζεται την ύπαρξή του. Όπως γράφει στην εφημερίδα «Γκάρντιαν» ο εκδότης της βρετανικής επιθεώρησης «Ο τεμπέλης» Τομ Χόντγκινσον («Η αρετή της τεμπελιάς»), παραφράζοντας τον Καρτέσιο: «σκέφτομαι ξαπλωμένος στο κρεβάτι, άρα υπάρχω». Η, όπως γράφει ο Νίκος Καρούζος («Η έννοια της τεμπελιάς ως ανώτερης μορφής εργασίας», εκδ. Ικαρος), «η τεμπελιά ταυτίζεται με την εσωτερική ζωή, με το άσπιλο, τη νοσταλγία της αδαμικής μακαριότητας, πέραν καλού και κακού, συνυφαίνοντας έτσι μιαν ανώτερη μορφή εργασίας: του απόλυτου τη χρήση».

 

Η ιδεολογικοποίηση της τεμπελιάς δίνει, λοιπόν, προτεραιότητα όχι στην απραξία αλλά σε μια «ανώτερη μορφή εργασίας». Με μαρξιστικούς όρους, απέναντι στην αφηρημένη, αλλοτριωμένη εργασία του καπιταλισμού, η τεμπελιά αντιπαρατίθεται ως δημιουργική πράξη. Για τον κοινωνιολόγο και αντιεξουσιαστή ακτιβιστή Τζον Χόλογουέι («Εμείς είμαστε η κρίση της αφηρημένης εργασίας»), αυτού του είδους η δημιουργική πράξη συνιστά πραγματική απειλή για το κεφάλαιο, γιατί αντιτίθεται ριζικά στην ίδια την αφαίρεση της εργασίας.

 

Μπορούμε, λοιπόν, έτσι, για αλλαγή, να αναρωτηθούμε μήπως η κρίση συνδέεται με το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις στατιστικές, αφιερώνουμε πολλές και όχι λίγες ώρες στην δουλειά. Μήπως, δηλαδή, για τη σημερινή κατάσταση δεν φταίει τόσο η «ιδεολογικοποίηση της τεμπελιάς» όσο η «ιδεολογικοποίηση της εργατικότητας». Και μήπως η λύση θα ήταν, αντί να σπαταλάμε τόσες ώρες σε ανούσιες δουλειές, αφιερώναμε περισσότερο χρόνο για σκέψη, συζήτηση, διάβασμα και δημιουργία, ενασχολήσεις που μας κάνουν καλύτερους πολίτες, αρκεί να τους δώσουμε το χρόνο που χρειάζονται. Και αρκεί ο χρόνος αυτός να είναι δίκαια μοιρασμένος. Γιατί, όπως γράφει στο περιοδικό «Χάρπερς» ο Μαρκ Σλούκα («Αφήνοντας το εργοστάσιο χρωμάτων: για τις αρετές της τεμπελιάς») «η τεμπελιά δεν είναι απλά μια ψυχολογική αναγκαιότητα, απαραίτητη για την οικοδόμηση ενός ολοκληρωμένου ανθρώπινου όντος· συνιστά επίσης ένα είδος πολιτικού χώρου, χώρου τόσο αναγκαίου για τη λειτουργία μιας πραγματικής δημοκρατίας, όσο, ας πούμε, και η ελευθεροτυπία».

 

http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=22/08/2010&id=194901

 

Tempelia.JPG

 

 

και στην ερώτηση "και πως θα επιβιώσω;"

 

η απάντηση είναι μία : με το μυαλό...

 

για παράδειγμα:

 

"Ακόμα και εάν δεν έχεις τίποτα, αξίζεις πολλά..."

 

Η πρώην καθηγήτρια Χαϊντεμαρίε Σβέρμερ ζει χωρίς χρήματα τα τελευταία 13 χρόνια στη Γερμανία. Άρχισε ως πείραμα, αλλά τώρα ...δεν το αλλάζει με τίποτα. Και είναι πεπεισμένη ότι αυτό είναι το μέλλον της κοινωνίας μας.Πριν από 22 χρόνια η Χαϊντεμαρίε Σβέρμερ, καθηγήτρια γυμνασίου, μόλις έβγαινε από ένα επώδυνο διαζύγιο και αποφάσισε να μετακομίσει μαζί με τα δύο παιδιά της στο χωριό Λούνεμπουργκ, κοντά στο Ντόρτμουντ της Γερμανίας. Εκεί, όπως παρατήρησε αμέσως, οι άστεγοι ήταν πάρα πολλοί και σε άθλια κατάσταση. Ενοχλήθηκε πολύ. «Δεν είναι σωστό αυτό, δεν μπορεί να συνεχιστεί», σκέφτηκε. Έπειτα από αρκετή σκέψη έφτιαξε το Τauschring, ένα μέρος όπου οι άνθρωποι μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες με αντάλλαγμα υλικά αγαθά, μια ζώνη όπου δεν χρησιμοποιούνται χρήματα: ένα κούρεμα μπορεί να ανταλλαγεί με το σέρβις ενός αυτοκινήτου, μια παλιά τοστιέρα μπορεί να ανταλλαγεί με δύο χρησιμοποιημένες καμπαρντίνες. Το αποκάλεσε «Gib und Νimm» δηλαδή «Πάρε- Δώσε».

