Η NASA ανακοίνωσε ότι το Voyager-1 εκπέμπει και πάλι αξιοποιήσιμες πληροφορίες στη Γη, καθώς επί μήνες έστελνε ακατανόητα μηνύματα.
Το ερευνητικό σκάφος, ηλικίας 46 ετών, είναι το πλέον απομακρυσμένο αντικείμενο που έχει σταλεί από τον πλανήτη μας να εξερευνήσει το διάστημα.
Το Voyager-1 εμφάνισε πρόβλημα στον υπολογιστή του, με αποτέλεσμα να στέλνει δεδομένα τα οποία ήταν αδύνατο να ερμηνευτούν, όμως φαίνεται πως οι μηχανικοί που μετέχουν στην ομάδα ελέγχου της αποστολής κατόρθωσαν να αποκαταστήσουν το πρόβλημα.
Για την ώρα, το Voyager εκπέμπει μόνο δεδομένα για την κατάσταση των συστημάτων του, όμως εκτιμάται πως περαιτέρω παρεμβάσεις θα του επιτρέψουν να επαναφέρει σε λειτουργία τα επιστημονικά του όργανα.
Αυτή τη στιγμή, το ερευνητικό σκάφος κινείται σε απόσταση μεγαλύτερη των 24 δισεκατομμυρίων χιλιομέτρων, με την απόσταση να είναι τέτοια ώστε τα μηνύματα που εκπέμπει χρειάζονται 22,5 ώρες προκειμένου να φτάσουν σε εμάς.
Το Voyager-1 εκτοξεύτηκε από τη Γη το 1977 και αρχικά η αποστολή του ήταν να περάσει από τους εξώτερους πλανήτες του ηλιακού συστήματος, όμως το ερευνητικό σκάφος αφού ολοκλήρωσε τους βασικούς στόχους συνέχισε ακάθεκτο. Το 2012 άφησε πίσω του τη σφαίρα αερίων που εκπέμπει ο Ήλιος, το χώρο που περιγράφεται ως ηλιόσφαιρα, και πλέον κινείται στο διαστρικό διάστημα, το οποίο περιέχει αέρια, σκόνη και μαγνητικά πεδία άλλων αστέρων.
Η NASA εκτιμά πως μια αστοχία σε ένα από τα chip που φέρει το διαστημικό σκάφος ήταν η αιτία των πολύμηνων προβλημάτων που το ταλαιπώρησαν. Η αστοχία αυτή δεν επέτρεπε στους υπολογιστές του Voyager να έχουν πρόσβαση σε ένα καίριας σημασίας στοιχείο του λογισμικού που χρησιμοποιείται ώστε να συγκεντρώσει τις πληροφορίες προς εκπομπή στη Γη.
Για αρκετό διάστημα, οι μηχανικοί δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι ακριβώς συνέβαινε με το Voyager, παρότι ήταν σαφές ότι το διαστημικό σκάφος εξακολουθούσε να λαμβάνει τις εντολές τους και, κατά τα άλλα, λειτουργούσε κανονικά.
Το ζήτημα επιλύθηκε μετακινώντας τον επηρεασμένο κώδικα σε διαφορετικές θέσεις της μνήμης των υπολογιστών του ερευνητικού σκάφους.
Το Voyager-1 αναχώρησε από τη Γη στις 5 Σεπτεμβρίου του 1977, λίγες ημέρες μετά το δίδυμο ερευνητικό σκάφος, Voyager-2.
Κύρια αποστολή και των δύο Voyager ήταν η παρατήρηση του Δία, του Κρόνου, του Ουρανού και του Ποσειδώνα, αποστολή την οποία ολοκλήρωσαν το 1989.
Στη συνέχεια, τα ερευνητικά σκάφη στράφηκαν προς το βαθύ διάστημα, στη γενική κατεύθυνση του κέντρου του γαλαξία μας.
Τροφοδοτούνται από θερμοηλεκτρικές γεννήτριες ραδιοϊσοτόπων (RTG), οι οποίες μετατρέπουν τη θερμότητα που εκλύουν ισότοπα πλουτωνίου σε ηλεκτρισμό. Τα ισότοπα αυτά βρίσκονται σε συνεχή διαδικασία αποσύνθεσης, πράγμα που σημαίνει ότι οι γεννήτριες παράγουν ελαφρώς λιγότερη ενέργεια κάθε χρόνο.
Το πόσο ακόμη θα κατορθώσουν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους τα δύο Voyager παραμένει αβέβαιο, πάντως μέχρι στιγμής οι μηχανικοί έχουν καταφέρει να βρουν τρόπους ώστε να αξιοποιήσουν τα δίδυμα ερευνητικά σκάφη για μερικά ακόμη χρόνια. Εντωμεταξύ, παρά το σχεδόν μισό αιώνα στην σκληρές συνθήκες του διαστήματος, και τα δύο Voyager αποδεικνύονται εξαιρετικά ανθεκτικά και τα συστήματα τους έχουν ξεπεράσει σε διάρκεια λειτουργίας κάθε προσδοκία.
Το Voyager-2 βρίσκεται, παρότι εκτοξεύτηκε πρώτο, λίγο πιο πίσω από το δίδυμό του, λόγω της τροχιάς που ακολούθησε αρχικά και κινείται ελαφρώς αργότερα. Αυτή τη στιγμή, βρίσκεται σε απόσταση λίγο μεγαλύτερη των 20 δισεκατομμυρίων χιλιομέτρων από τη Γη.
Παρότι και τα δύο σκάφη κινούνται με ταχύτητα η οποία υπερβαίνει τα 15 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο, θα χρειάζονταν δεκάδες χιλιάδες χρόνια μέχρι να φτάσουν στον επόμενο αστέρα.
- 49
- 4
ΣΧΟΛΙΑ (50)
Δημιουργήστε ένα λογαριασμό ή συνδεθείτε για να σχολιάσετε
Πρέπει να είστε μέλος για να αφήσετε σχόλιο
Δημιουργία λογαριασμού
Εγγραφείτε με νέο λογαριασμό στην κοινότητα μας. Είναι πανεύκολο!
Δημιουργία νέου λογαριασμούΣύνδεση
Έχετε ήδη λογαριασμό; Συνδεθείτε εδώ.
Συνδεθείτε τώραΔημοσίευση ως Επισκέπτης
· Αποσύνδεση