Η κατάργηση της ρήτρας ισοτιμίας από την Booking αναμένεται να επιφέρει σημαντικές αλλαγές στον τουριστικό κλάδο της Ευρώπης.

Η ρήτρα εμπόδιζε τα ξενοδοχεία να προσφέρουν χαμηλότερες τιμές μέσω των δικών τους καναλιών πώλησης σε σύγκριση με αυτές που δημοσιεύονταν στην πλατφόρμα της Booking.

Η αλλαγή αυτή, που τέθηκε σε ισχύ από την 1η Ιουλίου, είναι αποτέλεσμα του νέου νόμου για τις Ψηφιακές Αγορές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι ξενοδοχειακές αλυσίδες προετοιμάζονται να αξιοποιήσουν αυτή την ευκαιρία, σχεδιάζοντας ειδικές προσφορές και ενισχύοντας τα δικά τους κανάλια πωλήσεων.

Η Booking, με έδρα την Ολλανδία και ιδιοκτησία της American Booking Holdings, κατέχει δεσπόζουσα θέση στην ευρωπαϊκή αγορά διαδικτυακών κρατήσεων. Σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης Εστιατορίων Hotrec, το 71% των διαδικτυακών κρατήσεων στην Ευρώπη γίνεται μέσω της Booking.

Η κυριαρχία αυτή έχει οδηγήσει σε νομικές διώξεις, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ισπανική Εθνική Επιτροπή Αγορών και Ανταγωνισμού (CNMC) να έχουν κινηθεί εναντίον της εταιρείας. Μάλιστα η CNMC ετοιμάζεται να επιβάλει πρόστιμο 486 εκατομμυρίων ευρώ για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης, μετά από καταγγελία ισπανικών ξενοδοχειακών ενώσεων το 2021.

Παρά τις αλλαγές, η σχέση μεταξύ ξενοδοχείων και Booking αναμένεται να παραμείνει ισχυρή αφού η εξάρτηση του κλάδου από τις διαδικτυακές πλατφόρμες κρατήσεων είναι σημαντική. Μελέτη του Hotrec το 2022 έδειξε ότι, παρά την αύξηση των απευθείας πωλήσεων, η αγορά εξακολουθεί να βασίζεται σε πλατφόρμες όπως η Booking, η Expedia και το Trip.com.

Στην Ισπανία, το 32% των κρατήσεων γίνεται μέσω τέτοιων πλατφορμών, ποσοστό υψηλότερο από άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ιταλία (21%), η Ελλάδα (22,4%) και η Γαλλία (25,7%), και πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (28,2%).

Η Booking υποστηρίζει ότι η κατάργηση της ρήτρας ισοτιμίας δεν θα επηρεάσει σημαντικά τη σχέση της με τα ξενοδοχεία. Η εταιρεία τονίζει ότι τα ξενοδοχεία είχαν πάντα την ελευθερία να καθορίζουν τους όρους των υπηρεσιών τους ανεξάρτητα από τη ρήτρα ισοτιμίας.

Ωστόσο, η Booking εξέφρασε ανησυχίες για τις νέες ρυθμίσεις, χαρακτηρίζοντάς τες ως "ανταγωνιστικό μειονέκτημα" και υπονοώντας ότι θα μπορούσε να εξετάσει το ενδεχόμενο αποχώρησης από την ΕΕ. Παρ' όλα αυτά, η εταιρεία δήλωσε ότι θα συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις της βάσει του νόμου για τις ψηφιακές αγορές.