 

Η 67χρονη σήμερα Σβέρμερ πίστευε πάντα ότι οι άστεγοι δεν χρειάζονται χρήματα προκειμένου να επανενταχθούν στην κοινωνία: αντίθετα θα πρέπει να δώσουν μόνοι τους αξία στον εαυτό τους με το να γίνουν χρήσιμοι, παρά τα χρέη, την ένδεια ή την ανεργία. «Πιστεύω ότι ακόμα και εάν δεν έχεις τίποτα, αξίζεις πολλά. Ο καθένας μας έχει μια θέση στον κόσμο».

 

Οι άστεγοι του Ντόρτμουντ όμως δεν ανταποκρίθηκαν αμέσως στο σχέδιό της και ελάχιστοι εμφανίστηκαν στο Τauschring. Κάποιοι μάλιστα της είπαν εξαγριωμένοι ότι μια γυναίκα μεσαίας τάξης με μόρφωση δεν θα μπορέσει ποτέ να κατανοήσει τι περνούν. Αντίθετα, ήταν κυρίως οι άνεργοι και οι συνταξιούχοι που άρχισαν να εμφανίζονται όλο και συχνότερα στο Τauschring, με τα χέρια τους γεμάτα πράγματα που βρίσκονταν αχρησιμοποίητα επί χρόνια στα σπίτια τους ή έτοιμοι να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους: συνταξιούχοι κομμώτριες προσφέρθηκαν να κουρέψουν άνεργους ηλεκτρολόγους οι οποίοι με τη σειρά τους θα έφτιαχναν τις κουζίνες των γυναικών. Συνταξιούχοι Βρετανοί δάσκαλοι παρέδιδαν μαθήματα αγγλικών σε νέους με αντάλλαγμα να βγάζουν βόλτα τους σκύλους τους. Ούτε ένα μάρκο δεν άλλαξε χέρια.

 

Η επιτυχία του πειράματος προκάλεσε στη Σβέρμερ ερωτήσεις για τον τρόπο ζωής της. «Άρχισα να καταλαβαίνω ότι ζούσα με πολλά πράγματα που δεν χρειαζόμουν. Έτσι αποφάσισα ότι δεν θα αγόραζα τίποτα χωρίς να δώσω κάτι άλλο. Έτσι ξεκίνησα. Μετά άρχισα να αναρωτιέμαι τι χρειάζομαι πραγματικά, για παράδειγμα ρούχα, και ανακάλυψα ότι μπορούσα να τα βγάλω πέρα με όσα κρέμονταν μόνο σε 10 κρεμάστρες. Όλα τα άλλα τα χάρισα. Το να ξεφορτωθώ τόσα πράγματα ήταν μια πραγματική ανακούφιση».

 

Έπειτα από λίγο, ακόμα και η τεράστια συλλογή με τα βιβλία της άρχισε να την ενοχλεί και η Σβέρμερ τα έδωσε σε ένα κατάστημα με βιβλία από δεύτερο χέρι. Τα χάρισε όλα. «Ήθελα να μείνω μόνο με τα απολύτως απαραίτητα».

 

«Η ζωή έγινε πιο συναρπαστική, πιο όμορφη»

 

ΟΣΟ ΠΙΟ ΑΣΚΗΤΙΚΑ ζούσε η Σβέρμερ τόσο πιο χαρούμενη ήταν. Το 1995 ασχολούνταν πολύ με το Τauschring και συνειδητοποίησε ότι η δουλειά της δεν την ικανοποιούσε. «Πάντα ήμουν άρρωστη με γρίπη ή πονοκέφαλο και ποτέ δεν συνειδητοποιούσα τη σύνδεση μεταξύ των σωματικών συμπτωμάτων μου και του γεγονότος ότι ήμουν δυστυχισμένη στη δουλειά μου». Έναν χρόνο αργότερα, το 1996, πήρε τη μεγαλύτερη απόφαση της ζωής της: να ζει χωρίς χρήματα. Παράτησε το διαμέρισμα και τη δουλειά της και άρχισε να ζει νομαδικά με «έναν ακραίο τρόπο ζωής», όπως παραδέχεται. Γύριζε από σπίτι σε σπίτι, προσφέροντας χειρωνακτικές εργασίες. Σκόπευε να το κάνει μόνο για 12 μήνες. Όμως της άρεσε τόσο πολύ που δεν μπορούσε να το σταματήσει. Δεκατρία χρόνια αργότερα, συνεχίζει να ζει βάσει των αρχών τού «Πάρε- δώσε». «Η ζωή έγινε πιο συναρπαστική, πιο όμορφη. Είχα όλα όσα χρειαζόμουν και ήξερα ότι δεν μπορούσα να επιστρέψω στην παλιά μου ζωή. Δεν έπρεπε πια να κάνω όσα δεν μου άρεσαν, αισθανόμουν μεγάλη χαρά και σωματικά αισθανόμουν καλύτερα από ποτέ». Ζει ακόμα έτσι. Μένει κάθε εβδομάδα σε διαφορετικό σπίτι μελών του Τauschring, καθαρίζοντας ή κάνοντας άλλες δουλειές ως αντάλλαγμα. Έχει 200 ευρώ για κατάσταση έκτακτη ανάγκης και όλα τα άλλα χρήματα που πιάνει στα χέρια της τα χαρίζει. Δεν έχει υγειονομική περίθαλψη, αλλά πιστεύει στη δύναμη της αυτοθεραπείας.

