Δεκάδες έρευνες, μεταξύ του 1994 και του 2022 αναλύθηκαν από Αυστραλούς ερευνητές, στο πλαίσιο έρευνας την οποία τους ανέθεσε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.

Τα κινητά τηλέφωνα δεν συνδέονται με καρκίνους του εγκεφάλου και του κεφαλιού, σύμφωνα με μια ολοκληρωμένη επισκόπιση των πλέον ποιοτικών διαθέσιμων στοιχείων,  μετά από ανάθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.

Με επικεφαλής την Αυστραλιανή Υπηρεσία Προστασίας από την Ακτινοβολία και Πυρηνικής Ασφάλειας (Arpansa), η συστηματική ανασκόπηση εξέτασε περισσότερες από 5.000 μελέτες από τις οποίες εντοπίστηκαν εκείνες που πληρούσαν τα πλέον αυστηρά επιστημονικά κριτήρια, ενώ αποκλείστηκαν οι μεθοδολογικά σαθρότερες μελέτες.

Η τελική ανάλυση περιλάμβανε 63 μελέτες, οι οποίες δημοσιεύτηκαν στο διάστημα μεταξύ 1994 και 2022, καθιστώντας την όλη προσπάθεια «την πιο ολοκληρωμένη ανασκόπηση μέχρι σήμερα», όπως δήλωσε ο επικεφαλής της συγγραφικής ομάδας, αναπληρωτής καθηγητής Κεν Καρυπίδης.

«Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι τα στοιχεία δεν δείχνουν σύνδεση μεταξύ των κινητών τηλεφώνων και του καρκίνου του εγκεφάλου ή άλλων καρκίνων της κεφαλής και του τραχήλου».

Η επισκόπηση, που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη, επικεντρώθηκε στους καρκίνους του κεντρικού νευρικού συστήματος (συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου, των μηνίγγων, της υπόφυσης και του αυτιού), στους όγκους των σιελογόνων αδένων και στους όγκους του εγκεφάλου.

Οι ερευνητές συνολικά δεν διαπίστωσαν την παραμικρή συσχέτιση μεταξύ της χρήσης κινητού τηλεφώνου και των συγκεκριμένων μορφών καρκίνου, καμία συσχέτιση με την παρατεταμένη χρήση (ακόμη και σε περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι χρησιμοποιούν το κινητό τους τηλέφωνο για 10 χρόνια ή περισσότερο) και καμία συσχέτιση με τη συχνότητα της χρήσης του κινητού τηλεφώνου (τον αριθμό των κλήσεων που πραγματοποιούνται ή τον χρόνο που περνούν οι χρήστες στο τηλέφωνο).

"Είμαι απολύτως βέβαιος για τα συμπεράσματά μας. Και αυτό που μας καθιστά απολύτως βέβαιους είναι το ότι ... παρόλο που η χρήση του κινητού τηλεφώνου έχει εκτοξευθεί στα ύψη, τα ποσοστά των όγκων στον εγκέφαλο παρέμειναν σταθερά», δήλωσε ο Καρυπίδης, βοηθός διευθυντής της Arpansa για την αξιολόγηση των επιπτώσεων στην υγεία.

Τα κινητά τηλέφωνα - όπως και οτιδήποτε χρησιμοποιεί ασύρματη τεχνολογία, συμπεριλαμβανομένων των φορητών υπολογιστών, των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών εκπομπών και των πύργων κινητής τηλεφωνίας - εκπέμπουν ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία ραδιοσυχνοτήτων, γνωστή και ως ραδιοκύματα.

Ο Καρυπίδης, ο οποίος είναι επίσης αντιπρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής για την Προστασία από Μη Ιονίζουσες Ακτινοβολίες, δήλωσε ότι οι άνθρωποι ακούνε τη λέξη ακτινοβολία και υποθέτουν ότι είναι παρόμοια με την πυρηνική ακτινοβολία.

«Και επειδή χρησιμοποιούμε το κινητό τηλέφωνο κοντά στο κεφάλι όταν κάνουμε κλήσεις, υπάρχει μεγάλη ανησυχία», δήλωσε ο Καρυπίδης. «Η ακτινοβολία είναι ουσιαστικά ενέργεια που ταξιδεύει από ένα σημείο σε ένα άλλο. Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τύποι, όπως για παράδειγμα η υπεριώδης ακτινοβολία από τον ήλιο», είπε. «Είμαστε πάντα εκτεθειμένοι σε ραδιοκύματα χαμηλού επιπέδου στο καθημερινό περιβάλλον».

Ενώ η έκθεση από τα κινητά τηλέφωνα εξακολουθεί να είναι χαμηλή, είναι πολύ υψηλότερη από την έκθεση που προκύπτει από οποιαδήποτε άλλη πηγή ασύρματης τεχνολογίας, δεδομένου ότι τα τηλέφωνα χρησιμοποιούνται κοντά στο κεφάλι, δήλωσε ο Καρυπίδης.

Η συσχέτιση μεταξύ κινητών τηλεφώνων και καρκίνου προέκυψε από πρώιμες μελέτες όπου οι ερευνητές διερεύνησαν τις διαφορές μεταξύ μιας ομάδας ανθρώπων με όγκους στον εγκέφαλο και μιας ξεχωριστής ομάδας χωρίς τους καρκίνους, ρωτώντας τα μέλη και των δύο ομάδων για το ιστορικό της έκθεσής τους.