 

Πιστεύει πραγματικά ότι το δικό της παράδειγμα μπορεί να αποτελέσει το μέλλον σε μια κοινωνία όπου «όλοι αγοράζουμε για να γεμίσουμε το κενό μέσα μας. Και αυτό το κενό και τον φόβο της απώλειας τον εκμεταλλεύονται οι μεγάλες εταιρείες».

https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1202461

 

αξίζει για το ελάχιστο ξεροκόμματο που μας πετάνε να ανταλλάξουμε την ζωή μας για την επιβίωση μας ;

  • Απαντ. 143
  • Δημ.
  • Τελ. απάντηση
Δημοσ.

Καθησα και διαβασα ολο το κειμενο να βγαλω το νοημα του αλλα δεν γινεται να ισχυουν ολα αυτα,αμα δεν δουλεευεις δεν μπορεις να επιβιωσεις,πως θα πληρωνεις το δανειο του σπιτιου?το δανειο του αμαξιου?Τα εξοδα του σπιτιου?Το ποτο που θα βγεις το βραδι?Καλως η κακως ειμαστε ολοι στα τετοια επιπεδα,φυσικα δεν ειπα οτι δεν υπαρχει τροπος "τεμπελιας" για να μην δουλεευεις για ενα ξεροκοματο,ανεβαινεις σε ενα βουνο ζεις σε μια σπηλια η φτιαχνεις μια ξυλινη καλυβα,βρισκεις 2-3 προβατα 4-5 κοτουλες,καμια αγελαδα,κανεις και ενα μπαχτσε και μπορεις να επιβιωσεις,χωρις να δουλεευεις σαν το σκυλι,το θεμα ειναι ποσοι απο μας θα το κανουν αυτο?

Δημοσ.

'Εχω μάθει σε αυτά που ακούω και μου αρέσουν, να κλείνω τα αυτιά μου.Και:

 

] Οχι μόνο δικαίωμα, όπως το λέει ο Λαφάργκ, αλλά υποχρέωση. «Κανείς ποτέ δεν πρέπει να δουλεύει», ξεκινά το δοκίμιό του «Η κατάργηση της εργασίας» ο Μπομπ Μπλακ, αναρχικός συγγραφέας. [/b]

 

Ολα χρειάζονται. Κανείς δεν είπε ότι κάθε εργασία πρέπει ή μπορεί να καταργηθεί - παραμένει αναγκαίο κακό, μέσο για να εξασφαλίζουμε τον ελεύθερο χρόνο μας.

 

Φάσκει και αντιφάσκει;

 

αξίζει για το ελάχιστο ξεροκόμματο που μας πετάνε να ανταλλάξουμε την ζωή μας για την επιβίωση μας ;

 

 

Όχι καθόλου, αλλά στη παρούσα κοινωνία που είναι τόσο βάρβαρη έτσι κι εφαρμόσεις αυτά θα χάσεις φίλους γνωστούς ακόμα κ οικογένεια.

Δημοσ.
Καθησα και διαβασα ολο το κειμενο να βγαλω το νοημα του αλλα δεν γινεται να ισχυουν ολα αυτα,αμα δεν δουλεευεις δεν μπορεις να επιβιωσεις,πως θα πληρωνεις το δανειο του σπιτιου?το δανειο του αμαξιου?Τα εξοδα του σπιτιου?Το ποτο που θα βγεις το βραδι?
όσο η "θρησκεία" σου είναι το χρήμα, το κεφάλαιο και η συσσώρευση, η φτωχοποίησή(με την σημασία που έχει στην "θρησκεία" αυτή) σου είναι δεδομένη ...

ΕΡΩΤΗΣΗ: Πώς ονομάζεσαι;

 

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Μισθωτός.

 

Ε: Ποιοι είναι οι γονείς σου;

 

Α: Ο πατέρας μου ήταν μισθωτός, καθώς και ο παππούς μου και ο προπάππος μου. Αλλά οι πρόγονοί μου ήταν δουλοπάροικοι και σκλάβοι. Η μάνα μου ονομάζεται Φτώχεια.

 

Ε: Από πού έρχεσαι και πού πηγαίνεις;

 

Α: Έρχομαι από τη Φτώχεια και πηγαίνω στην Εξαθλίωση, περνώντας από το νοσοκομείο όπου το κορμί μου θα χρησιμεύσει για τα πειράματα στα καινούργια σας φάρμακα και για τις έρευνες των γιατρών που περιθάλπουν τους προνομιούχους του Κεφαλαίου.

 

Ε: Πού γεννήθηκες;

 

Α: Σε μια σοφίτα, κάτω από την στέγη του σπιτιού που έχτισε ο πατέρας μου και οι συναδελφοί του.

 

Ε: Ποια είναι η θρησκεία σου;

 

Α: Η θρησκεία του Κεφαλαίου.

 

Ε: Ποια καθήκοντα σου επιβάλλει η θρησκεία σου;

 

Α: Δυο κύρια καθήκοντα: το καθήκον της παραίτησης και το καθήκον της εργασίας. Η θρησκεία μου μου επιβάλλει να παραιτηθώ από τα δικαιώματά μου πάνω στη γη, την κοινή μας μητέρα, πάνω στα πλούτη που κρύβουν τα σπλάχνα της, πάνω στην γονιμότητα του εδάφους της και την γονιμοποίησή της από τη ζέστη και το φως του ήλιου. Μου επιβάλλει να παραιτηθώ από το δικαίωμα να έχω έλεγχο πάνω στην εργασία των χεριών και του μυαλού μου, μου επιβάλλει ακόμα να παραιτηθώ από τα δικαιώματα πάνω στον ίδιο μου τον εαυτό: από τη στιγμή που περνάω το κατώφλι του εργαστηρίου μου, δεν ανήκω πια στον εαυτό μου, είμαι κτήμα του αφεντικού μου. Η θρησκεία μου μου επιβάλλει να δουλεύω από μικρός ως τον θάνατό μου, να δουλεύω με το φως του ήλιου και της ασετυλίvης, να δουλεύω μέρα νύχτα, να δουλεύω πάνω στη γη, κάτω από τη γη και μες στη θάλασσα. Να δουλεύω παντού και πάντα.

 

Ε: Σου επιβάλλει και άλλα καθήκοντα;

 

Α: Ναι. Να συνεχίζω τη νηστεία όλο το χρόνο. Να ζω με στερήσεις χωρίς να χορταίνω ποτέ. Να καταπνίγω όλες τις σαρκικές μου ανάγκες και τις πνευματικές αναζητήσεις.

 

Ε: Σου απαγορεύει ορισμένα είδη τροφής;

 

Α: Μου απαγορεύει να αγγίζω το κυνήγι, τα πουλερικά, το μοσχαράκι πρώτης, δεύτερης και τρίτης διαλογής, να γεύομαι τον σολωμό, τον αστακό, τα φρέσκα ψάρια. Μου απαγορεύει να πίνω αγνό κρασί και γάλα έτσι όπως βγαίνει από το μαστάρι της αγελάδας.

 

Ε: Ποιες τροφές σου επιτρέπει;

 

Α: Το ψωμί, τις πατάτες, τα φασόλια, το μπακαλιάρο και την ξερή ρέγγα, τα απορρίμματα του κρεοπωλείου, το γελαδινό και αλογίσιο κρέας, τα χοιρινά. Για να ανακτήσω γρήγορα τις εξαντλημένες μου δυνάμεις μου επιτρέπει να πίνω νοθευμένο κρασί, ρακί από πατάτες και "δηλητήριο" από κοκκινογούλι.

 

Ε: Και ποια καθήκοντα σου υπαγορεύει απέναντι στον εαυτό σου;

 

Α: Να ροκανίζω τις οικονομίες μου, να ζω μέσα στην βρώμα και την εξαθλίωση. Να φορώ ρούχα σκισμένα, μπαλωμένα, μανταρισμένα, μέχρι να κουρελιαστούν. Να κυκλοφορώ χωρίς κάλτσες και με τρύπια παπούτσια που μουσκεύουν από το βρώμικο παγωμένο νερό των δρόμων.

 

Ε: Τι καθήκοντα έχεις απέναντι στην οικογένειά σου;

 

Α: Να απαγορεύω στη γυναίκα και τα παιδιά μου κάθε κοκεταρία, κάθε κομψότητα και εκλέπτυνση. Να τους ντύνω με φτηνοϋφάσματα ίσα για να μη σοκάρουν την αιδώ του μπάτσου. Να τους μάθω να μην παγώνουν το χειμώνα με τα βαμβακερά ρούχα και να μην σκάνε το καλοκαίρι μέσα στα χαμόσπιτα. Να αποτυπώνω στα κεφάλια των μικρών παιδιών μου τους ιερούς κανόνες της εργασίας ώστε να μπορέσουν, από την τρυφερή τους ηλικία, να κερδίσουν τη ζωή τους και να μην ζουν εις βάρος της κοινωνίας. Να τα διδάξω να πλαγιάζουν χωρίς βραδινό και χωρίς φως, να τα εξοικειώσω με την ανέχεια που είναι η μοίρα τους.

 

Ε: Ποια είναι τα καθήκοντα που η θρησκεία σου σου επιβάλλει απέναντι στην κοινωνία;

 

Α: Να αυξάνω τον κοινωνικό πλούτο πρώτα με τη δουλειά μου και μετά με τις αποταμιεύσεις μου.

 

Ε: Τι σου επιβάλλει να κάνεις με τις οικονομίες σου;

 

Α: Να τις καταθέτω στο Κρατικό Ταμιευτήριο για να καλύπτουν το κρατικό έλλειμμα ή να τις εμπιστεύομαι στις εταιρίες που έχουν ιδρύσει οι φιλάνθρωποι οικονομολόγοι για να τις δανείζουν στα αφεντικά μου. Τις οικονομίες μας πρέπει να τις βάζουμε πάντα στη διάθεση των αφεντικών μας.

 

Ε: Σου επιτρέπει να αγγίζεις τις καταθέσεις σου;

 

Α: Όσο το δυνατόν σπανιότερα. Μας επιβάλλει να μην επιμένουμε όταν το Κράτος αρνείται να τις αποδώσει και να παραιτούμαστε από κάθε διεκδίκηση όταν οι φιλάνθρωποι οικονομολόγοι, προλαβαίνοντας τις ανάγκες μας, μας αναγγέλλουν ότι οι οικονομίες μας έγιναν καπνός.

 

Ε: Έχεις πολιτικά δικαιώματα;

 

Α: Το κεφάλαιο μου έχει παραχωρήσει την αθώα διασκέδαση να εκλέγω τους νομοθέτες που φτιάχνουν νόμους για να μας τιμωρούν. Αλλά μας απαγορεύει να ασχολούμεθα με την πολιτική και να ακούμε τους σοσιαλιστές.