Τα αποτελέσματα από μελέτες σχεδιασμένες σε τέτοιου είδους άξονες τείνουν να είναι μεροληπτικά, κι αυτό γιατί, ενώ η ομάδα ατόμων χωρίς όγκους παρέχει γενικά καλές πληροφορίες, όσοι έχουν εμφανίσει όγκους έχουν την τάση να υπερβάλουν για το χρόνο έκθεσής τους στην ακτινοβολία, δήλωσε ο Καρυπίδης.

Με βάση ορισμένες από αυτές τις πρώτες μελέτες που έδειξαν ότι μπορεί να υπάρχει πιθανή συσχέτιση με τον καρκίνο του εγκεφάλου από τη χρήση κινητών τηλεφώνων κατά την επαφή με το κεφάλι για πολλές ώρες, ο Διεθνής Οργανισμός Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC) του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας χαρακτήρισε τα πεδία των ραδιοσυχνοτήτων, όπως αυτά των κινητών τηλεφώνων, ως πιθανές πηγές πρόκλησης καρκίνων.

Ο κ. Καρυπίδης δήλωσε ότι, αν και μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης εκδήλωσε ανησυχία, λόγω της ταξινόμησης της IARC, «η ταξινόμηση αυτή δεν σημαίνει και πολλά».

Η IARC χρησιμοποιεί διάφορες ταξινομήσεις για τον κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου, με τις διάφορες ουσίες να μπορούν να ταξινομηθούν ως «σίγουρα» καρκινογόνες (όπως το κάπνισμα) ή ως «ενδεχομένως» ή «πιθανώς» καρκινογόνες.

Χαρακτηρίζοντας τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία ραδιοσυχνοτήτων ως ενδεχόμενο καρκινογόνο παράγοντα το 2011, ο ΠΟΥ τα έθεσε στο ίδιο επίπεδο με εκατοντάδες άλλους παράγοντες για τους οποίους τα στοιχεία βλάβης είναι αβέβαια, όπως η αλόη βέρα, τα λαχανικά τουρσί και η εργασία σε στεγνοκαθαριστήριο.

Ωστόσο, τη συγκεκριμένη περίοδο διάφοροι προβεβλημένοι γιατροί, όπως ο Αυστραλός νευροχειρουργός Τσάρλι Τέο, στάθηκαν ιδιαίτερα στην τοποθέτηση της IARC γύρω από τα κινητά τηλέφωνα και τον καρκίνο.

Στο διάστημα που μεσολάβησε από εκείνη την ταξινόμηση, ο Καρυπίδης επισημαίνει ότι έχουν δημοσιευτεί πολλές περισσότερες μελέτες, οι οποίες δεν βασίζονται στο τι θυμούνται οι άνθρωποι από την έκθεσή τους κατά το παρελθόν, ενώ το 2019 ο ΠΟΥ ανέθεσε μια σειρά συστηματικών ανασκοπήσεων για να εξετάσει τις επιπτώσεις των ραδιοκυμάτων στην υγεία.

Ο κ. Καρυπίδης δήλωσε ότι μια άλλη συστηματική ανασκόπηση υφισταμένων μελετών, και πάλι κατόπιν ανάθεσης από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, σχετικά με τα ραδιοκύματα και την ανδρική γονιμότητα, διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν τη συσχέτιση μεταξύ της χρήσης κινητών τηλεφώνων και της μείωσης του αριθμού των σπερματοζωαρίων.

Αντίστοιχη ανασκόπηση, και πάλι μετά από αίτημα του ΠΟΥ, η οποία εξέτασε τη γυναικεία γονιμότητα, εντόπισε συσχέτιση σε ορισμένα σενάρια, όπως η επίδραση στο βάρος γέννησης, «ωστόσο, η συσχέτιση αυτή εμφανίστηκε όταν η έκθεση στα ραδιοκύματα ήταν πολύ πάνω από το όριο ασφαλείας», δήλωσε ο Καρυπίδης.

Ο Τιμ Ντρίσκολ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ και πρόεδρος της επιτροπής επαγγελματικών και περιβαλλοντικών καρκίνων του Αυστραλιανού Συμβουλίου Καρκίνου, δήλωσε ότι η μεθοδολογία της συστηματικής ανασκόπησης ήταν ισχυρή και οι ερευνητές θα πρέπει να θεωρούνται ανεξάρτητοι.

«Νομίζω ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να αισθάνονται καθησυχασμένοι από αυτή τη μελέτη ... αλλά αξίζει να θυμόμαστε ότι οι μελέτες δεν είναι τέλειες. Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία σαφώς συντείνουν στο ότι τα κινητά τηλέφωνα θα πρέπει να θεωρούνται ασφαλή στη χρήση όσον αφορά τις όποιες ανησυχίες για αυξημένο κίνδυνο καρκίνου», δήλωσε ο Ντρίσκολ.

Ο Καρυπίδης και οι συνάδελφοί του εργάζονται τώρα πάνω στο δεύτερο μέρος της μελέτης, το οποίο θα εξετάσει καρκίνους οι οποίοι συνδέονται λιγότερο συχνά με τα κινητά τηλέφωνα, συμπεριλαμβανομένης της λευχαιμίας και του λεμφώματος non-Hodgkin.
Από την πλευρά του, ο Καρυπίδης δήλωσε ότι οι ανησυχίες γύρω από τυχόν συσχετισμό μεταξύ καρκίνου και κινητών τηλεφώνων θα πρέπει να σταματήσουν, παράλληλα όμως τόνισε ότι, καθώς η τεχνολογία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται, είναι σημαντικό να συνεχιστεί και η αντίστοιχη έρευνα.

  • Like 7
  • Haha 2