 

Ε: Για ποιο λόγο;

 

Α: Επειδή η πολιτική είναι προνόμιο των αφεντάδων και επειδή οι σοσιαλιστές είναι κατεργάρηδες που μας ληστεύουν και μας κοροϊδεύουν. Μας λένε ότι ο άνθρωπος που δεν εργάζεται δεν πρέπει να τρώει, ότι όλα ανήκουν στους εργάτες αφού εκείνοι τα παράγουν όλα και ότι το αφεντικό είναι ένα παράσιτο που πρέπει να εξολοθρευτεί Η αγία θρησκεία του Κεφαλαίου μας, διδάσκει, αντίθετα, ότι η σπατάλη των πλουσίων γεννά την εργασία που μας δίνει ψωμί, ότι οι πλούσιοι συντηρούν τους φτωχούς, ότι αν δεν υπήρχαν πλούσιοι, οι φτωχοί θα χάνονταν. Μας διδάσκει ακόμα να μην είμαστε τόσο αφελείς ώστε να πιστεύουμε πως οι γυναίκες και οι κόρες μας θα ήξεραν να ντυθούν με τα μετάξια και τα βελούδα που υφαίνουν, αφού οι ίδιες δεν θέλουν να στολίζονται παρά με κακόγουστα βαμβακερά και πως εμείς δεν θα μπορούσαμε να εκτιμήσουμε τα γνήσια κρασιά και να γευτούμε τα ωραία φαγητά, αφού είμαστε συνηθισμένοι σε απαίσια βοδινά και νοθευμένα ποτά.

 

Ε: Ποιος είναι ο θεός σου;

 

Α: Το Κεφάλαιο.

 

Ε: Είναι προαιώνιος;

 

Α: Οι σοφότεροι ιερωμένοι μας, οι ανώτεροι οικονομολόγοι, ισχυρίζονται ότι υπήρχε από καταβολής κόσμου. Επειδή τότε ήταν πολύ μικρός, ο Δίας, ο Ιεχωβάς, ο Ιησούς και άλλοι ψευτοθεοί, βασίλεψαν στη θέση του και επ’ ονόματί του. Αλλά από το 1500 περίπου, μεγάλωσε και δεν παύει να μεγαλώνει σε όγκο και ισχύ. Σήμερα είναι ο κυρίαρχος του κόσμου.

 

Ε: Ο θεός σου είναι παντοδύναμος;

 

Α: Ναι. Η κατοχή του εξασφαλίζει όλα τα επίγεια αγαθά. Όταν αποστρέφει το πρόσωπό του από μια οικογένεια και ένα έθνος, αυτά βυθίζονται στην αθλιότητα και τον πόνο. Η δύναμη του Θεού-Κεφαλαίου μεγαλώνει όσο αυξάνεται ο όγκος του. Κάθε μέρα κατακτά και καινούργια κράτη. Κάθε μέρα μεγαλώνει το κοπάδι των μισθωτών που, σ' όλη τους τη ζωή είναι ταγμένοι να αυξήσουν τον όγκο του.

 

Ε: Ποιοι είναι οι εκλεκτοί του Θεού-Κεφαλαίου;

 

Α: Τα αφεντικά, οι καπιταλιστές, οι εισοδηματίες.

 

Ε: Πώς σε ανταμείβει ο Θεός σου;

 

Α: Προσφέροντας συνεχώς δουλειά, σε μένα, τη γυναίκα μου και τα μικρό μου παιδιά.

 

Ε: Αυτή είναι η μοναδική σου ανταμοιβή;

 

Α: Όχι. Ο Θεός μας επιτρέπει να ικανοποιούμε την πείνα μας καταβροχθίζοντας με τα μάτια τις ορεκτικές βιτρίνες με τα κρέατα και τα τρόφιμα που δεν γευτήκαμε ούτε θα γευτούμε ποτέ, με τα οποία τρέφονται οι εκλεκτοί και οι άγιοι πατέρες. Η καλωσύνη του μας επιτρέπει να ζεστάνουμε τα μουδιασμένα από την παγωνιά μέλη μας κοιτάζοντας τις γούνες και τα παχιά παπλώματα με τα οποία σκεπάζονται οι εκλεκτοί και οι άγιοι πατέρες. Μας παραχωρεί επίσης την εκλεπτυσμένη οπτική απόλαυση να βλέπουμε να περνά εποχούμενη, από τις λεωφόρους και τις πλατείες, η ιερή φυλή των εισοδηματιών και των καπιταλιστών, αστραφτεροί, καμαρωτοί ματσωμένοι, κοιλαράδες, τριγυρισμένοι από ένα συρφετό από βαλέδες με γαλόνια και ψιμυθιωμένες κοκότες. Και καμαρώνουμε στη σκέψη πως αυτά τα θαυμαστά πράγματα, που απολαμβάνουν οι εκλεκτοί και εμείς το στερούμαστε, είναι έργα των χεριών και του μυαλού μας.

 

Ε: Οι εκλεκτοί ανήκουν σε διαφορετική ράτσα από τη δική σου;

 

Α: Οι καπιταλιστές πλάστηκαν από τον ίδιο πηλό με τους εργαζόμενους, αλλά επιλέχτηκαν ανάμεσα σε χιλιάδες και εκατομμύρια.

 

Ε: Τι έκαναν για να αξίζουν μια τέτοια διάκριση;

 

Α: Τίποτα. Ο Θεός αποδεικνύει την παντοδυναμία του χαρίζοντας την εύνοιά του σε αυτούς που δεν κουράστηκαν να την κερδίσουν.

 

Ε: Δηλαδή το Κεφάλαιο είναι άδικο;

 

Α: Το Κεφάλαιο είναι η ίδιο η Δικαιοσύνη. Η δικαιοσύνη του όμως ξεπερνά την αδύνατη νόησή μας. Αν το Κεφάλαιο ήταν αναγκασμένο να παραχωρεί τη χάρη του σε εκείνους που την αξίζουν, δεν θα ήταν καθόλου ελεύθερο, η δύναμή του θα είχε όρια. Το Κεφάλαιο επιβεβαιώνει την παντοδυναμία του διαλέγοντας τους εκλεκτούς του, αφεντικά και καπιταλιστές, μέσα από το σωρό των ανίκανων, των μασκαράδων, των τιποτένιων.

 

Ε: Πώς σε τιμωρεί ο θεός σου;

 

Α: Καταδικάζοντάς με στην ανεργία. Με τον τρόπο αυτό με αφορίζουν. Μου απαγορεύουν το κρέας, το κρασί, τη φωτιά. Με καταδικάζουν να πεθάνω της πείνας, εγώ, η γυναίκα μου και τα παιδιά μου.

 

Ε: Ποια σφάλματα πρέπει να διαπράξεις για να καταδικαστείς στην ανεργία;

 

Α: Κανένα. Το Κεφάλαιο αρέσκεται να επιβάλλει την ανεργία για λόγους που το μικρό μυαλό μας αδυνατεί να συλλάβει.

 

Ε: Ποιες είναι οι προσευχές σου;

 

Α: Δεν προσεύχομαι καθόλου με λόγια. Η δουλειά είναι η προσευχή μου. Κάθε προφορική προσευχή θα παρενοχλούσε την αποδοτική προσευχή της δουλειάς, την μόνη προσευχή που είναι αρεστή γιατί είναι η μόνη χρήσιμη και επικερδής για το Κεφάλαιο, η μόνη που δημιουργεί υπεραξία.

 

Ε: Πού προσεύχεσαι;

 

Α: Παντού: στη θάλασσα, στη στεριά και κάτω από τη γη, στους αγρούς, τα ορυχεία, τα εργαστήρια και τα μαγαζιά. Για να γίνει δεκτή η προσευχή μας και να ανταμειφθεί, πρέπει να θυσιάσουμε στο Κεφάλαιο τη βούλησή μας, την ελευθερία και την αξιοπρέπειά μας. Πρέπει να σπεύδουμε σε κάθε χτύπημα της καμπάνας, σε κάθε σφύριγμα της μηχανής. Και αφού προσευχηθούμε, πρέπει, σαν αυτόματα, να κουνάμε πόδια και χέρία, να λαχανιάζουμε και να ιδρωκοπάμε, να τεντώνουμε τους μυς, να εξαντλούμε τα νεύρα μας. Πρέπει να είμαστε ταπεινόφρονες, να ανεχόμαστε υπάκουα τις παραφορές και τις βρισιές του αφεντικού μας και των βοηθών του, αφού αυτοί έχουν πάντα δίκιο, ακόμα και όταν φαίνεται ότι έχουν άδικο. Πρέπει να ευχαριστούμε το αφεντικό όταν περικόπτει τον μισθό μας και παρατείνει τις ώρες εργασίας, αφού ό,τι κάνει είναι σωστό και για το καλό μας. Πρέπει να νιώθουμε περήφανοι όταν το αφεντικό και οι βοηθοί του χαϊδολογάνε τις γυναίκες και τις κόρες μας, αφού ο Θεός μας, το Κεφάλαιο, εκτός από το δικαίωμα να αποφασίζουν για τη ζωή και το θάνατό των μισθωτών, τους παραχωρεί και το δικαίωμα να βάζουν χέρι στις εργαζόμενες. Αντί να παραπονεθούμε, αντί να βράσουμε από θυμό, αντί να απεργήσουμε, αντί να επαναστατήσουμε, πρέπει να υπομένουμε όλη τη δυστυχία, να τρώμε βρώμικο ψωμί και να πίνουμε λασπωμένο καφέ. Αφού για να τιμωρήσει την ανυπακοή μας, το Κεφάλαιο οπλίζει το αφεντικό με κανόνια και τουφέκια, με φυλακές και εξορίες, με γκιλοτίνες και αγχόνες.

 

Ε: Μετά το θάνατο, ποια θα είναι η ανταμοιβή σου;

 

Α: Πολύ μεγάλη. Μετά το θάνατο, το Κεφάλαιο θα με αφήσει να κάτσω και να ξαποστάσω. Δεν θα υποφέρω πια από το κρύο και την πείνα, δεν θα αγωνιώ για το καθημερινό ψωμί, ούτε για εκείνο της επόμενης μέρας. Θα απολαμβάνω την αιώνια ανάπαυση του τάφου.

 

Η Θρησκεία του κεφαλαίου.

Πωλ Λαφάργκ

 

 

 

 

Φάσκει και αντιφάσκει;

έτσι δημιουργούνται οι φράξιες και οι συνιστώσες ...;):-)

 

 

 

Όχι καθόλου, αλλά στη παρούσα κοινωνία που είναι τόσο βάρβαρη έτσι κι εφαρμόσεις αυτά θα χάσεις φίλους γνωστούς ακόμα κ οικογένεια.

με την ίδια βεβαιότητα σου λέω ότι θα κερδίσεις άλλους φίλους και θα κάνεις άλλους γνωστούς ακόμα και άλλη οικογένεια, όχι βέβαια με την τόσο στενή έννοια που σαφώς εννοείς...
Δημοσ.

Για τους φίλους και το κοινωνικό περιβάλλον δεν έχω πρόβλημα, κ κάποιοι άνθρωποι από την οικογένειά μου θα με καταλάβαιναν αν άλλαζα ριζικά τρόπο ζωής. Υπάρχουν κάποιοι δεσμοί αγάπης που δε μπορώ να τους διακινδυνέψω γιατί τα μυαλά αυτών που αγαπώ μπορεί να τα πιπιλίσουν τρίτοι(Αν μπορούσα να εξουδετερώσω τους τρίτους θα το κανα χθες) και να τους χάσω. Δεν είναι όλοι τόσο εύκολοι στην αλλαγή. Για την ακρίβεια προτιμούν την "ασφάλεια" του κλουβιού από τον "κίνδυνο" της ελευθερίας.

Δημοσ.

Γενικά, αν και το πρώτο κείμενο έχει κάτι να πει (πράγματα που θα μπορούσε να τα συμπτύξει αρκετά, αλλά απεραντολογεί άσκοπα) το δεύτερο είναι "της σειράς".

 

Το internet είναι γεμάτο τέτοια success stories αλλά όλα πάνω κάτω έχουν ένα λάκκο, όπως το παρακάτω quote:

 

Δεν έχει υγειονομική περίθαλψη, αλλά πιστεύει στη δύναμη της αυτοθεραπείας.
Δημοσ.
Για τους φίλους και το κοινωνικό περιβάλλον δεν έχω πρόβλημα, κ κάποιοι άνθρωποι από την οικογένειά μου θα με καταλάβαιναν αν άλλαζα ριζικά τρόπο ζωής. Υπάρχουν κάποιοι δεσμοί αγάπης που δε μπορώ να τους διακινδυνέψω γιατί τα μυαλά αυτών που αγαπώ μπορεί να τα πιπιλίσουν τρίτοι(Αν μπορούσα να εξουδετερώσω τους τρίτους θα το κανα χθες) και να τους χάσω. Δεν είναι όλοι τόσο εύκολοι στην αλλαγή. Για την ακρίβεια προτιμούν την "ασφάλεια" του κλουβιού από τον "κίνδυνο" της ελευθερίας.

 

Εχεις την "ασφαλεια" γενικα σε μικρη εκτιμηση ή μου φενεται? Ξερεις ποσος κοσμος παλευει για "ασφαλεια" (καθε τυπου)? Αντε εγω και εσυ (δεν ξερω για εσενα, φανταζομαι) και η SoS και καθε SoS ειμαστε μονοι μας εμεις και ο κωλος μας και προφανως δεν μπορουμε να δουμε περα απο τη μυτη μας αλλα ουτε και να νοιωσουμε αυτα που νοιωθουν αυτοι που εχουν πραγματικες οικογενειακες (και οχι μονο) υποχρεωσεις και μπορουμε να "σπασουμε" τα "δεσμα" του "κλουβιου" και να ζησουμε -και καλα- ελευθεροι με τους νομους της ζουγκλας.

 

Πιπες ομως για να λεμε την αληθεια. Αν ηταν ετσι ακομα θα ζουσαμε ως ουγκα μπουγκα και ζουλου εκτος και αν πιστευει καποιος οτι θα ηταν καλο να παρατησουμε το παιδι μας (αλλα Μογλης No2) στη ζουγκλα να τα βγαλει περα μονο του.

Δημοσ.
Το internet είναι γεμάτο τέτοια success stories αλλά όλα πάνω κάτω έχουν ένα λάκκο, όπως το παρακάτω quote:

 

Δεν έχει υγειονομική περίθαλψη, αλλά πιστεύει στη δύναμη της αυτοθεραπείας.

 

Που ξέρεις; Μπορεί στο Τauschring να υπάρχουν και συνταξιούχοι γιατροί. Ή νεκροθάφτες.

Δημοσ.
Το παράδοξο αυτού του μηχανισμού μας το εξηγεί ο Ράσελ, με το παράδειγμα του εργοστασίου παραγωγής καρφιτσών (αυτό το εργοστάσιο είναι το κλασικό παράδειγμα που φέρνει ο Σνταμ Σμιθ στον «Πλούτο των εθνών», για να εξηγήσει τον καταμερισμό εργασίας): ορισμένος αριθμός ανθρώπων δουλεύει οκτώ ώρες την ημέρα για να κατασκευάσει τόσες καρφίτσες, όσες καλύπτουν τις ανάγκες του κόσμου. Κάποια στιγμή, η εξέλιξη της τεχνολογίας επιτρέπει στους ίδιους ανθρώπους να παράγουν μέσα στο οκτάωρο διπλάσιο αριθμό καρφιτσών, τέτοιον που δεν μπορεί να απορροφήσει η αγορά. Το λογικό θα ήταν, λέει ο Ράσελ, να μειωθούν στο μισό οι ώρες εργασίας και όλα να συνεχίσουν όπως πριν. Ομως, οι εργαζόμενοι συνεχίζουν να δουλεύουν τις ίδιες ώρες, με αποτέλεσμα κάποιοι από τους εργοδότες να χρεοκοπήσουν, επειδή δεν μπορούν να διαθέσουν τις καρφίτσες τους, και οι μισοί εργαζόμενοι να χάσουν τη δουλειά τους. Σε απόλυτους αριθμούς, οι ίδιες ώρες εργασίας διατίθενται στην παραγωγή καρφιτσών όπως και πριν.

 

Λέγεται φαινόμενο της ζήτησης και της προσφορά και είναι στη φύση του να υπάρχει. Αν οι εργοδότες είναι ηλίθιοι δεν φταίει η εργατικότητα και η τεμπελιά.

 

---------- Προσθήκη στις 13:04 ---------- Προηγούμενο μήνυμα στις 12:47 ----------

 

Η πρώην καθηγήτρια Χαϊντεμαρίε Σβέρμερ ζει χωρίς χρήματα τα τελευταία 13 χρόνια στη Γερμανία. Άρχισε ως πείραμα, αλλά τώρα ...δεν το αλλάζει με τίποτα. Και είναι πεπεισμένη ότι αυτό είναι το μέλλον της κοινωνίας μας.Πριν από 22 χρόνια η Χαϊντεμαρίε Σβέρμερ, καθηγήτρια γυμνασίου, μόλις έβγαινε από ένα επώδυνο διαζύγιο και αποφάσισε να μετακομίσει μαζί με τα δύο παιδιά της στο χωριό Λούνεμπουργκ, κοντά στο Ντόρτμουντ της Γερμανίας. Εκεί, όπως παρατήρησε αμέσως, οι άστεγοι ήταν πάρα πολλοί και σε άθλια κατάσταση. Ενοχλήθηκε πολύ. «Δεν είναι σωστό αυτό, δεν μπορεί να συνεχιστεί», σκέφτηκε. Έπειτα από αρκετή σκέψη έφτιαξε το Τauschring, ένα μέρος όπου οι άνθρωποι μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες με αντάλλαγμα υλικά αγαθά, μια ζώνη όπου δεν χρησιμοποιούνται χρήματα: ένα κούρεμα μπορεί να ανταλλαγεί με το σέρβις ενός αυτοκινήτου, μια παλιά τοστιέρα μπορεί να ανταλλαγεί με δύο χρησιμοποιημένες καμπαρντίνες. Το αποκάλεσε «Gib und Νimm» δηλαδή «Πάρε- Δώσε».

 

 

Πολύ ενδιαφέρον. Αν όμως η κομμώτρια δεν είχε χαλασμένο αυτοκίνητο, ο μηχανικός τι θα έκανε ως αντάλλαγμα; Γι' αυτό το χρήμα είναι εξέλιξη της οικονομίας και πολύ χρήσιμη μάλιστα διότι δεν χρειάζεται να υπάρχουν απαραίτητα ανάγκες του στιλ εγώ που έχω 10 αρνιά θέλω 10 τυριά και αυτός που έχει 10 τυριά θέλει 10 αρνιά, γιατί μπορείς να διαφοροποιείς το χρόνο αγοράς και πώλησης, για παράδειγμα, Εγώ έχω αρνιά που πρέπει να σφάξω τώρα αλλά οι αποθήκες με το σιτάρι είναι γεμάτες. Οπότε θέλω να τα πουλήσω τώρα αλλά το σιτάρι θέλω να το πάρω μετά από 1 χρόνο. Με το χρήμα πάω και αγοράζω σιτάρι όποτε θέλω. Τέλος, πως θα πουλήσεις 3,5 λίτρα γάλα όταν ο άλλος ζητά 1 λίτρο για 1 ζωντανό κοτόπουλο; Θα στο κόψει στη μέση;

 

Φυσικά, μπορούμε να γυρίσουμε στον Μεσαίωνα. Γιατί να παιδευτούμε όμως;

Δημοσ.
Που ξέρεις; Μπορεί στο Τauschring να υπάρχουν και συνταξιούχοι γιατροί. Ή νεκροθάφτες.

 

Ή κανένας πλαστικος χειρούργος που για ένα καθάρισμα σπιτιού κάνει τράμπα ψεύτικα βυζιά:X . Τεσπαντων κι αυτά που γράφω δεν αποτελούν υποκειμενικές απόψεις. Ωραίο θα είσαι αιθεροβάμων, στην πραγματικότητα δε σε βοηθάει ιδιαίτερα, για να μη πω καθόλου.

Δημοσ.
Και από νερό και ηλεκτρικό ρεύμα τι γίνεται;

 

Θα δινεις στην Δεη αυγα και θα παιρνεις ρευμα .Η θα της καθαριζεις το κτιριο :lol:

wait , τι χρειαζεται το ρευμα ? Πως ζουσαμε πριν χιλιαδες χρονια ...:lol:

Δημοσ.
Θα δινεις στην Δεη αυγα και θα παιρνεις ρευμα .Η θα της καθαριζεις το κτιριο :lol:

wait , τι χρειαζεται το ρευμα ? Πως ζουσαμε πριν χιλιαδες χρονια ...:lol:

 

Μα νομίζεις πως θα μπορεί ο ηλεκτρολόγος να φτιάξει λάμπες μόνος του στο σπιτάκι του; Και χωρίς ρεύμα μιά χαρά ήμασταν. Άσε που μπορεί να είναι και του σατανά. :-D

Αρχειοθετημένο

Αυτό το θέμα έχει αρχειοθετηθεί και είναι κλειστό για περαιτέρω απαντήσεις.

Επισκέπτης
Αυτό το θέμα είναι πλέον κλειστό για περαιτέρω απαντήσεις.
  • Δημιουργία νέου...